25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – “Ο επιούσιος”: Η ζοφερή πραγματικότητα στις δυτικοευρωπαϊκές βιομηχανίες παραγωγής τροφίμων

“Ο επιούσιος” (Unser täglich brot / Our daily bread).
Σκηνοθεσία: Νίκολαους Γκεϊρχάλτερ.
Ντοκιμαντέρ παραγωγής Αυστρίας, 2005.
Ένας εργάτης ρίχνει νερό για να ξεπλύνει τα αίματα σ’ έναν ατελείωτο διάδρομο. Δεξιά κι αριστερά του κρέμονται παραταγμένα σώματα αγελάδων, τεράστιο το μέγεθός τους, τεράστιος ο αριθμός τους.
Οι εργάτριες γεμίζουν τη χούφτα τους με κοτοπουλάκια που ξερνιούνται από τον σωλήνα σαν να ‘ναι παιχνίδια, τα πιάνουν σαν να ‘ναι άψυχα και τα πετάνε σ’ ένα καλάθι. Που και που ρίχνουν μερικά σ’ ένα άλλο καλάθι πιο χαμηλά, μάλλον σαν ελαττωματικά, μετά από ακαριαία εξεταστική ματιά- βάσει της εμπειρίας τους ή επειδή οι στόχοι της παραγωγής επιτάσσουν την απόρριψη λόγω της παραμικρής αμφιβολίας; Ακούμε τις κραυγούλες από τα ζώα, καταλαβαίνουμε ότι εκφράζουν φόβο αλλά η αίσθησή μας αποδυναμώνεται καθώς αναμειγνύονται με το μονότονο βουητό των μηχανημάτων.
Απίστευτα μυώδεις ταύροι, το σώμα τους είναι σαν ανάγλυφο (σαν μποντυμπιλντεράδες, όπως είπε ένας φίλος), στήνονται διεγερμένοι πίσω από αγελάδες, έτοιμοι να τις γονιμοποιήσουν. Δύο εργάτες συλλέγουν το σπέρμα τους σ’ ένα δοχείο, πριν τη διείσδυσή τους. Ένας υπάλληλος του επιστημονικού προσωπικού παρατηρεί τις οθόνες υπολογιστών. Λίγο μετά, η αγελάδα στέκεται όρθια και ακίνητη και με μια μεγάλη καισαρική τομή, της παίρνουν ένα μεγάλο μοσχαράκι.
Τα νεογέννητα χοιρίδια ευνουχίζονται, δεν φαίνεται να γίνεται χρήση αναισθησίας ή αναλγησίας. Οι κραυγούλες πόνου τους ίσα που φτάνουν ως τα αυτιά μας. Διαβάζουμε στο διαδίκτυο ότι η απουσία σπερματικών αδένων τους επιδρά στη ταχεία αύξηση βάρους, κάνοντάς τους πιο ”ήρεμους” και το κρέας τους πιο μαλακό χωρίς τη χαρακτηριστική δυσάρεστη οσμή των μη ευνουχισμένων αρσενικών. Μεγάλα σφαγεία, μεγάλα εργοστάσια μαζικής παραγωγής, αμέτρητα τα ζώα που διαβιούν εκεί. Πόσο προλαβαίνουν να ζήσουν, ποια είναι η ποιότητα της ζωής τους; Σαν ένα σύγχρονο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου κρατούμενοι είναι ζώα.
Ένας εργάτης ντυμένος με λευκή προστατευτική στολή, με το κεφάλι του καλυμμένο με σκάφανδρο, σαν να βρίσκεται σε πλανήτη με ραδιενεργή ατμόσφαιρα, ψεκάζει σταθερά ατελείωτες σειρές από ηλιοτρόπια, ντομάτες, αγγούρια. Στο επόμενο πλάνο, εργάτες (μετανάστες από ασιατικές χώρες, κυρίως) θερίζουν τα σκουρόχρωμα πια ηλιοτρόπια, τις στρογγυλές, ογκώδεις, ομοιόμορφες ντομάτες και τα χοντρά, μεγάλα, ομοιόμορφα αγγούρια. Όταν τελειώσει η συγκομιδή, το έδαφος μοιάζει σαν άγονη γη. Υψηλής τεχνολογίας καλλιέργειες με υπερσύγχρονα μηχανήματα και τόνους παρασιτοκτόνων πετυχαίνουν μεγάλο όγκο παραγωγής, μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας των εδαφών, μεγιστοποίηση των κερδών, μείωση των τιμών για τους καταναλωτές.
Μια σχεδόν τελετουργική σύνθεση νηφάλιων, στατικών πλάνων που μεταδίδουν το ζοφερό της πραγματικότητας σε διάφορες βιομηχανίες παραγωγής τροφίμων και χώρες της δυτικής Ευρώπης (που δεν κατονομάζονται). Μια κλινική ατμόσφαιρα όπου κάθε πλάνο βαθαίνει ανεπαίσθητα μέσα μας ένα αίσθημα πνιγμού- είναι χαρακτηριστικό ότι στην ταινία δεν υπάρχει voice-over σχολιασμός, συνεντεύξεις ή μουσική επένδυση παρά μόνο ο ήχος των μηχανημάτων και οι ελάχιστοι διάλογοι ανάμεσα στους εργάτες, στο εργοστάσιο ή έξω απ’ αυτό.
Ανέκφραστα τα πρόσωπα των εργατών, όλα θαρρείς ανέκφραστα με την ίδια έλλειψη έκφρασης. Τρώνε είτε μόνοι τους στα διαλείμματα είτε σε παρέες- συμφέρει οικονομικά το φαγητό της επιχείρησης που, προφανώς, συνίσταται από τα δικά της προϊόντα. Οι φωνές τους είναι ήρεμες, χαμηλές, δεν γελάνε, άραγε είναι ευγενικοί ή αποστραγγισμένοι συναισθηματικά; Οι διάλογοι δεν μεταφράζονται, έχουμε την αίσθηση ότι μιλάνε μηχανικά πια, από μια ανθρώπινη συνήθεια χιλιετιών που δεν ξεχνιέται, μια ανάμνηση όπου κάποτε μιλώντας μ’ έναν άλλον άνθρωπο, σήμαινε την επιθυμία και την ανάγκη να εκφραστούν συναισθήματα και σκέψεις. Θαρρείς ότι οι κινήσεις τους, η μονότονη χροιά της φωνής τους, η ίδια τους η ύπαρξη, έχουν συντονιστεί με τις μηχανές που δουλεύουν κάθε μέρα- είναι ο άνθρωπος που χειρίζεται τα μηχανήματα ή έχει γίνει η συνέχεια της λειτουργίας τους; Αποξένωση από τους άλλους και τον εαυτό στο αχανές, όπως κινηματογραφείται, σύγχρονο εργοστάσιο. Διαρκής, επαναληπτική, σιωπηλή, έντονη εργασία, σταδιακή, ύπουλη η αποευαισθητοποίηση, η απομύζηση όχι μόνο της ενέργειας, επιπλέον της ανθρώπινης ψυχής. Μάτια αδιαπέραστα, άραγε έχουν πια φτάσει σε μια κατάσταση αδιατάρακτης αδιαφορίας, έχουν αποδεχτεί ότι υπόκεινται μια αναπότρεπτη μοίρα; Ο αθόρυβος πυροβολισμός στο κεφάλι των αγελάδων, το βλέμμα των ζώων καθώς αδειάζει από ζωή, το άνοιγμα των πτωμάτων ώστε να βγουν τα εντόσθια και τα σπλάχνα, το αίμα που ξεχύνεται ορμητικά, θαρρείς ότι πρέπει να βγει και η ψυχή τους ώστε να καταναλωθούν ακόμα πιο ευχάριστα, πιο γευστικά από τον άνθρωπο, όχι πια μόνο καλύπτοντας τις ανάγκες του, επιπλέον νιώθοντας μια ηδονή κυριαρχίας στο ζωικό βασίλειο. Ένας εργάτης ξεπλένει τη λευκή στολή του συναδέλφου του από τα αίματα ενώ δίπλα, χύνεται ποτάμι το αίμα από το νεκρό σώμα της αγελάδας. Όλα είναι μια συνήθεια, μια καθημερινότητα, “κοιτάζω τη δουλειά μου”, η υποταγή που ονομάζεται “συμβολή στους στόχους της παραγωγικότητας” και “επιδίωξη μιας μεγαλύτερης αμοιβής”.
Αναρωτιόμαστε πως αλλιώς θα μπορούσε να τραφεί όλος αυτός ο αστικοποιημένος πληθυσμός που έχει αποκοπεί από την παραγωγή της τροφής του, έχοντας καταστήσει αμετάκλητο παρελθόν εκείνη την εποχή όπου όλοι συμμετείχαν στην εξασφάλισή της; Πως μπορεί να ανατραπεί η συγκέντρωση της παραγωγής σ’ αυτές τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις και η εξάρτηση της πλειονότητάς μας απ’ αυτούς τους λίγους- σε καταφανή αντίθεση με τη διακήρυξη τους ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής της τροφής θα εξαλείψει την πείνα στη γη; (σε παλιότερη συνέντευξή του, ο Γκεϊρχάλτερ έχει δηλώσει ότι ήταν εύκολη η λήψη άδειας από ορισμένες επιχειρήσεις για να κινηματογραφήσει τη γραμμή παραγωγής τους καθώς ήταν περήφανες για τις καινοτομίες και τις διαδικασίες επεξεργασίας τους ενώ, αντίθετα, ορισμένες άλλες επιχειρήσεις φοβήθηκαν την αρνητική δημοσιότητα εξαιτίας των εικόνων που θα προβάλλονταν).
Και, άραγε, μπορεί μια τέτοια σύγχρονη εργατική τάξη, μ’ αυτά τα χαρακτηριστικά που απεικονίζονται, να πρωτοστατήσει ως κοινωνική δύναμη στη διαδικασία ανατροπής του καπιταλισμού; Δεν έχει αποδυναμωθεί η δυνητική επαναστατικότητά της; Το αντικείμενο εργασίας δεν παίζει ρόλο παρά μόνο η ιδιότητα του εργάτη; Είναι δυνατόν το αίτημα για έναν άλλον, καλύτερο κόσμο να περιστρέφεται να αναφέρεται μόνο (ή, κυρίως) στην ταξική πάλη, την κατοχή των μέσων παραγωγής και την εξάλειψη της οικονομικής ισότητας; Είναι δυνατόν κάθε επαναστατικό αίτημα να μην είναι ταυτόχρονα οικολογικό;
Είναι πάντα ένα σοκ να βλέπουμε πως παράγεται η τροφή μας στα μεγάλα εργοστάσια και, μάλιστα, μ’ αυτόν τον τρόπο. Ο σκηνοθέτης μας είπε ότι ήθελε μόνο να θέσει ερωτήματα κι όχι να προκαλέσει σκάνδαλο κι ότι μετά απ’ όλα αυτά τα χρόνια, εξακολουθεί να μην έχει απαντήσεις. Σ’ αυτήν την ταινία, του 2005, δεν ηθικολογεί παρά καταγράφει την πραγματικότητα, αφήνοντάς μας τη διερεύνηση των απαντήσεων, να προβληματιστούμε για τη διατροφή μας, τον ίδιο τον τρόπο ζωής μας. Οι εικόνες του, η ατμόσφαιρά του, χαράσσονται στη μνήμη μας.
Το ντοκιμαντέρ “Ο επιούσιος” το είδαμε στο 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Αφιέρωμα στον Ν.Γκεϊρχάλτερ. Πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ και το πρόγραμμα προβολών του μπορείτε να βρείτε εδώ.