tetartopress

25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – “Titicut follies”: Ο Σάλος για τα ψυχιατρικά ιδρύματα των ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60


“Titicut follies”.
Σκηνοθεσία: Φρέντερικ Γουάιζμαν.
Ντοκιμαντέρ παραγωγής ΗΠΑ, 1967.

Ο Βλάντιμιρ, τρόφιμος στο ίδρυμα Bridgewater στην πολιτεία της Μασαχουσέτης των ΗΠΑ, διαμαρτύρεται ότι αισθάνεται όλο και χειρότερα από τη φαρμακευτική αγωγή που του χορηγείται και ότι όσο χειροτερεύει, τόσο οι γιατροί αυξάνουν τις δόσεις, θεωρώντας το αναγκαίο για την ψυχική διαταραχή (“mental illness”) από την οποία πιστεύουν ότι πάσχει. Ο εγκλωβισμένος σ’ έναν φαύλο κύκλο Βλαντιμίρ (με σοβιετικές ρίζες, άραγε;- κρίνοντας από το όνομα και την προφορά των αγγλικών του) ζητά να επιστρέψει στη φυλακή για να εκτίσει την ποινή του αντί να γίνεται πειραματόζωο στο ίδρυμα.

Ένας άλλος τρόφιμος λέει ότι πρέπει να είμαστε όλοι κομμουνιστές καθώς η ρίζα της λέξης βρίσκεται στη λέξη “community” (κοινότητα). Στη συνέχεια, αναφέρεται στο δίκαιο του αγώνα των Βιετναμέζων και στη διαδοχή της Γαλλίας από τις ΗΠΑ στον ρόλο της αποικιοκρατικής δύναμης σε εκείνη την περιοχή.

Ο ηλικιωμένος Τζιμ χλευάζεται από τους φύλακες καθώς, δεμένος πάνω στην καρέκλα, τον ξυρίζει ο μπαρμπέρης του ιδρύματος με απότομες κι απρόσεκτες κινήσεις, γεμίζοντας το πρόσωπό του με κοψίματα. Τον αφήνουν γυμνό στο δωμάτιό του κι εκείνος κρύβει τα γεννητικά του όργανα- βλέποντας κι άλλους γυμνούς τρόφιμους, αντιλαμβανόμαστε ότι το ίδρυμα δεν φρόντιζε πάντα ώστε να έχουν ρούχα. Ο Τζιμ ξεσπά μέσα στο κελί του, φωνάζει, χτυπά δυνατά τα πόδια του στο πάτωμα- όπερ έδει δείξαι: κάθε νέα αξιολόγηση της κατάστασής του θα οδηγεί σε μια  αυξανόμενη δόση φαρμάκων.

Ένας άλλος ηλικιωμένος τρόφιμος, χωρίς ρούχα κι αυτός, σκελετωμένος καθώς αρνείται να τρώει, προφανώς διαμαρτυρόμενος για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης, υπόκειται σε αναγκαστική σίτιση μ’ έναν μακρύ σωλήνα που εισάγεται στη μύτη του: ο σωλήνας λιπαίνεται με λίπος και ο γιατρός που διεκπεραιώνει τη διαδικασία, καπνίζει ακριβώς πάνω από το χωνί αδιαφορώντας για τον κίνδυνο να πέσουν οι στάχτες μέσα του. Στη σειρά αυτών των πλάνων, παρεμβάλλονται πλάνα από την προετοιμασία της κηδείας του τροφίμου…


Αυτό το βασανιστικό στη θέαση ντοκιμαντέρ γυρίστηκε εκείνη την γόνιμα ταραγμένη παγκοσμίως δεκαετία του 1960. Στις ΗΠΑ, ήταν η εποχή των χίπις, της σεξουαλικής απελευθέρωσης, της ροκ μουσικής, της κυοφορίας του Γούντστοκ, η εποχή των διεκδικήσεων για πολιτικά δικαιώματα, των διαδηλώσεων ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ. Στο δημόσιο ίδρυμα Bridgewater Massachusetts State Correctional Institution, όμως, δεν έφτανε ούτε ο απόηχος αυτών των συγκλονιστικών γεγονότων καθώς η διεύθυνσή του από την Υπηρεσία Σωφρονισμού (“Department of Corrections”)- κι όχι από την Υπηρεσία Ψυχικής Υγείας (“Department of Mental Health”)- βασιζόταν σε μεθόδους καταστολής των συμπτωμάτων χωρίς διερεύνηση των αιτίων, ανάγοντας κάθε περίπτωση στην ατομική ψυχοπαθολογία των έγκλειστων για διανοητικές διαταραχές και υστερήσεις, και σεξουαλικές κακοποιήσεις. Η ταινία ανοίγει και κλείνει με μια μουσικοχορευτική παράσταση στο ίδρυμα όπου συμμετέχουν τρόφιμοι και αξιωματικοί, οργανωμένη με σκοπό να προβαλλόταν η εικόνα της αρμονικής συνεργασίας τους και της αποτελεσματικότητας των θεραπειών. Στην εναρκτήρια σεκάνς με τα κοντινά στα πρόσωπα, διαισθανόμαστε μια απόκρυψη και στην τελική, έχουμε πια τη βεβαιότητα της σκληρής πραγματικότητας (ο τίτλος της ταινίας είναι η ονομασία αυτής της παράστασης, όπου “Titicut” είναι το όνομα του κοντινού ποταμού Taunton σε μία τοπική διάλεκτο).

Οι πρώτες προβολές προκάλεσαν μεγάλη αναταραχή. Η πολιτεία της Μασσαχουσέτης προσπάθησε ν’ απαγορεύσει την προβολή της πριν το φεστιβάλ της Νέας Υόρκης του 1967, με την αιτιολογία της “παραβίασης της ιδιωτικότητας και της αξιοπρέπειας των ασθενών” και της παραβίασης από τον σκηνοθέτη μιας προφορικής συμφωνίας ανάμεσά τους ότι η πολιτεία θα είχε τον έλεγχο του μοντάζ. Ωστόσο, ο Γουάιζμαν είχε λάβει άδειες από την αρμόδια υπηρεσία επιθεώρησης του ιδρύματος και των φυλάκων των ασθενών, οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι επιτηρούσαν διαρκώς το υλικό του με προφανή σκοπό ν’ αποφευγόταν κάθε δυσφήμιση του ιδρύματος και του κρατικού σωφρονιστικού συστήματος, και, όπως έχει δηλώσει ο σκηνοθέτης, αφ’ ενός είχε αποσαφηνίσει εξαρχής το είδος της ταινίας που θα γύριζε (όπου, βέβαια, συμπεριλαμβανόταν το μοντάρισμα του συλλεχθέντος υλικού) κι αφ’ ετέρου, κανένας τρόφιμος ή συγγενής του δεν παραπονέθηκε εκ των υστέρων. Το 1968, το Ανώτατο Δικαστήριο της Μασσαχουσέτης απαγόρευσε τις προβολές και το 1969, μετά από προσφυγή του Γουάιζμαν, επιτράπηκαν οι προβολές μόνο σε γιατρούς, δικηγόρους, δικαστές, επαγγελματίες της υγείας κι εργάτες και φοιτητές σε ανάλογα πεδία. Το 1987, οι οικογένειες επτά τροφίμων μήνυσαν το ίδρυμα και την πολιτεία ως υπεύθυνους για τους θανάτους των συγγενών τους (ένας δικηγόρος ανέφερε ότι ένας τρόφιμος είχε πεθάνει εξαιτίας τεράστιων ποσοτήτων ψυχοφαρμάκων) και το 1991  επιτράπηκε η δημόσια προβολή της ταινίας, σοκάροντας την επιστημονική κοινότητα και την κοινή γνώμη ενώ οι ψυχίατροι και οι φύλακες του ιδρύματος δήλωσαν ότι αισθάνθηκαν ντροπή για τη συμπεριφορά τους έστω κι αν τότε δρούσαν βάσει των πρωτοκόλλων (“Όλοι συμπεριφερόμαστε όπως κρίνουμε ότι είναι σωστό στις εκάστοτε συνθήκες. Αγνοούμε τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς και των λόγων μας. Είναι ένας από τους λόγους που κάνω τις ταινίες μου”, έχει δηλώσει ο Γουάιζμαν).

Η ταινία στοχεύει στη σύλληψη της πραγματικότητας την ώρα που συμβαίνει και στην αντικειμενική απεικόνισή της. Ο Γουάιζμαν αποφεύγει τον ακριβή χαρακτηρισμό του έργου του, είναι ορισμένες φορές μόνο που το έχει περιγράψει ως “μυθοπλασία της πραγματικότητας” (“reality fiction”). Οι εικόνες του επιχειρούν να μας καταστήσουν μάρτυρες της πραγματικότητας, θαρρείς για να “εξασφαλίσει ότι κανείς δεν θα μπορεί να πει: “δεν γνώριζα” (όπως είχε ορίσει τον σκοπό του δικού του έργου ο Γιάννης Μπεχράκης). Ανυπόφορες οι εικόνες πολλές φορές, αισθανόμαστε, ωστόσο, την  ανθρωπιστική ματιά του Γουάιζμαν. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή με τον Τζιμ όπου η κάμερα εξακολουθεί να τον παρατηρεί ακόμα κι όταν οι φύλακες τον έχουν αφήσει μόνο και γυμνό στο δωμάτιό του καθώς αναρωτιόμαστε αν όντως παραβιάζεται η ιδιωτικότητά του από τον σκηνοθέτη (έστω κι αν εκείνη την εποχή δεν υπήρχε νομική προστασία της), ένας άνθρωπος γυμνός εξωτερικά και απογυμνωμένος εσωτερικά, ζώντας στις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης ενός ιδρύματος που στο όνομα της θεραπείας και της επανένταξης, τιμωρούσε εξευτελίζοντας την ανθρώπινη υπόσταση: θαρρείς ότι ο Γουάιζμαν δεν ήθελε τον θεατή ν’ ανακουφιζόταν μετά τις εικόνες της κακοποίησης του Τζιμ στρέφοντας τη ματιά του σ’ έναν άλλον τρόφιμο, σαν να ήταν αναγκαίο για τον θεατή να μην είχε δυνατότητα διαφυγής απ’ αυτό που έπρεπε οπωσδήποτε να δει και να μάθει για την κατάσταση σ’ αυτά τα ιδρύματα. Ο μεγάλος θόρυβος που προκλήθηκε από την ταινία και η συμβολή της στη βελτίωση των συνθηκών σ’ αυτά τα ιδρύματα των ΗΠΑ δικαιώνουν το αποτέλεσμα- και το θέμα της παραμένει επίκαιρο στις κοινωνίες του αυταρχισμού και της καταστολής.

Το ντοκιμαντέρ “Titicut follies” το είδαμε στο 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Τμήμα: Η τέχνη της πραγματικότητας: Πέρα από την παρατήρηση. Πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ και το πρόγραμμα προβολών του μπορείτε να βρείτε εδώ.

 
 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 
 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

 
«Νώε» - Παρουσίαση του βιβλίου του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη στην Πάτρα

«Νώε» – Παρουσίαση του βιβλίου του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη στην Πάτρα

Οι εκδόσεις Κίχλη και το βιβλιοπωλείο Πίξελ Books μας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη «Νώε» την Τετάρτη ...
Ρέα Γαλανάκη «Πού ζει ο λύκος;»

Ρέα Γαλανάκη «Πού ζει ο λύκος;»

Είναι λεπτή, σχεδόν αόρατη, η γραμμή που μετατρέπει εντός μας ένα σημαντικό βίωμα σε ιστορικό γεγονός. Χωρίς να την ενδιαφέρει ...
Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης «Το χιόνι των Αγράφων»

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης «Το χιόνι των Αγράφων»

Κυκλοφορεί η τέταρτη έκδοση του μυθιστορήματος του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη «Το χιόνι των Αγράφων», ενός βιβλίου που επαινέθηκε από την κριτική, ...
«Μπρανκαλεόνε» - Νέο άλμπουμ από τον Παύλο Παυλίδη

«Μπρανκαλεόνε» – Νέο άλμπουμ από τον Παύλο Παυλίδη

«Ο μάγος Μπρανκαλεόνε θα μπορούσε να είναι κάποιο φανταστικό πρόσωπο. Όμως είναι απολύτως υπαρκτό. Πρόκειται για τον αγαπημένο μου φίλο ...

Σχετικά με τον αρθρογράφο:

Έχει γράψει 202 Άρθρα

Εκείνες τις ατέλειωτες ελεύθερες ώρες των φοιτητικών χρόνων στην δεκαετία του '80, η ανάγκη για τη διαμόρφωση μιας προσωπικής ταυτότητας, να ξέρεις τουλάχιστον ποιος δεν είσαι, βρήκε καταφύγιο στην κινηματογραφοφιλία, στα διαβάσματα των κριτικών για ταινίες και στις συζητήσεις γύρω απ' αυτές. Με τα χρόνια, μετά από ναρκισσισμούς κι επιδείξεις, αυτό που μένει στο τέλος είναι το να είσαι επιτέλους ανοιχτός στο να μαθαίνεις διαρκώς τι σ' αρέσει, τι δεν σ' αρέσει, τι παύει να σ' αρέσει και τι αρχίζει να σ' αρέσει. Έτσι, ταυτόχρονα, είναι δυνατό επιτέλους, να μπορείς να δεχθείς τι αρέσει και τι δεν αρέσει και στον άλλον. Ο κινηματογράφος είναι σαν ένα δεύτερο σπίτι που μπορεί να χωράει όλο και πιο πολλούς. | [email protected]

RELATED ARTICLES

Back to Top