Σκέψεις περί έκπληξης για το αναμενόμενο
Και ξαφνικά ξύπνησες και ενίστασαι παρατηρώ.
Σε αερολογικές αναλύσεις πάνω σε τοίχους ηλεκτρονικά ξύλινους.
Τον βγάζουν απ’ τη φυλακή;
Μα ποιόν το δολοφόνο;
Και πραγματικά εκπλήσεσαι.
Κι εγώ τρομάζω.
Γιατί τον φοβάμαι τον ηθελημένα αδαή.
Ηθελημένα.
Γιατί δεν μπορεί.
Δεν μπορεί να μην ξέρεις.
Δεν μπορεί να μην έμαθες βλέπεις.
Δεν μπορεί να μην αρρωσταίνεις πια στης λέξης δικαιοσύνη το άκουσμα.
Και σε φοβάμαι.
Ναι σε φοβάμαι, άνθρωπε.
Γιατί δεν γίνεται να μην καταλαβαίνεις τώρα πια.
Όλη σου τη ζωή.
Αυτό που σου βάφτισαν μόρφωση, με την προσεκτικά καλοκλαδεμένη ιστορία.
Η επιβεβλημένη πρωινή προσευχή με τα κατεβασμένα μούτρα της σημαίας.
Τα σιδερωμένα πουκάμισα της καλοπλυμένης συνείδησης μιας παρέλασης για το έπος του 40.
Το κουρασμένο βλέμμα του αλβανού συμμαθητή.
Τα διαφορετικά σας πρώτα μεροκάματα.
Το παραφουσκωμένο μπαλόνι της εθνικής υπερηφάνειας που σου φούσκωναν με κάθε τρόπο
Όλες οι μαλακίες που σε τάισαν στο στρατό.
Όλα τα διαστροφικά σκατά για την πατρίδα, το έθνος, τον εχθρό, τη θρησκεία.
Τον πολιτισμικό αυνανισμό μιας αντιμετώπισης της αρχαιότητας στολισμένο τοτεμικές εμμονές.
Ολη τη φοβία για το «άλλο» που σου πέρναγαν με σύριγγα πριν και απ’ το πρώτο σου γάλα.
Όλα όσα έμαθες να θεωρείς φυσιολογικά γιατί ήταν δεδομένα και αναμενόμενα.
Ε, μην τα ισοπεδώνουμε όλα, λες
Όλα αυτά.
Όλα αυτά βρε ηλίθιε
Ποιον νομίζεις ότι εξυπηρετούν;
Μην εκπλήσσεσαι λοιπόν όταν απλά η σαπίλα σου φανερώνει πάλι το μέγεθος της. Εκεί ήταν πάντα. Τόσο εκεί που στην έμαθαν ως κοινή λογική.
Κι εσύ την αποδέχεσαι.
Καληνύχτα.
Τα παραπάνω αποτελούν απλά μια πρώτη αντίδραση στις πρώτες αντιδράσεις για την αποφυλάκιση ρουπακιά.