Ένας αέρας γιασεμιού
Τους έλεγαν πάντα περίεργους. Οι περίεργοι περνάνε, για δείτε, τους κοίταζαν πάντα από το πάνω μέρος της εφημερίδας ή από το πίσω των μαύρων γυαλιών.
Advertisement
Κι αυτοί περνάγανε, χωρίς να βιάζονται, χωρίς να σκύβουν το κεφάλι, πάντοτε χέρι χέρι, ένα ζευγάρι που κανείς δεν ήξερε πώς είχε στεριώσει.
Κι αυτούς δεν τους ένοιαζε. Δεν ήθελαν να είναι σαν όλους τους άλλους.
Μόνο σαν πέρναγαν μπροστά από κόσμο έσφιγγαν τα δάχτυλα ο ένας του άλλου μια ιδέα παραπάνω, και άφηναν πίσω τους έναν αέρα γιασεμιού.
Δεν τους ένοιαζε. Γιατί μόνο αυτοί ήξεραν ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ζεις.
Και μόνο αυτοί ήξεραν πως στο μικρό τους καναπέ αγκαλιασμένοι γινόντουσαν δυο άνθρωποι μαγικοί.
Advertisement
Advertisement