tetartopress

Εμμονή με την πάπρικα!

paprika


Ένα πεσκέσι με κατέστρεψε. Με έκανε εμμονικιά.

(Δεν είναι δόκιμη αυτή η λέξη. Αλλά δεν έχω άλλη για να περιγράψω την κατάστασή μου!)

Από τη μέρα που μου δόθηκε, σαν κάτι να άλλαξε. Μια πρώτη επαφή, και εγώ άφησα πίσω όλα τα όμοια και συγγενή, στα οποία έως τώρα έβρισκα απέραντη ευχαρίστηση, και ήθελα μόνο αυτό, το καινούργιο.

Όλο κι όλο, χρειάστηκε αυτό το μικρό σακουλάκι. Με καπνιστή πάπρικα από την Αριδαία. Αυτό. Μόνο. Που πριν το ανοίξω με τάραξε ήδη. Και σαν το άνοιξα, και απλώθηκε όλο το άρωμα στον αέρα που έγινε αναπνοή μου, η ταραχή μου ξεκίνησε το δρόμο που καταλήγει στην εμμονή. Και όταν έβαλα το δάχτυλό μου μέσα στο σακουλάκι και μετά στα χείλη, πρώτα για να το δοκιμάσω, ήταν πια αργά. Δεν θα σου πω όλα όσα έπαθα όταν ήρθε σε επαφή με την γλώσσα μου. Μόνο αυτό:

Εξαρτήθηκα.

Στη σοβαρή, επαγγελματικού περιεχομένου, κουβέντα που ακολούθησε, ένα κομμάτι μου δεν συμμετείχε. Είχε ήδη μπει στην διαδικασία των πολλαπλών πιάτων στα οποία θα χρησιμοποιούσα το περιεχόμενο του σακουλιού μου.

Το Σάββατο το πρωί, με μόλις 4 ώρες ύπνου, εγώ έπιασα τα τηλέφωνα στο χασάπη μου στην Αθήνα. Παράγγειλα μπούτι χοιρινού κομμένο για σουβλάκια. Μετά τηλεφώνησα στον μπαμπά μου και τον παρακάλεσα να περάσει να το πάρει και να το αφήσει σπίτι μου. Το βράδυ θα ήμουν πίσω εξάλλου…

Με ούτε 4 ώρες ύπνου, σηκώθηκα την Κυριακή. Κουρασμένη από το ταξίδι, χωρίς καφέ, και όμως… Σκεφτόμουν την πάπρικα. Έκανα μια πρωινή βόλτα στο βουνό της Καισαριανής, άσκησα το εκλογικό μου δικαίωμα και σφαίρα σπίτι. Άνοιξα το βαλιτσάκι μου να πάρω το σακουλάκι και τα ρούχα μου μύριζαν όλα πάπρικα. Που σημαίνει ότι θέλανε όλα πλύσιμο. Και καθολου δεν συγχύστηκα.

Πήρα τα σουβλιά μου, πέρασα το κρέας, το αλάτισα καλά και άναψα το γκάζι στην ψησταριά. Τα έβαλα στην φωτιά και επέστρεψα στην κουζίνα.

Πήρα ένα μπολ, μέσα στο οποίο έβαλα στραγγιστό γιαούρτι. Λίγο αλάτι. Και σιγά σιγά, πρόσθετα την πάπρικα. Όσο το γιαούρτι χρωματιζόταν απο την πάπρικα, τόσο δυνάμωνε το άρωμα. Έβαλα πολύ. Μόλις έγιναν τα σουβλάκια, τα έβαλα σε ένα πιάτο, πήρα το μπολ και βγήκα στον κήπο. Χωρίς μαχαιροπίρουνα. Έπαιρνα το σουβλάκι, το βουτούσα στο γιαούρτι και μετά το έτρωγα. Σε άλλα κομμάτια, τριγύριζα το σουβλάκι πολύ ώρα στο μπολ. Σε άλλα, ίσα που το ακουμπούσα. Έψαχνα με το μάτι μου για εκείνα τα –απαράδεκτα κανονικά– μικρά σβολάκια πάπρικας, τα έπαιρνα πάνω στην μπουκιά μου και τρελαινόμουν να νιώθω την πάπρικα να διαλύεται σε σκόνη μέσα στο στόμα μου και να με χτυπά στον ουρανίσκο η ελαφριά καψάδα της, ενώ ανέβαινε στα ρουθούνια μου η οξιά. Γιατί είμαι σίγουρη ότι η πάπρικα αυτή καπνίστηκε σε ξύλο οξιάς.

Έφτιαξα ένα ριζότο με πράσα γλυκά σαν μέλι και γραβιέρα συριανή. Έκανα ένα αυγό ποσέ, και το σέρβιρα από πάνω. Δεν έβλεπες το ασπράδι από την πάπρικα. Σαν έσπασα το αυγό και οι κόκκινοι κόκκοι της έμπλεξαν στο πορτοκαλί του κρόκου, ήθελα να το φωτογραφίσω. Τόσο δέναν τα χρώματα. Αλλά δεν πρόλαβα. Γιατί ήμουν ήδη δεμένη με το άρωμά της. Και δεν ήθελα να την αποχωριστώ.

Μη σου πολυλογώ άλλο. Τρώω από την Κυριακή πάπρικα. Πάνω σε φέτα ψημένη στο αλουμινόχαρτο με τριμμένο σκόρδο. Μέσα σε πουρέ από φρέσκο αρακά, δίπλα σε μια φέτα καλά φρυγανισμένου ψωμιού. Στη μαρινάδα ενός φρέσκου φιλέτου τόνου. Καμμένη μέσα στο λάδι μιας μακαρονάδας με λάδι και σκόρδο. Ζυμωμένη μέσα στο φύλλο μιας στριφτής τυρόπιττας. Και κάθε φορά, με κερδίζει. Και κάθε μέρα, θέλω πάλι κάτι με αυτήν την πάπρικα. Και μέχρι τότε, ήμουν ασφαλής. Εξαρτημένη, αλλά ασφαλής…

Χθες το βράδυ όμως, ένιωσα τον αληθινό κίνδυνο της πάπρικας. Γιατί αγόρασα ένα σορμπέ πικρής σοκολάτας. Για να το πασπαλίσω με την πάπρικα. Γιατί μου αρέσουν τα πιπέρια και τα μπαχάρια στην σοκολάτα.

Πουθενά δεν στάθηκε τόσο άψογα αυτή η πάπρικα όσο πάνω στο βελούδο της 70% σε περιεκτικότητα παγωμένης σοκολάτας. Τίποτα δεν δρόσισε την καψάδα της τόσο αριστοτεχνικά ώστε κάθε επαφή της δροσιάς του παγωτού στον ουρανίσκο να στέλνει κύμματα θερμότητας στο υπόλοιπο σώμα. Ήθελα κι άλλο. Κι άλλο…

(Αυτό το σορμπέ είχα να το φάω καιρό. Δύο ή τρεις βδομάδες. Την προηγούμενη φορά το μοιράστηκα. Και δεν έφαγα παρά δυο, τρεις κουταλιές, παρότι εγώ είχα επιμείνει στην αγορά του. Μερικές φορές, μπορεί ένα κράτημα χεριού να σβήσει την επιθυμία για οτιδήποτε άλλο…)

Σήμερα, υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι δεν θα αγγίξω την πάπρικα. Νομίζω ότι, όπως και με κάθε ηδονή την επανάληψη της οποίας κυνηγώ με πάθος, αν κρατηθώ λίγο μακρυά, μπορεί και να την ξεπεράσω. Μπορεί.

(Αν στα αλήθεια θέλω…)

α.

Επιστολές γραµµένες στον πάγκο της κουζίνας…
11 Μάη του 12

 
 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 
 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

 
"Μαύρος κότσυφας, μαύρο βατόμουρο" - Το βαθιά ανθρώπινο πορτραίτο μιας ελεύθερης γυναίκας

“Μαύρος κότσυφας, μαύρο βατόμουρο” – Το βαθιά ανθρώπινο πορτραίτο μιας ελεύθερης γυναίκας

"Μαύρος κότσυφας, μαύρο βατόμουρο" ("Shashvi shashvi maq'vali" / "Blackberry, Blackberry, Blackbird"). Σκηνοθεσία: Ελένε Ναβεριάνι. Πρωταγωνιστούν: Έκα Χαβλεϊσβίλι, Τεμίκο Τσιτσινάντζε. Γεωργία, ...
«Άτλας» του Εμμανουήλ Κωνσταντινίδη

«Άτλας» του Εμμανουήλ Κωνσταντινίδη στο PalmTree MCA

Η παράσταση «Άτλας»  του Εμμανουήλ Κωνσταντινίδη συνεχίζει τις παραστάσεις έως 29 Απριλίου στο PalmTree Multinfuntional Center of Arts. “Εν αρχή ...
Laughing in Afghanistan

«Γελώντας στο Αφγανιστάν» στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος 

Γελώντας στο Αφγανιστάν μια ταινία της Αννέτας Παπαθανασίου 20, 21, 22 Απριλίου 2024, στις 20:00, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (Ιερά ...
Θωμάς Ζάμπρας

Θωμάς Ζάμπρας – Απόφοιτος Λυκείου στο Πάνθεον στην Πάτρα

Ο Θωμάς Ζάμπρας επιστρέφει με την παράσταση “Απόφοιτος Λυκείου” για μία μοναδική βραδιά στο θέατρο Πάνθεον στην Πάτρα. Ο τίτλος ...

Σχετικά με τον αρθρογράφο:

Έχει γράψει 66 Άρθρα

Βρίσκομαι πάντα εκεί που οι λέξεις συναντούν τις γεύσεις. Κι εκεί που οι γεύσεις συναντούν τον αναστεναγμό. Παρασκευάζω, γράφω και μιλώ για εξαιρετικό φαγητό. Αγαπώ τα ωμά θαλασσινά, την τομάτα, τα πιπέρια και το ελαιόλαδο. Δεν μπορώ να φανταστώ να ζω χωρίς αυτά. Πριν μπω επισήμως στην κουζίνα, διοργάνωνα μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα. Δεν μπορώ να φανταστώ να το κάνω ξανά αυτό. [email protected]

RELATED ARTICLES

Back to Top