Πρεμιέρα για τη νέα ταινία του Μάικλ Μουρ
Έξι χρόνια μετά την τελευταία του ταινία «Capitalism: A Love Story» ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης Μάικλ Μουρ επιστρέφει με το νέο του ντοκιμαντέρ. Η προκλητική κωμωδία «Where To Invade Next» κάνει πρεμιέρα στις κινηματογραφικές αίθουσες σήμερα Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου. Στην ταινία αυτή ο Μουρ δεν σταματάει πουθενά προκειμένου να καταλάβει πώς «να ξαναγίνει η Αμερική μεγάλη και πάλι».
Διαβάζοντας τις κριτικές του ντοκιμαντέρ, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως ο Μουρ θέλει να δείξει στους συμπατριώτες του πως η «γη της επαγγελίας» μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε εκτός από τις ΗΠΑ. Στην αρχή της ταινίας φαντάζεται πως έχει κληθεί από τους ιθύνοντες του Πενταγώνου, οι οποίοι παραδέχονται πως πλέον δεν έχουν ιδέα τι κάνουν, αφού έχουν χάσει τόσους πολλούς πολέμους μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τους προτείνει λοιπόν να σταματήσουν τις εισβολές και αντί στρατιωτών να στείλουν εκείνον για να βρει ό,τι καλύτερο διαθέτουν οι άλλες χώρες και να επιστρέψει με τα ευρήματά του.
Φορτώνεται μια κάμερα και «εισβάλλει» στη μια χώρα, μετά σε άλλη, στην Ευρώπη και στη Β. Αφρική. Καθώς επισκέπτεται σχολεία, χώρους εργασίας, νοσοκομεία και φυλακές, ανακαλύπτει τη μια παραμυθένια χώρα μετά την άλλη, παρόλα τα προβλήματά τους (σε κάποιες περιπτώσεις τονίζει πως αρκετές προοδευτικές ευρωπαϊκές ιδέες και πολιτικές, προέρχονται από τις Ηνωµένες Πολιτείες). Ταυτόχρονα όμως ανακαλύπτει τις εξαιρετικά μεγάλες ανισότητες, υπερβολές και την υπερστρατιωτικοποίηση της χώρας του, μιας χώρας ουσιαστικά εχθρικής προς τους ίδιους της τους πολίτες.
Με κριτική διάθεση, γίνεται έντονη αναφορά στα Αμερικανικά «προπατορικά αμαρτήματα», όπως η γενοκτονία των ιθαγενών πληθυσµών και η δουλεία, καταστάσεις τις οποίες –όπως υποστηρίζει– η Αμερική δεν μπορεί να προσπεράσει. Στον αντίποδα φέρνει Ευρωπαϊκά παραδείγματα, όπως την περίπτωση της Γερμανίας με το Ολοκαύτωμα που, ως εξιλέωση, θέλουν διαρκώς να θυμούνται τις ναζιστικές θηριωδίες μέσω των μνημείων και της τέχνης.
Όσο για το μέλλον, ο Μουρ είναι αισιόδοξος και τονίζει πως οι μεγαλύτερες και θετικότερες αλλαγές, συνήθως πραγματοποιούνται ξαφνικά και χωρίς ή με ελάχιστη προειδοποίηση.
Ο Μάικλ Μουρ (23 Απριλίου 1954) είναι ένας Αμερικανός ντοκιμαντερίστας, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, συγγραφέας, δημοσιογράφος, ηθοποιός και πολιτικός ακτιβιστής. Είναι ο σκηνοθέτης και παραγωγός του ντοκιμαντέρ Fahrenheit 9/1 (2004), ένα έργο κριτικής της προεδρίας του Τζορτζ Μπους και του πολέμου κατά της τρομοκρατίας (πρώτο στο είδος του στο αμερικανικό box office και κάτοχος του χρυσού φοίνικα στις Κάννες). Η ταινία του Bowling for Columbine (Ακήρυχτος πόλεμος, 2002) με βασικό θέμα την τραγωδία στο σχολείο του Columbine το 1999, εξετάζει το θέμα της οπλοχρησίας και της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ και κατακρίνει τους νόμους που αφήνουν τα όπλα ανεξέλεγκτα, κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ.
Η ταινία-ντοκιμαντέρ Sicko (2007) εξετάζει την υγειονομική περίθαλψη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τόσο αυτή όσο και το Fahrenheit 9/1, είναι μεταξύ των δέκα κορυφαίων ντοκιμαντέρ. Τον Σεπτέμβριο του 2008 κυκλοφόρησε την πρώτη δωρεάν ταινία του στο διαδίκτυο, το Slacker Uprising, η οποία παρουσιάζει την προσωπική του προσέγγιση στην προσπάθειά του να ενθαρρύνει περισσότερους Αμερικανούς να ψηφίζουν στις προεδρικές εκλογές. Έχει επίσης γράψει και πρωταγωνιστήσει στο τηλεοπτικό σόου TV Nation, ένα σατιρικό newsmagazine και στο The Awful Truth, μια σατιρική εκπομπή.
Το κινηματογραφικό και συγγραφικό έργο του Μουρ ασκεί κριτική σε ζητήματα όπως η αντιπαγκοσμιοποίηση, οι μεγάλες εταιρείες, η οπλοκατοχή, οι Αμερικανοί πρόεδροι Μπιλ Κλίντον και Τζορτζ Μπους (ο νεότερος), ο πόλεμος στο Ιράκ, η υγειονομική περίθαλψη στις Ηνωμένες Πολιτείες και ο καπιταλισμός. Το 2005 το περιοδικό Time τον κατονόμασε ως έναν από τους 100 σημαντικότερους ανθρώπους στον κόσμο.