Νήσος Σαχαλίνη

Το 1890, ήδη καταβεβλημένος από τη φυματίωση, ο Τσέχοφ ταξιδεύει στη Σαχαλίνη, στο νησί-κάτεργο της τσαρικής Ρωσίας, αποφασισμένος να δει από κοντά και να καταγράψει τα όσα γίνονταν εκεί, να πιάσει το νήμα της ζωής του καταδίκου από εκεί που το άφηνε μια ολόκληρη κοινωνία βυθισμένη στην αδιαφορία. Στη Σαχαλίνη μένει τρεις μήνες και επισκέπτεται σχεδόν όλους τους κρατουμένους, όλες τις υπηρεσίες και τις φυλακές. Τις οδυνηρές εμπειρίες του απ’ το κολαστήριο τις μεταπλάθει σε μια συγκλονιστική αφήγηση, στην οποία οι καρποί της προσωπικής έρευνας διαπλέκονται με μια πληθώρα άλλων πηγών –διηγήσεις, αρχειακό υλικό, επιστημονικές μελέτες κ.ά.
Γράφει ο Τσέχοφ για τους μορφωμένους εξόριστους:
«Τον πρώτο καιρό της άφιξής τους, οι μορφωμένοι μοιάζουν σαστισμένοι και κατάπληκτοι. Είναι άτολμοι και φοβισμένοι. Στην πλειοψηφία τους είναι φτωχοί, αδύναμοι, σαν δαρμένοι, και δεν έχουν μαζί τους τίποτε άλλο εκτός από τον γραφικό τους χαρακτήρα, που συνήθως δεν χρησιμεύει σε τίποτα».
Αλλά γράφει και για τις γυναίκες της Σαχαλίνης, «τα αντικείμενα…»:
«Για τους άντρες που διανυκτερεύουν στη φυλακή και για τους ανύπαντρους στρατιώτες, οι εξόριστες γυναίκες ή αυτές που συγκατοικούν με εξορίστους είναι τα ‘απαραίτητα αντικείμενα’ για την ικανοποίηση των φυσικών αναγκών τους … Ο καθένας διαλέγει… εξετάζει με προσοχή… βρίσκει κάποια νεαρή ή μεγάλη που του «καλαρέσει», κάθεται κοντά της και αρχίζει μια ειλικρινή κουβέντα. Αυτή τον ρωτάει αν έχει σαμοβάρι, τι στέγη έχει στο σπίτι του, αν είναι ξύλινη ή αχυρένια. Της απαντάει ότι έχει… και εκείνη διστακτικά τον ρωτάει:
– Θα με δέρνετε;»
Η Ελένη Κατσιώλη συμβάλλει με τη μετάφρασή της στην κατανόηση του μεγάλου Τσέχοφ. Η Νήσος Σαχαλίνη είναι «μια θαρραλέα καταγγελία της βαρβαρότητας του σωφρονιστικού συστήματος της εποχής, χωρίς κορόνες και ακατάσχετους λυρισμούς, σε ύφος λιτό και τόνους χαμηλούς, με την τραγικότητα και την ωμότητα να εναλλάσσονται με τη γλαφυρότητα, ακόμα και το χιούμορ. Ένα έργο πραγματικό μνημείο ανθρωπισμού».
Ο Ρώσος θεατρικός συγγραφέας και διηγηματογράφος Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχοφ (1860-1904) γεννήθηκε στο Ταγκανρόγκ της Αζοφικής θάλασσας. Το 1879 εισήχθη στην Ιατρική Σχολή της Μόσχας, απ’ την οποία αποφοίτησε το 1884. Υπηρέτησε την επιστήμη του από κοινού με τη λογοτεχνία μέχρι το τέλος της ζωής του. Πέθανε σε ηλικία 44 χρονών χτυπημένος από τη φυματίωση.