Η τρωτότητα ως συνθήκη διαχείρισης
Η τρωτότητα ως συνθήκη & υπόδειγμα άσκησης πολιτικής εγκαλεί τα σώματα, «διατρέχει» το κοινωνικό περιβάλλον, δύναται να μεταβάλλει και τις υλικές συνθήκες ζωής-διαβίωσης. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως η τρωτότητα συνιστά το αντεστραμμένο είδωλο της επισφάλειας, της συμβολικής όσο και πρακτικής αποστέρησης. Το τρωτό σώμα προσδιορίζεται ως τέτοιο.
Η συγκεκριμένη έννοια-πρακτική ως εξουσιαστική πλαισίωση (κρατική εξουσία), «αφηγείται» τεχνικές ρύθμισης εντός σώματος, επαν-ερμηνεύει το χώρο ως πλαίσιο βίου, αποκρυσταλλώνει όψεις του ιδεολογικού: ο άλλος είναι διφυής, είναι ο άλλος ως έτερος (εκτός νόρμας-πλαισιώσεων) και ο δυνητικός «άλλος», ο εν δυνάμει και κατά συνθήκη «επικίνδυνος μουσουλμάνος», φορέας μίας λανθάνουσας ροπής προς την τρομοκρατία.[1] Η λεκτική τομή, η παραγωγή-αναπαραγωγή του λόγου εγγράφεται πάνω στα σώματα ως διαλείπτουσα ή εναλλασσόμενη μνήμη, τομή που απαριθμεί και εγγίζει πρόσωπα-υποκείμενα. Τα τρωτά σώματα καθίστανται «ύλη» η οποία και δύναται να ανα-πλαστεί.
Οι εξουσιαστικές πρακτικές που «κατασκευάζουν», δρουν & εφαρμόζουν επί τρωτών σωμάτων, θέλουν να «ενσαρκώσουν» τη μία οπτική, ένα «καθεστώς αλήθειας» και διάχυσης αυτής της αλήθειας, της μόνης και αληθινής δυνατότητας. Η τρωτότητα ως συνθήκη πολιτικής, το τρωτό σώμα περιέρχονται σε κατάσταση αποστέρησης, έξωσης από το «ζώνη» του πραγματικού.
Όμως, δεν επρόκειτο απλά και μόνο για ένα «καθεστώς αλήθειας» & διαρκούς ανασήμανσης της αλήθειας και της αληθινής πρακτικής, αλλά και για ένα καθεστώς «διάσωσης της τιμής», το οποίο, την στιγμή που διαρρηγνύει προβάλλει και εξωτερικεύει τον κανόνα της πλέριας «διάσωσης»: ενός πολιτισμού και μίας ηθικής δυναμικής εν συγκρίσει, οικείας και ιερής προς και για τους πολλούς. Το τρωτό υποκείμενο ανα-δομείται υπό τους όρους μίας γλωσσικής-ιδεολογικής εξουσίας. Η υλικότητα (μπορεί να γίνει αναφορά και στην τρωτότητα της εργατικής τάξης), του καθίσταται μετέωρη και εσωτερικά δύσκολη. Τα δεδομένα εντός τρωτότητας, αλλάζουν.
Ο σημερινός πρόσφυγας (και τα ασυνόδευτα ανήλικα παιδιά) βιώνει & εσωτερικεύει τις συνέπειες της φυγής και της πολύσημης εξορίας, επιδιώκεται να τεθεί «εκτός εαυτού», όντας πρακτικά τρωτός, εκτός κοινών ευρωπαϊκών συνόρων, (εκτός των τειχών), και, περιχαρακωμένος σε χώρους-πεδία, εκεί όπου ανατέμνεται η μνήμη η δική του και η μνήμη του «από πάνω», εκφράζεται & αποκρυσταλλώνεται η τρωτή ύπαρξη που αποστερείται τα αγαθά της κανονικότητας, λειτουργώντας και ως δέκτης παρεμβολών: φυγάς & λιποτάκτης, δυνάμει επικίνδυνος μουσουλμάνος τρομοκράτης, βιαστής και «εισβολέας» σε ένα κόσμο αξιών και κοινών συνόρων.
Όπως επισημαίνει η Αθηνά Αθανασίου: «Στο πλαίσιο των νεοφιλελεύθερων μορφών του καπιταλισμού- σε συνδυασμό με τις αυστηρότερες πολιτικές ενάντια στους ανθρώπους «χωρίς χαρτιά» και τους λεγόμενους «παράτυπους» μετανάστες- τα σώματα (δηλαδή το «ανθρώπινο κεφάλαιο») γίνονται όλο και περισσότερο αναλώσιμα, καθώς απ-αλλοτριώνονται από την έξαρση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και περιέρχονται σε ένα καθεστώς όπου δεν λογίζονται και κανείς δεν δίνει λόγο γι’ αυτά».[2]
Η βιοπολιτική και η γλώσσα ορίζουν το ιδεατό και το αντίθετο του, το κοινοτικά ορατό, ανασημαίνουν τα σώματα υπό το πρίσμα μίας λελογισμένης ή μη ασφάλειας. Το σώμα του πρόσφυγα/μετανάστη, «συγκροτείται» εκ νέου ως τρωτό, κινητικά επικίνδυνο (ως η ιδεατή κινούμενη «βόμβα»), δύναται να βιώσει την τρωτότητα ως αδυναμία ενός εκ νέου αυτό-καθορισμού. Το «ανθρώπινο κεφάλαιο» εν καιρώ κεφαλαιοκρατικής κρίσης, απαξιώνεται.
Η γλώσσα, η ιδεολογική σκευή, δομούν τον τρωτό-τρωτότητα εμφατικά. Είναι αυτός που πρέπει όχι απλά να πειθαρχήσει αλλά να αρθούν οι σημάνσεις του, που συγκροτείται υποκειμενικά στα πλαίσια της πρακτικής-πολιτικής απελασιμότητας. Οι πρόσφυγες, οι ομοφυλόφιλοι/ες, οι διεμφυλικοί, οι κρισιακά εργαζόμενοι, οι κυνηγημένοι, οι οικονομικοί μετανάστες, συνιστούν μία δομική ιστορία εν χρόνω, εν τω γίγνεσθαι. Σώματα που διαθέτουν την δυνατότητα πολιτικής «μηχάνευσης» τροπικοτήτων δράση, πέρα και ενάντια από τις συνθήκες και τις δομές σύγχρονης κρισιακής κυβερνολογικής.
[wc_divider style=”solid” line=”double” margin_top=”” margin_bottom=””]
[1] Θα μπορούσαμε να εστιάσουμε στην περίπτωση της διαχείρισης του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. Επρόκειτο και για μία διαχείριση που δομείται με όρους σώματος, επανα-τοποθέτησης του, ιδεολογικοποίησης του υπό το πρίσμα του ακανόνιστου, του μη-ρυθμισμένου με βάση τις πρέπουσες αξίες (ηθικές & θρησκευτικές).
[2] Βλέπε σχετικά, Μπάτλερ Τζούντιθ & Αθανασίου Αθηνά, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό’, Μετάφραση: Κιουπκιολής Αλέξανδρος, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα, 2016, σελ. 52-53.