«Δον Κιχώτης, Βιβλίο 2ο, Κεφ. 23ο» – Κάθοδος στον κόσμο των αισθήσεων, των συμβολισμών και των νοημάτων
Όταν κατέβηκε ο Δον Κιχώτης στην σπηλιά ο χρόνος σταμάτησε. Έμεινε εκεί τρεις ημέρες, ενώ ο Σάντσο τον πληροφόρησε πως απλά είχε αποκοιμηθεί μια ώρα. Στην κάθοδό του στην σπηλιά αντικρίζει παιδιά, παιδιά που παίζουν, παιδιά που αθώα δέχονται μια πινελιά της πραγματικότητας, στον ονειρικό παιδικό τους κόσμο. Την πινελιά αυτή, τον ξενόφερτο Δον Κιχώτη τον κάνουν έναν από αυτά, ένα παιδί που πλέον συμμετέχει στο παιχνίδι τους. Για το παιχνίδι αυτό μας προϊδεάζει η φράση “Homo Ludens” που αποτυπώνεται πάνω σε οθόνη. Το “Homo Ludens”, βιβλίο που έγραψε το 1938 ο Ολλανδός πολιτιστικός θεωρητής Johan Huizinga, αναφέρει μεταξύ άλλων τη σημασία του παιχνιδιού σαν προϋπόθεση της δημιουργίας του πολιτισμού.
Η παράσταση «Δον Κιχώτης, Βιβλίο 2ο, Κεφ. 23ο» που παρακολουθήσαμε στο Συνεδριακό Κέντρο του Πανεπιστημίου Πατρών, από το Rēs Ratio Network σε σκηνοθεσία Έφης Μπίρμπα μας οδήγησε σε ένα κόσμο ονειρικό. Σε μια performance σωματικού θεάτρου οι Άρης Σερβετάλης, Αχιλλέας Χαρίσκος, Ιωάννα Τουμπακάρη, Αλέξανδρος Βαρδάξογλου, Σοφία Γεωργοβασίλη, Δάφνη Αντωνιάδου και Κυριάκος Σαλής παρουσιάζουν μια παράσταση σουρεαλιστική. Μια μίξη από μεταμοντέρνο θέατρο, θέατρο του παραλόγου, υπερρεαλισμό και αποστασιοποίηση, όχι άναρχα μοιρασμένα, αλλά συζευγμένα έτσι ώστε, ο θεατής να οδηγηθεί σε κριτική σκέψη. Ίχνη νοημάτων υπάρχουν σε κάθε σκηνή· χαρακτηριστική είναι αυτή που κατά την διάρκεια της αναπήδησης μέσα στη φανταστική θάλασσα, κάθε ένα από τα επτά άτομα στη σκηνή κάνουν κάτι διαφορετικό. Η γλώσσα που ακούγεται είναι τα γερμανικά, εκμαιεύοντας έτσι από τον γερμανικό ιδεαλισμό του Σοπενχάουερ την ορμή της σκέψης, δημιουργώντας γέφυρα με τον Υπεράνθρωπο του Νίτσε και καταλήγοντας στον τρίτο Γερμανό τον Μπρεχτ όπου δημιουργείται η κατάλληλη αποστασιοποίηση, καλώντας μας να ανακαλύψουμε σε σκηνές «μοντάζ», τα όποια νοήματα.
Στη σκηνή, εκφρασμένη σε ένα σουρεαλιστικό περιβάλλον, παρακολουθούμε τους επτά ηθοποιούς να δρουν σαν να βρίσκονται σε θάλασσα, σαν να βρίσκονται σε βατήρα και να πηδούν ανάποδα προς τη γη, ενώ ο ίδιος βατήρας τροποποιείται σε τραμπάλα. Τους βλέπουμε να ανεβαίνουν σε βουνό, να παίζουν στην άμμο, να ίπτανται αντίστροφα σε ένα χώρο φυγής από την πραγματικότητα, εύπλαστο, όπου οι τρισδιάστατοι χαρακτήρες καλούνταν να έρθουν σε σύγκρουση με το περιβάλλον τους. Οι ερμηνευτές φαίνονται σαν ένα αντιφατικό σύνολο ποικίλων δυνατοτήτων· με στοιχεία που διατέμνουν τις πράξεις του και καλούνται να αποδείξουν πως η ενότητα ενός τέτοιου συνόλου είναι ένα δεδομένο κοινωνικής πράξης.
Στη γεμάτη άμμο σκηνή βρίσκεται νεκρό σε μία γωνία το άλογο του Δον Κιχώτη και τα παιχνίδια μετατρέπονται σε διπλό αρχαϊκό χορό πολεμιστών. Οι κινήσεις είναι γυμνές από οποιαδήποτε ψυχολογική αντίσταση, ενώ ο αντιρεαλισμός διαφαίνεται σε όλες τις εκφάνσεις των perfomers.
Η «σωματική γλώσσα» που βλέπουμε στην παράσταση αντιπαρατίθεται με τις παραδοσιακές συμβάσεις του θεάτρου. Μια αυτοαναφορικότητα: «είναι αλήθεια όλα αυτά;» μας υπενθυμίζει την αποδόμηση του χρόνου σε συνδυασμό με την έλλειψη γραμμικής χρονικότητας, που έχει σαν αποτέλεσμα ο σκηνικός χρόνος να υποβιβάζεται σε αναζήτηση άχρονης ουτοπίας.
Όλη η παράσταση λειτουργεί συναισθηματικά, καλώντας η μία αίσθηση την άλλη να υπακούσουν στον συνειρμό που προκαλούν οι συμβολισμοί από τα σώματα των ηθοποιών. Ο Άρης Σερβετάλης, σαν Δον Κιχώτης, παρουσιάζεται από την αρχή με στολή ξιφασκίας και πολεμάει τους φανταστικούς εχθρούς με το σπαθί του, φορώντας αντί για το κράνος των ιπποτών την απρόσωπη μάσκα της ξιφασκίας. Συνδηλωτικά λειτουργεί η μουσική, σαν να παρακολουθεί κανείς τον πίνακα των «Επίγειων απολαύσεων» του Ιερώνυμου Μπος και τα κενά νοήματα να τα συμπληρώνει η έντασή της. Στο τέλος, ο Δον Κιχώτης φεύγει από τη δική του Νέκυια, τον δικό του κάτω κόσμο και ανεβαίνει στον κόσμο της πραγματικότητας όπως ακριβώς είχε κατέβει, ζωντανός-νεκρός.
Η παράσταση επιβάλλει απόλυτη συγκέντρωση καθώς τα νοήματα αντλούνται σε κάθε σκηνή από πολλές πηγές. Μελανό σημείο της στην πρώτη μέρα της παρουσίασης που έγινε στο Συνεδριακό Κέντρο του Πανεπιστημίου Πατρών, ήταν τα τεχνικά προβλήματα (θολοί υπότιτλοι και λάθος τραγούδια σε αρκετές στιγμές) που έκαναν το αισθητικό αποτέλεσμα να μην αποδίδεται σωστά και αρκετοί θεατές να φύγουν από τον χώρο κατά την διάρκεια της παράστασης. Τα προβλήματα αυτά λύθηκαν την επόμενη και τελευταία μέρα που παίχτηκε η παράσταση στην Πάτρα.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία-δραματουργία-σκηνογραφία-κοστούμια: Έφη Μπίρμπα
Κείμενα: Μιχαήλα Πλιαπλιά, Effi Rabsilber, Έφη Μπίρμπα
Επιμέλεια κειμένων: Μιχαήλα Πλιαπλιά
Σχεδιασμός φωτισμού: Γιώργος Καρβέλας
Συνθέτης-σχεδιασμός ήχου: Constantine Skourlis
Κατασκευή σκηνικών: Σωκράτης Παπαδόπουλος
Κατασκευή κοστουμιών: Δέσποινα Μακαρούνη
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριάννα Έλληνα
Βοηθός σκηνογράφου: Μυρτώ Λάμπρου
Βοηθός ενδυματολόγου: Δάφνη Ηλιοπούλου
Τεχνικός υπεύθυνος:Γιάννης Ψαρρός
Ηχολήπτης:Ηλίας Φλάμμος
Ερμηνευτές: Άρης Σερβετάλης, Αχιλλέας Χαρίσκος, Ιωάννα Τουμπακάρη, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Σοφία Γεωργοβασίλη, Δάφνη Αντωνιάδου, Κυριάκος Σαλής
Κινηματογράφηση trailer-teaser: Γρηγόρης Πανόπουλος | makeyourownfilms.com
Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης
Γραφιστική: Πασχάλης Ζέρβας | wolframgrafik
Εναερίτης-εκπαιδευτής αναρρίχησης: Βάιος Καραλάιος
Υπεύθυνες επικοινωνίας: Κατερίνα Αποστολοπούλου, Ευαγγελία Σκρομπόλα
Παραγωγή & Εκτέλεση παραγωγής: Rēs Ratio Network
Η παράσταση επιχορηγήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και είναι συμπαραγωγή του Rēs Ratio Network με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
Επόμενες παραστάσεις: Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, Πέμπτη 14 – Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019 [ticketservices.gr]