Καλήν ημέραν άρχοντες…
«Καλήν ημέραν (ή εσπέραν ) άρχοντες και αν είναι ορισμός σας…»
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική λέξη «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα, και τα τραγουδούσαν την πρώτη μέρα κάθε μήνα. Στην Αρχαία Ελλάδα ήταν γνωστά με τη λέξη «Ειρεσιώνη». Τα παιδιά τότε κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (και επειδή το μαλλί στην Αρχαία Ελληνική λεγόταν «έριο» έτσι προέκυψε και η ονομασία τους «Ειρεσιώνη»), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων. Το τραγούδι της Ειρεσιώνης της εποχής του Ομήρου, συναντάμε σήμερα με μικρές παραλλαγές στα κάλαντα της Θράκης:
«Στο σπίτι ετούτο πού ‘ρθαμε του πλουσιονοικοκύρη ν’ ανοίξουνε οι πόρτες του να μπει ο πλούτος μέσα να μπει ο πλούτος κι η χαρά κι η ποθητή ειρήνη και να γεμίσουν τα σταμνιά μέλι, κρασί και λάδικι η σκάφη του ζυμώματος με φουσκωτό ζυμάρι».
Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας, συνόδευαν το τραγούδι με κρούση τριγώνου ή τυμπάνου. Σήμερα η βάση, και μάλιστα στους Πόντιους, διασώζεται άθικτη. Τα κάλαντα είναι μια πράξη τελετουργική, η οποία σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη έχει ως αποτέλεσμα την ευημερία. Στα παλιά χρόνια τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, κρατώντας φαναράκια αναμμένα.
Και γιατί τραγουδάμε τα κάλαντα; Για να μεταφέρουμε το μήνυμα. Οι καλεντάρηδες όμως δεν μεταφέρουν απλώς ένα μήνυμα. Λένε και πάρα πολλά παινέματα τόσο για τον αφέντη της οικογένειας μα και για όλα τα υπόλοιπα μέλη της καθώς και για το σπιτικό τους.
Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι ότι οι στίχοι τους που διαμορφώνονται μέσα στους αιώνες από το κοινό λαϊκό αίσθημα διαφέρουν από τόπο σε τόπο. Κάποιοι ωραίοι στίχοι της Καστοριάς λένε «Ώσπου να πας κι ώσπου να ‘ρθεις κι οπίσω να γυρίσεις, οι στράτες ρόδα γιόμισαν, τα μονοπάτια μόσχο».
Και όσο για την αμοιβή μην αγχώνεστε γιατί ποτέ δεν ήταν αυτός ο κύριος λόγος ύπαρξής τους. Οι καλαντιστές δεν εισέπρατταν ξεχωριστά τα φιλοδωρήματά τους μα πάντα όλοι μαζί ως παρέα και στην αρχή έπαιρναν ψωμάκια, κάστανα, καρύδια, μήλα, κυδώνια, κρασί, λουκάνικα και ό,τι άλλο χρειάζεται για το ομαδικό φαγοπότι και το τσιμπούσι που ακολουθούσε. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη χαρά των καλαντιστών, τα κοινά γλέντια, η κοινή διασκέδαση της παρέας.
Καλώς να δεχτούμε τις φωνές των καλαντιστών μας…