Από τον κόσμο της πληροφορίας στον κόσμο της γνώσης
Στις τρεις τάξεις του Γυμνασίου, στα φιλολογικά μαθήματα είχα την ίδια καθηγήτρια. Μια κοντή, αδύνατη κυρία με κατσαρά αφάνα μαλλιά και γουρλωτά μάτια. Έμπαινε κάθε φορά μέσα στην αίθουσα με γρήγορο και κοφτό βήμα και αφού ξεστόμιζε με το ζόρι ένα καλημέρα, άνοιγε το μισοδιαλυμένο της βιβλίο και ξεκινούσε απευθείας το μάθημα. Στην καλύτερη περίπτωση σταματούσε μία ώρα και 2 λεπτά μετά (πάντα μας κρατούσε και λίγο από το διάλειμμα). Παρέδιδε πάντα γρήγορα και αγχωμένα λες και έβλεπε τη μετάδοση της γνώσης ως καυτή πατάτα που έπρεπε να την ξεφορτωθεί το συντομότερο δυνατό. Όσο πιο γρήγορα και πιο πολύ μιλούσε κατά τη διάρκεια μιας ώρας τόσο πιο ανακουφισμένη φαινόταν.
Αυτή ήταν η κυρία Γεωργία ή Γωγώ. Απ’ ότι λέγανε οι καλές μαθήτριες του πρώτου θρανίου, ήταν καταπληκτική φιλόλογος. Εγώ πάλι, τη θεωρούσα -και ακόμα την θεωρώ- απαράδεκτη. Και για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ ότι τέτοιου τύπου καθηγητές δεν κάνουν απλά κακή δουλειά όπως λένε μερικοί, αλλά καταστρέφουν οποιαδήποτε δημιουργική σύνδεση έχει καταφέρει να έχει ο μαθητής με το μάθημά τους.
Το μισοδιαλυμένο βιβλίο της κυρίας Γωργίας που ανέφερα παραπάνω, εξιστορούσε ίσως την πιο επική ιστορία που γράφτηκε ποτέ· ζωντανή, ζουμερή, γεμάτη απίθανες περιπέτειες, φαντασμαγορικούς κόσμους αλλά και πολύτιμα μηνύματα. Η φιλόλογός μας κρατούσε στα χέρια της μια ιστορία που ενέπνευσε τα κόμικς, το hollywood, τα videogames και οτιδήποτε άλλο λατρεύει ο μέσος έφηβος, αλλά με κάποιον περίεργο τρόπο πριν φτάσει σε μας είχε μετατραπεί σε ένα νεκρό, άνοστο και ακατανόητο κείμενο. Τι τρομακτική δύναμη χρειάζεται να έχει κανείς για να μπορεί να μεταμορφώνει έναν συναρπαστικό χαρακτήρα όπως ο Οδυσσέας, σε μια αδιάφορη καρικατούρα χαμένη κάπου στα βάθη μιας περίεργης αρχαίας γλώσσας;
Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο απλή. Δε χρειάζεται καμία δύναμη γιατί η αλήθεια βρίσκεται στο ακριβώς αντίθετο. Ο Πολυμήχανος Οδυσσέας, χωρίς το μαγικό άγγιγμα ενός πραγματικού Φιλόλογου είναι μια καρικατούρα. Όπως και αδιάφορη καρικατούρα θα ήταν και ο Όλιβερ Τουίστ, οι ήρωες του Ουγκώ, ο Χάκλμπερυ Φιν και όλοι οι συναρπαστικοί ήρωες των παιδικών μας χρόνων εάν θάβονταν μέσα σε τόνους κανόνων, νευρώσεων και κιμωλίας. Χωρίς τη μεσολάβηση ενός εμπνευσμένου δασκάλου, οι πολύπλοκοι κώδικες της αρχαίας γλώσσας σε ένα διαχρονικό αριστούργημα όπως η Οδύσσεια καταρρέουν κάτω από το ίδιο τους το βάρος, συνθλίβοντας την τρυφερή πνευματική καρδιά του έργου πριν προλάβει ποτέ ο μαθητής να γοητευτεί από τις ιδέες του. Αναλογικά, ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα μαθήματα που διδάσκονται σχολείο, από τα μαθηματικά μέχρι την ιστορία.
Ο έφηβος, αλλά και γενικότερα ο μαθητής ή ο φοιτητής, ξέρουμε τι θέλει μιας και όλοι περάσαμε από τη θέση του. Θέλει πρώτα να τον μαγέψεις, να τον ταξιδέψεις σε κόσμους μακρινούς, πέρα από την στείρα αίθουσα που τον φυλακίζει. Πρέπει να πετάξει πάνω από αρχαίες πόλεις και να γνωρίσει από κοντά ήρωες που τον γοητεύουν και τον εμπνέουν. Να χαθεί στο άπειρο σύμπαν με τους συναρπαστικούς του μικρόκοσμους. Να μάθει να αποδρά με κάθε τρόπο από τον κουραστικό κόσμο της πληροφορίας και να βρίσκει τον κόσμο της γνώσης. Σ’ αυτόν τον κόσμο ο Οδυσσέας παραμένει λαμπερός και φρέσκος και σε προκαλεί να τον ανακαλύψεις. Το ίδιο και ο Πλάτωνας ή ο Πυθαγόρας. Ακόμα και ο αντιπαθέστατος Φουριέ!