Δεν υπάρχουν αθώοι, οι τελευταίοι εξοντώθηκαν
Φύγε καλοκαίρι, πάρε μαζί σου και την άνοιξη και τρέξτε μακριά να σωθείτε. Εδώ είναι ο τόπος των νεκροζώντανων, η επικράτεια του χειμώνα.
Πάνε κάποια χρόνια τώρα που ο χειμώνας στέφθηκε θριαμβευτής και ξεκίνησε να παγώνει τα πάντα. Κάπου – κάπου στις αρχές, οι άνθρωποι έβαζαν φωτιές στους δρόμους και στις πλατείες, έκαναν σχέδια για καλοκαίρια και συμφωνούσαν με τον ήλιο, μα ύστερα κουράστηκαν. Ήρθε ο χειμώνας κι άρχισε με μια ηδονιστική διαστροφή να παγώνει βασανιστικά τα πάντα.
Πάγωσε τους ανθρώπους από μέσα προς τα έξω και τους άφησε κρυσταλλωμένους να κινούνται προσποιούμενοι τους ζωντανούς.
Τα καλοκαίρια εκτελούνται και οι άνοιξες φυλακίζονται, την ώρα που οι δήμιοι και οι εισαγγελείς, θα παραπονούνται για την ποιότητα του τεχνητού κλίματος, σκουπίζοντας με φανερή δυσαρέσκεια μία σταγόνα ιδρώτα που κύλησε στα λευκά τους κολάρα.
Οι άνθρωποι δεν τρώνε, που και που μασουλούν με ευγνωμοσύνη κάποια ψίχουλα που τους πετούν. Έτσι κι αλλιώς τα ζόμπι δεν πεινούν ή τουλάχιστον δε θα έπρεπε να πεινούν. Περιφέρονται δίχως συναισθήματα, τα συναισθήματα απαγορεύτηκαν και στη συνέχεια εξοστρακίστηκαν μακριά από τούτο τον τόπο. Μόνος τους προορισμός είναι η κατασκευή των κρίκων από τις αλυσίδες τους και η καθημερινή επιβεβαίωση της εγκαθίδρυσης του χειμώνα.
Σήμερα θα προσποιηθούμε πως θα σταματήσουμε να κατασκευάζουμε αλυσίδες και πως τάχα αμφισβητούμε το θρίαμβο του χειμώνα. Δεν είναι τίποτα σπουδαίο, μια κακοπαιγμένη παράσταση για να παραστήσουμε τους ζωντανούς. Οι αφέντες μας θα την παρακολουθήσουν χωρίς ανησυχία και στο τέλος θα χειροκροτήσουν ειρωνικά, αηδιασμένοι και οι ίδιοι για την ποιότητα των υποτακτικών τους.
Σιωπή επικρατεί παντού, μόνο η τηλεόραση επιτρέπεται ν’ ακούγεται. Κάποιες μέρες ένα απόκοσμο ουρλιαχτό σχίζει στα δύο τη σιωπή. Κανείς δεν ξέρει από που έρχεται. Φήμες λένε πως πρόκειται για ηχώ μιας μέλλουσας ζωής.
Τελευταία δίνεται ιδιαίτερη φροντίδα σε πεθαμένους. Τους καλοντύνουν, τους περιφέρουν και καλούν τον κόσμο στην παράτα των τιμώμενων πτωμάτων. Κι αυτοί το κάνουν δίχως δισταγμό, έτσι κι αλλιώς η διαφορά των πεθαμένων είναι πως αυτοί κείτονται, άρα κάτι σπουδαίο θα πρέπει να σημαίνει αυτό.
Η βουλή διατηρήθηκε, όχι σαν επιλογή, έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν ήταν, μα για να προβάρει ο φασισμός τα δόντια του και να φοβούνται οι πεθαμένοι μήπως σκοτωθούν.
Η φύση αντιστέκεται στον παγετό, και γι’ αυτό της επιτίθενται με μανία. Καταστρέφονται και λεηλατούνται τα πάντα, σκάβονται μέχρι και τα σωθικά της, για κάτι δήθεν αξίας. Μα στην πραγματικότητα εκδικούνται το ανυπότακτό της και την υπόνοια της ζωής που επιμένει να διατυπώνει.
Μόνο οι αυταπάτες επιτρέπεται να διαταράξουν τούτη τη νεκρική πορεία, πηγαινοερχόμενες σαρκαστικά και φτύνοντας με αυθάδεια ελπίδες, όνειρα και υποσχέσεις στο πρόσωπο των νεκροζώντανων.
Δεν υπάρχουν αθώοι, οι τελευταίοι αθώοι εξοντώθηκαν. Γι’ αυτό σου λέω, τρέξε καλοκαίρι να κρυφτείς. Πάρε μαζί σου και τ’ απομεινάρια της άνοιξης και κρατήστε τις δυνάμεις σας, για όταν θα υπάρξουν σημάδια ζωντανών σε τούτο το μέρος. Για να τους θυμίσετε τη δύναμη της ζεστασιάς και της ομορφιάς σας, αλλά και τη δική τους δύναμη. Γιατί δε θα ‘χει απομείνει κανείς και τίποτα για να τους το θυμίσει.