Γκυστάβ Φλωμπέρ «Τρεις ιστορίες»
Οι Τρεις ιστορίες, το τελευταίο έργο που δημοσίευσε ο Γκυστάβ Φλωμπέρ αποτελούν ένα αριστουργηματικό τρίπτυχο. Στην Απλή καρδιά ο Φλωμπέρ αφηγείται την ιστορία της Φελισιτέ, μιας φτωχής υπηρέτριας στη γαλλική επαρχία του 19ου αιώνα, που αγαπάει διαδοχικά έναν άντρα, τα παιδιά της κυρίας της, έναν ανιψιό της, έναν γέροντα που φροντίζει κι έπειτα τον παπαγάλο της. Στον Άγιο Ιουλιανό ένας παθιασμένος κυνηγός έρχεται αντιμέτωπος με τη βία που ασκεί και οδηγείται στη μετάνοια. Στην Ηρωδιάδα ο χορός της Σαλώμης στο πολυτελές συμπόσιο του Ηρώδη, όπου όλες οι πολιτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις της εποχής έρχονται στην επιφάνεια, οδηγεί στον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Βαπτιστή.
Στις Τρεις ιστορίες διαπλέκονται μια όψη της κοινωνίας του Φλωμπέρ, ο μεσαιωνικός θρύλος και η ανασυγκρότηση του παρελθόντος· εδώ συμπυκνώνονται οι καλλιτεχνικές ιδέες και η συγγραφική του μέθοδος: η εμμονική αναζήτηση για την ορθή λέξη, την ηχητική αρμονία και ένα ύφος που «θα έχει το ρυθμό του στίχου, την ακρίβεια της επιστημονικής γλώσσας, τον βαθύ κυματιστό ήχο του βιολοντσέλου και τη λάμψη της φωτιάς».
«[…] Ο Φλωμπέρ δεν ανήκει σε κανένα από αυτά τα μοντέλα: θεωρούσε τόσο τον ρεαλισμό όσο και τον νατουραλισμό «ανοησία» και, ως ολιγογράφος, δεν μπορούσε να κατηγορηθεί ότι έγραφε για χρήματα. Εν μέρει εξαιτίας της ολιγογραφίας του, είχε καλλιεργήσει την εικόνα ενός συγγραφέα που τα έργα του συνδέονται μεταξύ τους: σε αντίθεση με τους περισσότερους συγγραφείς του 19ου αιώνα, δεν συνήθιζε να δημοσιεύει ευκαιριακά διηγήματα στις εφημερίδες τα οποία συγκέντρωνε αργότερα σε τόμους. Παρότι τα διηγήματα των Τριών ιστοριών δημοσιεύονται στον τύπο πριν από την κυκλοφορία τους υπό μορφή βιβλίου, η κριτική τα αντιμετωπίζει ως ένα ενιαίο έργο.
Η αμηχανία μπροστά στην ενότητα των Τριών ιστοριών δεν χαρακτηρίζει μόνο τους κριτικούς της εποχής της πρώτης δημοσίευσής τους αλλά αποτελεί μια ρητή ή άρρητη σταθερά της φλωμπερικής κριτικής μέχρι σήμερα και είναι ένδειξη της δυσκολίας την οποία αντιμετωπίζει κανείς όταν προσπαθεί να εντοπίσει μια «φιλοσοφική ιδέα», έναν θεματικό άξονα ή ένα μορφικό χαρακτηριστικό που να διέπει και τις τρεις εξίσου. […]
Αν ένα κείμενο συνίσταται στην ιστορία των αναγνώσεών του, οι Τρεις ιστορίες αποτελούν, από την εποχή της πρώτης τους δημοσίευσης, ένα αινιγματικό έργο: ακόμη κι αν τα ερωτήματα που θέτουν οι κριτικοί, όπως είδαμε, μεταβάλλονται, ανάλογα με τις «κριτικές κατηχήσεις» τους, οι Τρεις ιστορίες αντιστέκονται σθεναρά σε αναγνώσεις που επιχειρούν να τις ενοποιήσουν, να εντοπίσουν ένα και μόνο θέμα, να τις εντάξουν σε ένα και μόνο πλαίσιο.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι δύο είναι οι μόνες σταθερές των αναγνώσεων των Τριών ιστοριών: αφενός, η πανταχού παρούσα φλωμπερική ειρωνεία (ένας από τους μηχανισμούς της οποίας είναι η υπονόμευση κάθε απόπειρας συνολικής ερμηνείας)· αφετέρου, η επανάληψη. Η αμήχανη απάντηση των πρώτων κριτικών του Φλωμπέρ ότι τα τρία διηγήματα επαναλαμβάνουν και συνοψίζουν το έργο του, ακόμη κι αν παραμένει αμήχανη, δεν είναι ίσως απολύτως άστοχη » – Από το επίμετρο του Σωτήρη Παρασχά, Διαβάζοντας τις «Τρεις ιστορίες»
«Τρεις ιστορίες» | Συγγραφέας: Γκυστάβ Φλωμπέρ | Μετάφραση: Τιτίκα Δημητρούλια | Επίμετρο: Σωτήρη Παρασχά | Σελ.: 256| Σχήμα: 12×20 | Εκδόσεις Αντίποδες | Διαβάστε ένα απόσπασμα