1984: «Μέρα με τη μέρα και σχεδόν από λεπτό σε λεπτό το παρελθόν γινόταν παρόν»

Στις 8 Ιουνίου 1949 εκδίδεται το «1984» του Τζωρτζ Όργουελ. Ένα δυστοπικό μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στην Ωκεανία, μια χώρα που βρίσκεται κάτω από ένα απολυταρχικό καθεστώς και σε διαρκή πόλεμο, με πανταχού παρούσα την κρατική επιτήρηση και τη δημόσια χειραγώγηση. Το υπερκράτος αυτό, ελέγχεται από την προνομιούχο ελίτ του Εσωτερικού Κόμματος, ενός κόμματος και μιας κυβέρνησης που διώκει την ανεξάρτητη σκέψη ως «έγκλημα σκέψης», το οποίο τιμωρείται και καταστέλλεται από την «Αστυνομία Σκέψης».
Η εγκατεστημένη τυραννία επιτηρείται φαινομενικά από τον Μεγάλο Αδερφό (Big Brother), τον αρχηγό του Κόμματος που απολαμβάνει μια έντονη λατρεία, αλλά που μπορεί και να μην υπάρχει καν.
«Ο Μεγάλος Αδερφός είναι αλάθητος και παντοδύναμος. Κάθε επιτυχία, κάθε πραγματοποίηση, κάθε νίκη, κάθε επιστημονική ανακάλυψη κάθε γνώση, κάθε σοφία, ευτυχία, αρετή, θεωρείται ότι πηγάζει κατ’ ευθείαν από τη διοίκηση και την έμπνευσή του. Κανείς δεν έχει δει ποτέ το Μεγάλο Αδερφό. Είναι ένα πρόσωπο στις εφημερίδες, μια φωνή στην Τηλεοθόνη.»
Ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος Γουίνστον Σμιθ, εργάζεται για το Υπουργείο Αλήθειας, το οποίο είναι υπεύθυνο για την προπαγάνδα και την ιστορική αναθεώρηση. Η δουλειά του είναι να ξαναγράψει τα άρθρα των παλαιότερων εφημερίδων, έτσι ώστε το ιστορικό αρχείο να υποστηρίζει πάντα τη γραμμή του κόμματος. Ο Σμιθ είναι επιμελής και επιδέξιος εργαζόμενος, αλλά μισεί μυστικά το κόμμα και κάνει όνειρα εξέγερσης κατά του Μεγάλου Αδερφού. Η ηρωίδα του μυθιστορήματος Julia βασίζεται στη δεύτερη σύζυγο του Όργουελ τη Σόνια Όργουελ.
Ο Όργουελ ξεκινά να δουλεύει το έργο του, ως προσχέδιο μιας διατριβής, από το 1944, αναλύοντας κυρίως τις συνέπειες της διαίρεσης του κόσμου σε Ζώνες επιρροής που είχε προκαλέσει η Διάσκεψη της Τεχεράνης και τρία χρόνια αργότερα έχοντας ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος αυτής της διατριβής παρά τη φυματίωση που τον ταλαιπωρούσε, στέλνει στις 4 Δεκεμβρίου 1948, το τελικό χειρόγραφό του στον εκδοτικό οίκο Secker – Warburg.
Ο αρχικός τίτλος του βιβλίου ήταν «Ο τελευταίος άνθρωπος στην Ευρώπη» αλλά με επιστολή του στον εκδότη του Fredric Warburg, ο Όργουελ εξέφρασε τους δισταγμούς του για τον τίτλο, προτείνοντας τον πιο εμπορικό τίτλο «1984». Στην εισαγωγή της έκδοσης “Penguin Books Modern Classics” του «1984», αναφέρεται πως ο Όργουελ αρχικά είχε ονομάσει το μυθιστόρημα «1980» αλλά αργότερα μετατόπισε την ημερομηνία του τίτλου σε 1982 και έπειτα σε 1984. Ο τελικός τίτλος φαίνεται να είναι αναριθμητισμός του 1948, της χρονολογίας που ουσιαστικά γράφτηκε το μυθιστόρημα. Το «1984» μεταφράστηκε σε εξήντα πέντε γλώσσες, περισσότερο από κάθε άλλο αγγλικό μυθιστόρημα της εποχής, ενώ μεταφέρθηκε τόσο στη μεγάλη οθόνη όσο και σε θεατρικές παραστάσεις αλλά και στην όπερα.
Με την πάροδο των χρόνων το «1984» αρχίζει να παίρνει τη διάσταση του «προφητικού». Πολλοί από τους όρους και τις έννοιές του όπως «Μεγάλος Αδερφός», «Έγκλημα Σκέψης», «Δωμάτιο 101», «Αστυνομία σκέψης» αλλά και το ίδιο το επίθετο του συγγραφέα, συχνά χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν τον έλεγχο, τη χειραγώγηση, την επιβολή του κράτους και την εξουσία. Δεν ήταν όμως κάποιου είδους προφητικού ή άλλου χαρίσματος που ώθησε τον Όργουελ να γράψει αυτό το σπουδαίο μυθιστόρημα. Η παρατήρηση του κόσμου και τα αναλυτικά του εργαλεία, του επέτρεψαν να αποδώσει σε αυτό το έργο την προσπάθεια ελέγχου και επιβολής στον κόσμο από την εξουσία. Σε μια διεσταλμένη μορφή όσα πρωτόλεια έδειχναν να ξεκινούν το 1948, αποδόθηκαν στο έργο εν είδη υπερβολής, μόνο που με το πέρασμα των χρόνων, την ανάπτυξη της τεχνολογίας και τις νέες δυνατότητες ελέγχου έρχονται χρόνο με το χρόνο να επιβεβαιωθούν ολοένα και περισσότερο.
«4 Απριλίου 1984. Χθες βράδυ στο σινεμά. Όλο πολεμικά έργα ένα πολύ καλό έδειχνε ένα πλοίο γεμάτο πρόσφυγες που βομβαρδίζονταν κάπου στη Μεσόγειο.» Ήταν η πρώτη εγγραφή στο απαγορευμένο ημερολόγιο του Γουίνστον Σμιθ και η ανατριχιαστική ομοιότητα με το σήμερα, δεν είναι παρά μόνο μια από τις χαρακτηριστικές ομοιότητες του κατά τ’ άλλα «επιστημονικής φαντασίας» μυθιστορήματος.
Το Υπουργείο Αγάπης, το Υπουργείο Αφθονίας, το Υπουργείο Ειρήνης, το Υπουργείο Αλήθειας είναι η ανεστραμμένη νοηματοδότηση του λόγου, που όχι λίγες φορές επιχειρείται και σήμερα. Αλλά και η καθαυτή αλλαγή ονομάτων των υπουργείων για να γίνουν «προσφιλέστερα» στον πολίτη, δεν απέχουν και πολύ από το «1984». Κάμερες παρακολούθησης, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οθόνες που προβάλουν το κυρίαρχο, καταγραφή της Σκέψης, Γκουαντανάμο και «Θάλαμος 101», Σωφρονισμός και «Θεραπεία», δείχνουν μια σχεδόν προδιαγεγραμμένη πορεία της ανθρωπότητας.
«Κοίταξε το τεράστιο πρόσωπο. Του χρειάστηκαν σαράντα χρόνια για να μάθει τι είδους χαμόγελο κρυβόταν πίσω απ’ το μαύρο μουστάκι. Ω, σκληρή, ανώφελη παρεξήγηση. Ω, πεισματάρη που εξορίστηκες με τη θέλησή σου από την πατρική αγκαλιά! Δυο δάκρυα που μύριζαν τζιν κύλησαν στα πλάγια της μύτης του. Αλλά όλα ήταν εντάξει, όλα πήγαιναν καλά, ο αγώνας είχε τελειώσει. Είχε κερδίσει τη μάχη με τον εαυτό του. ΑΓΑΠΟΥΣΕ το Μεγάλο Αδερφό».
Και αν το «1984» ήταν μια φωνή προειδοποίησης για την εποχή του, η ανθρωπότητα δεν κατάφερε να ξεφύγει από τη σηματοδοτημένη οδό αυτής της δυστοπίας.
«Τα παιδιά συστηματικά μεταβάλλονταν σε μικρούς αγρίους, που δεν μπορούσε να δαμάσει κανείς. Κι όμως αυτό δεν τους δημιουργούσε καμιά διάθεση να επαναστατήσουν ενάντια στην πειθαρχία του Κόμματος. Απεναντίας, ελάτρευαν το Κόμμα και κάθε τι που είχε σχέση με αυτό».
Για τον Όργουελ το «1984» ήταν το μέλλον, σήμερα είναι παρελθόν και κάπου ενδιάμεσα αιωρείται ένα πανομοιότυπο δυστοπικό παρόν. Τίποτα περισσότερο δηλαδή από τη φράση που συνοψίζει τη δουλειά του Γουίνστον στο βιβλίο: «Μέρα με τη μέρα και σχεδόν από λεπτό σε λεπτό το παρελθόν γινόταν παρόν».
Η φωτογραφία είναι από το εξώφυλλο του «1984» (Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, 1978), σε εικονογράφηση Δ. Ταλαγάνη.