Φτηνόπωρο
Αφού το καρπούζι ζαχάρωσε για τα καλά τις καρδιές μας, όπως και τα πυροφάνια φώτισαν τα μυστικά μας, τα παιδιά με τα τραγούδια τους και το ξέφωτο με τα αστέρια του στροβιλίζεται πάνω από τα κεφάλια μας σαν μια ιδέα, σαν όνειρο. Όνειρο.
Η γιαγιά φέτος είπε «δεν θα μεγαλώσεις ποτέ» και την φίλησα σταυρωτά όταν επισήμανε πως τη συνταγή μόνο εγώ την ξέρω. Οι γλάροι στον ουρανό ήταν μυριάδες και οι φίλοι, αχ οι φίλοι, γέμισαν την καρδιά της καύσωνα.
Δεν μετράμε παγωτά πια γιαγιά, ούτε βουτιές, όχι, μεγαλώσαμε, πλέον μετράμε αγκαλιές. Επτά αγκαλιές στον καθένα, αυτή ήταν η συμφωνία, το έλεγε ξεκάθαρα το άρθρο κάποιου γνωστού ψυχολόγου, επτά αγκαλιές την ημέρα γιατρεύουν. Έτσι γιατρεύτηκα ή μάλλον από την υπερβολική δόση εναγκαλισμών, αρνούμαι να ζήσω το φτηνόπωρό σου.
Ναι, για τη φτήνια σου μιλάω, τη μιζέρια και την καταστροφολογία, τους νόμους, τον ένφια και τα κλεμμένα γέλια μας. Ε, ψιτ, οχι!
Εγώ και οι φίλοι μου γιατρευτήκαμε κι όταν νοση(ρή)σουμε πάλι, θα αρχίσουμε να μετράμε αντίστροφα… αγκαλιές…