Οι αλογομούρηδες
Ήταν παραμυθάδες. Και ήταν δυο. Επάγγελμά τους η σάτιρα. Το δημιουργικό τους άγχος ήταν να βρίσκουν, να εφευρίσκουν, να επινοούν, να δημιουργούν αστεία. Τον τελευταίο όμως καιρό είχαν αρχίσει οι αναδουλειές. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η πολιτική και κοινωνική κατάσταση του τόπου που ζούσαν είχε ξεφύγει τόσο πολύ που είχε αγγίξει τα όρια του παράδοξου, του παράλογου, του εξωφρενικού, του μεταμοντέρνου, του κιτς, του φθηνού.
Έτσι οι δυο παραμυθάδες, «οι αλογομούρηδες», όπως είχαν ονομαστεί από τους φανατικούς οπαδούς τους, λόγω της… ολύμπιας ομορφιάς τους, άλλαξαν πλέον ρόλο. Από τη σκηνή όπου συνήθιζαν να στέκονται και να παρουσιάζουν τα κωμικά τους σκετς, είχαν καταλήξει, οδηγηθεί στην πλατεία. Είχαν μεταλλαχθεί σε θεατές μιας κακοποιημένης-πολιτικού οχετού-παράστασης-παρωδίας με τίτλο: «Πάρ’ το αριστερά, μέχρι να βρεθούμε δεξιά…»
Και πράγματι ούτε στις ευφυέστερες στιγμές του επαγγέλματός τους δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι η αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου ανταλλάσσεται τόσο εύκολα και τόσο γρήγορα, χωρίς ίχνος αντίστασης, με μια θέση σε μια λίστα υποψήφιου βουλευτή ή ευρωβουλευτή.
Το «είμαι υποψήφιος», είχε την σημασία του «είμαι υποψόφιος», ενώ όλοι οι κομπάρσοι αυτού του ελεεινού θιάσου των πολιτικών σαλτιμπάγκων, χωρίς αιδώ, αλλά με απίστευτη σάπια χαρά συνέχιζαν ανελλιπώς να γεμίζουν τους λογαριασμούς τους με χιλιάδες ευρώ και προνόμια.
Οι αλογομούρηδες αποφάσισαν να κάνουν κάτι. Δεν άντεχαν άλλο αυτό το θέαμα. Τους είχε απλά ξεπεράσει. Τους είχε σχεδόν εξοντώσει. Ήταν ένα βήμα πριν την ολική τους κατάρρευση, την εξαφάνιση του πανάρχαιου επαγγέλματος των κωμικών, της πολιτικής σάτιρας.
Έτσι το τελευταίο τους κείμενο ξεκινούσε έτσι:
«Αν ένας οποιοσδήποτε πολιτικός της Βουλής του τόπου σας και ο Μανώλης Γλέζος πνίγονταν και εσείς είχατε την δυνατότητα να σώσετε έναν από τους δυο, σε ποιο εστιατόριο θα πηγαίνατε μετά με τον Μανώλη Γλέζο να φάτε;»
Και πιο κάτω συνέχιζαν:
«Αν το τηλέφωνο σας, αγαπητοί υποψόφιοι ευρωβουλευτές και ευρωβουλευτίνες δεν χτυπά, τότε θα σας τηλεφωνούμε εμείς…»
Και ακόμη πιο κάτω:
«Είσαστε τόσο άχρηστοι. Η μόνη σας χρησιμότητα είναι ότι με την εκπνοή σας δημιουργείται διοξείδιο του άνθρακα που είναι χρήσιμο στα φυτά…»
Και κάποια στιγμή κατέληγαν:
«Είσαστε τόσο πλεονέκτες και εγωκεντρικοί, που μας θυμίζετε τον λύκο εκείνο που βλέποντας ξαφνικά το κοπάδι των προβάτων αρχίζει από την πλεονεξία του να τα μετράει μέχρι που αποκοιμιέται τον ύπνο του ηλίθιου».
Οι αλογομούρηδες καλούν τους φανατικούς οπαδούς τους σε μια πρώτη αλλά και τελευταία παράσταση όπου στην σκηνή θα στέκονται οι ελεεινοί αυτοί πολιτικάντηδες σαλτιμπάγκοι και από κάτω ως θεατές…. «όλοι εμείς», να τους στείλουμε, όλους ανεξαιρέτως, εκεί όπου από πάντα άνηκαν. Στο πουθενά και στο τίποτα και ακόμη παραπέρα.