Καταστολή, αντί για γενναιότητα
Η ιστορία µε το κατέβασµα της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου δεν είναι µια ιστορία λογοκρισίας, όπως λανθασµένα ερµηνεύτηκε. Η λογοκρισία ασκείται συνήθως προληπτικά.
Εδώ έχουµε να κάνουµε µε κάτι χειρότερο. Είναι δείγµα ότι έχουµε χάσει πολλά (έτσι τα θεωρούσαµε) κεκτηµένα. Θεωρούσαµε κεκτηµένο ότι ένα έργο τέχνης το αποδέχεσαι ή το καταδικάζεις, αφού πρώτα το έχεις δει. Κι όµως, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που πήραν θέση για το θέµα -υπέρ ή κατά- οµολόγησαν πως δεν παρακολούθησαν καν την παράσταση.
Θεωρούσαµε επίσης πως αυτός που απειλεί τη σωµατική ακεραιότητα κάποιου µόνο και µόνο γιατί διαφωνεί µαζί του πολιτικά ή καλλιτεχνικά, είναι συνήθως καταδικαστέος. Κι όµως. Ενώ ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Στάθης Λιβαθινός, αναφέρθηκε ευθέως σε απειλές που τον οδήγησαν στο να κατεβάσει την παράσταση, ουδείς ενοχλήθηκε ή ζήτησε να µάθει κάτι περισσότερο.
Το τρίτο κεκτηµένο είναι πιο ιδιαίτερο. Κάποτε ο πολιτισµός θεωρούνταν προνοµιακό πεδίο πολιτικής για την αριστερά. Η δική µας αριστερά (βάλ’ τε όσα εισαγωγικά θέλετε) διαφωνεί.
Ένα χρόνο τώρα, η πολιτιστική πολιτική της κυβέρνησης εξαντλείται σε προσωπικές αντιπαραθέσεις, αποχωρήσεις στελεχών και ανοίγµατα µετώπων, τα οποία ουδείς είναι σε θέση να κλείσει αναίµακτα. Κάπως έτσι, προτιµήθηκε και στο Εθνικό µια λανθασµένη κίνηση καταστολής, παρά µια γενναία υπεράσπιση της ελευθερίας της τέχνης.