Ξηµερώνει… σου λέω!
Αν το ηλιοβασίλεµα είναι των ερωτευµένων, τότε η χαραυγή είναι της ελπίδας. Να το κοιτάξεις το ξηµέρωµα από ψηλά, πάνω απ’ το ύψος των πολυκατοικιών. Να δεις τον ουρανό να παίρνει στην αγκαλιά του τη θάλασσα την αγαπηµένη του, να της φορέσει το πρωινό της θαλασσί φόρεµα. Εκείνος θα φοράει ένα µενεξεδί κασκόλ. Είναι ωραία τα πρωινά τους χρώµατα.
Και σώπασε την ώρα εκείνη, για να µπορέσεις ν’ ακούσεις το γλυκό αναστεναγµό της κοπελιάς που σφιχταγκαλιασµένη µε τον καλό της, κοιτούν µαζί τη χαραυγή, καθισµένοι στα σκαλάκια δίπλα σου.
Μύρισε το, το χάραµα έξω από έναν ξυλόφουρνο, µπες µέσα και γεύσου το σ’ ένα αχνιστό κουλούρι. Έτσι είναι το χάραµα, θα σου µιλήσει σε όλες τις αισθήσεις σου, µ’ ένα δικό του τρόπο, πιο αισιόδοξο.
Γιατί θα ξυπνήσεις µε όρεξη να κάνεις πράξη τα όνειρά σου, αυτά του ύπνου σου µα και τ’ άλλα της ζωής σου.
Ξηµερώνει… και οι οδοκαθαριστές βάζουν στην πόλη µας τα φρεσκοπλυµένα της, για να µπορεί όµορφη ξανά να υποδεχτεί τον αχό µας.
Τα πουλάκια ξεκουρνιάζουν κι αρχίζουν αγουροξυπνηµένα το κελαΐδισµα, για να γεµίσουν µε νότες τον αέρα.
Κι όσο υποχωρεί η πρωινή δροσιά, τόσο στεγνώνουν τα φτερά τους οι πεταλούδες για να µπορέσουν χωρίς βάρος να γεµίσουν µε χρώµα τα κενά τ’ ουρανού.
Παρατήρησε τους ανθρώπους του νυχτοκάµατου, σαν ξεκλειδώνουν την εξώπορτά τους, κοιτάζουν πάντα προς τον ήλιο και του χαµογελούν, πριν να κοιµηθούν και τον πάρουν στα όνειρά τους.
Άκουσε την τελευταία παρέα που γυρίζει στο σπίτι µετά τη διασκέδαση. Μπερδεύουν λίγο τα λόγια των τραγουδιών –ίσως και τα βήµατά τους– µα παράφωνοι δεν είναι.
Τρύπωσε σ’ έναν ακάλυπτο να δεις τα φρεσκοπλυµένα ασπρόρουχα που κρέµονται. Αυτά δε θα τα έβλεπες τη νύχτα, θα ήταν σκιές.
Βάλε λίγη µαρµελάδα στο ψωµί σου αν θες και τότε θα γευθείς καλοκαιρινή αυγή σε νησί.
Αποµονώσου απ’ το περιβάλλον σου την πρώτη αυγή και προσπάθησε να τη µυρίσεις και τότε σίγουρα θα µυρίσεις ελπίδα.
Κι αν είναι µια απ’ αυτές τις µέρες που το φεγγάρι µένει εκεί ακλόνητο, παρέα µε τον ήλιο, µην το φοβηθείς. Γιατί ο παππούς µου πάντα λέει, πως τη στιγµή που ο ήλιος θα νικήσει το φεγγάρι, είναι τότε που τελειώνουν οι πιο επίµονοι εφιάλτες µας.
Μην πεις ποτέ πως το ξηµέρωµα δε θα ‘ρθει. Γιατί έρχεται πάντα, ακόµα και την πιο βαριά και µεγάλη νύχτα του χειµώνα.
Γι’ αυτό λοιπόν άκουσε µε, ξηµερώνει σου λέω… Kοίτα ψηλά για να το δεις κι εσύ. Να είσαι εκεί το ξηµέρωµα, µα για να είσαι, πρέπει να σηκωθείς.