«Προέχει να διασφαλιστεί το συμφέρον του παιδιού από τα θεσμοθετημένα όργανα»
Μπορεί το παιδολόγι ή παιδομάζωμα να αναδύεται μακριά – πίσω στην οθωμανική αυτοκρατορία με εμπνευστή του, τον Καρά Χαλίλ Πασά, είναι όμως ένα εργαλείο πολέμου που εφάρμοσαν κατά καιρούς πολλά αυταρχικά καθεστώτα.
«Αν γεννηθήκατε μεταξύ 1975 και 1980 και έχετε αμφιβολίες για την προέλευσή σας, ελάτε σε εμάς». Αυτή η φράση συνοψίζει τον αγώνα των «Γιαγιάδων της Πλατείας Μαΐου», μιας οργάνωσης που ξεκίνησε το 1977 στην Αργεντινή με στόχο την ανεύρεση των χαμένων παιδιών (των οποίων οι γονείς τους είχαν δολοφονηθεί από τη χούντα του Βιδέλα) και την επανένωση των οικογενειών. Υπολογίζεται ότι περίπου 500 τέτοια παιδιά δόθηκαν παράνομα για υιοθεσία σε οικογένειες στρατιωτικών και φιλοχουντικών, ενώ μέχρι σήμερα έχουν καταφέρει να ενώσουν με τις οικογένειές τους τα 115 από τα παιδιά αυτά.
Και αν τα περιστατικά αυτά φαντάζουν αρκετά απομακρυσμένα για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, πίσω στο καλοκαίρι του 1947, 18.000 παιδιά στεγάστηκαν σε 52 παιδουπόλεις, ενώ αρκετές χιλιάδες από τα παιδιά αυτά βρέθηκαν να έχουν πωληθεί από κυκλώματα παράνομης υιοθεσίας. Οι παιδουπόλεις ήταν ένα δίκτυο άνω των 50 ιδρυμάτων, εμπνεύσεως της τότε βασίλισσας Φρειδερίκης. Κύριος σκοπός αυτού του «παιδοφύλαγματος» ήταν κατά κύριο λόγο, να σταματήσει ο ανεφοδιασμός των ανταρτών και να γίνει πιο δύσκολη η στρατολόγηση νέων από αυτούς, καθώς θα είχαν ενταχθεί από μικρή ηλικία στον αντίπαλο «ιδεολογικό» στρατό. Γινόταν δε, εσκεμμένη παραπληροφόρηση των παιδιών με σκοπό την εκπαίδευση και ανατροφή με αντιλήψεις υπέρ του καθεστώτος. Οι υπεύθυνοι (οι εξειδικευμένοι επιστήμονες) για την αγωγή των παιδιών ήταν συνήθως αντίθετοι με την ιδεολογία των γονέων τους, κυρίως διευθυντές και δάσκαλοι. Εντούτοις , η ελληνική κυβέρνηση δικαιολογούσε τη συγκέντρωση παιδιών στις παιδουπόλεις λέγοντας ότι με αυτόν τον τρόπο «είχαν πρόσβαση σε πλήρη εκπαίδευση και φροντίδα»
Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Δικαιοσύνης ο 6χρονος γιος της Πόλας Ρούπα τέθηκε σε προστασία, μέχρι την οριστική ανάθεση της επιμέλειάς του, και παρακολουθείται από εξειδικευμένους επιστήμονες», ενώ όπως η ίδια ανακοίνωση καταλήγει σε αντιστοιχία προφανώς με τις προαναφερθήσες τακτικές «Αυτό που προέχει είναι να διασφαλιστεί το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, το οποίο θα κρίνουν τα θεσμοθετημένα όργανα, όπως γίνεται σε κάθε όμοια περίπτωση».
Η Πόλα Ρούπα δηλώνει πως ήταν και είναι, αμετανόητη εχθρός του συστήματος και το καθεστώς επιβεβαιώνει αυτό τον πόλεμο. Χρησιμοποιεί δε, απαρνούμενο και τα τελευταία ηθικά του ερείσματα, ως όπλο και εργαλείο σ’ αυτό τον πόλεμο ένα εξάχρονο αγόρι. Η ομηρία ενός μικρού παιδιού και η εργαλειακή χρησιμοποίησή του ως μέσω παραδειγματισμού και εκδίκησης δεν μπορεί παρά να συγκριθεί με τα καθεστώτα που κατά καιρούς έκαναν τις ίδιες επιλογές. Στην εποχή της υπερπληροφόρησης, αυτές οι ενέργειες δεν αποσκοπούν στην απώλεια ταυτότητας ή στη χειραγώγηση της σκέψης. Σε αυτό που κυρίως αποβλέπουν οι μηχανισμοί εξουσίας είναι αφ’ ενός η εκδίκηση και αφ’ ετέρου ο παραδειγματισμός για κάθε επίδοξο εχθρό τους.
Το παιδί της Πόλα Ρούπας και του Νίκου Μαζιώτη θα επιστρέψει στο συγγενικό του περιβάλλον γιατί δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.
Μέχρι όμως να συμβεί αυτό, θα ακολουθηθεί μια διαδικασία απειλών και εκβιασμών και ο κρατικός μηχανισμός με τον πολιτικό διαχειριστή του, με νομιμοφανή τερτίπια, θα καταπατήσει πλήθος κανόνων και θα καταστρατηγήσει μέχρι και τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Θα απογυμνωθεί από κάθε ηθικό στήριγμά του και θα αφεθεί με ευκολία να μεταμορφωθεί σε έναν στυγνό εκδικητικό μηχανισμό. Μια μετάλλαξη που με βίαιο τρόπο θα καταδείξει την αληθινή φύση του.