Οι ρίζες της ακροδεξιάς που δεν ξεριζώσαμε από τα μαθητικά θρανία

Η συντεταγμένη προσπάθεια διείσδυσης νεοφασιστικών ομάδων μέσα στα σχολεία από το νεοναζιστικό χρυσαυγίτικο μόρφωμα και ακραίους εθνικιστικούς θύλακες, δυστυχώς, δεν είναι νέα, όσο εντύπωση κι αν προκαλούν το τελευταίο διάστημα μια σειρά καταλήψεων σχολείων σε διάφορες πόλεις, πορείες μαθητών στη Β. Ελλάδα, στοχοποιήσεις μαθητών και εκπαιδευτικών, ταυτόχρονα με εθνικιστικά και φασιστικά συνθήματα που αναπαράγονται εντός και εκτός της σχολικής κοινότητας.
«Οι μαθητές και οι μαθήτριες, που συμμετείχαν στις τελευταίες πανεκπαιδευτικές κινητοποιήσεις, γνωρίζουν πως αυτοί που τώρα καλούν σε μαθητικές φασιστικές καταλήψεις οξύνοντας την εθνικιστική και μισαλλόδοξη φασιστική ρητορεία στα σχολεία, ήταν οι ίδιοι που όταν το μαθητικό κίνημα βρίσκονταν ενεργό στον δρόμο διεκδικώντας ένα σχολείο προσαρμοσμένο στις σύγχρονες ανάγκες του, αδιαφορούσαν και πολλές φορές -προβοκατόρικα υποκινούμενοι από εξωσχολικά κέντρα- κατέστειλαν τον αγώνα αυτό με τη στάση τους» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η «Πρωτοβουλία μαθητών και σχολείων εναντία στον φασισμό /εθνικισμό» την οποία υπογράφουν πολλά σχολεία και αποτελεί την άμεση απάντηση στο γεγονός πως παιδεία, σχολική εκπαίδευση και φασισμός είναι έννοιες ασύμβατες μεταξύ τους.
Η Χρυσή Αυγή παρέα με το ακροδεξιό συνονθύλευμα τυχάρπαστων πολιτικάντιδων, συστημικών Μ.Μ.Ε , ή μη, αλλά και εκκλησιαστικούς κύκλους, επανεμφανίζονται δυναμικά με παρεμβάσεις και προκλήσεις από τη Βουλή, τα τάγματα εφόδου και τα συλλαλητήρια μέχρι την τελευταία υποκίνηση καταλήψεων σε σχολεία ως ενιαίο πατριδοκάπηλο μέτωπο.
Εκμεταλλευόμενοι την ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος, την επιμελώς αδιαφορία τού αποκαλούμενου συνταγματικού τόξου για την ορθή εξήγηση -στη θεωρία και στη τακτική αντιμετώπισης- του ακροδεξιού φαινομένου και της ανόδου του αλλά και τον τρόπο που η εκπαιδευτική κοινότητα σε πολλές περιπτώσεις αγνοεί επιδεικτικά τις προεκτάσεις του φαινομένου διείσδυσης του χρυσαυγιτισμού και τους θύλακες που δημιουργεί στους μαθητικούς χώρους.
Η υπόθεση του «Μακεδονικού» όπως και η περίπτωση του ακροδεξιού Κατσίφα αποτέλεσε την καλύτερη αφορμή για νεοφασίστες και εθνικιστές προκειμένου να ξαναμπούν στο παιχνίδι -πουλώντας δήθεν πατριωτισμό- βάζοντας την μπάλα εκ νέου στο δικό τους γήπεδο, αφού ομολογουμένως γνωρίζουν καλά τακτικές πατριδοκάπηλης συσπείρωσης και εφαρμοσμένες στρατηγικές προσέλκυσης μικρού μέρους της μαθητικής νεολαίας και όχι μόνο.
Η παθογένεια της έγκαιρης αντιμετώπισης στην από καιρό διαδικασία εκφασισμού μεγάλου κομματιού της κοινωνίας βρίσκει σε αφασία το πολιτικό προσωπικό της χώρας, ανήμπορο να κατανοήσει ότι η πολιτική ανοχή στο φασιστικό μόρφωμα τα μέλη του, το δικαστικό χάιδεμά του, η αστυνομική του κάλυψη και η νέα «σοβαρή» ακροδεξιά των Καρατζαφέρη, Κρανιδιώτη, Μπαλτάκου, Βελόπουλου, Δ. Καμένου οδηγούν μοιραία όχι απλώς στο να σηκώσει κεφάλι το φίδι, αλλά να μεταλλαχτεί σε λερναία ύδρα.
Οι βαθιές ρίζες της ακροδεξιάς
Όσο κι αν βόλευε ή βολεύει κάποιους η θεωρία πως «στην Ελλάδα δεν περνάει ο φασισμός» ή η μονοσήμαντη και αποσπασματική ανάγνωση της ξενοφοβίας, η Χρυσή Αυγή και οι ακροδεξιές εκφάνσεις της προϋπήρχαν πριν από την προσφυγική και οικονομική κρίση.
Ακόμα και τότε όμως, η συζήτηση για την επικίνδυνη άνοδο της ακροδεξιάς και τα θέματα στην ατζέντα που άνοιγε, γίνονταν με αφορισμούς που εξυπηρετούσαν τη ρητορική των εν δυνάμει ψηφοφόρων του πελατειακού κράτους της εποχής του ακραίου δικομματισμού.
Οι βαθιές ρίζες της ακροδεξιάς όπως και η φωλιά του σημερινού χρυσαυγιτισμού παραδοσιακά είναι ο ελληνικός εθνικισμός και ο μισαλλόδοξος ρατσισμός που φοράει τη μάσκα του πατριωτικού φρονήματος.
Είναι οι γενιές που στα μαθητικά θρανία διδάχθηκαν τα παραμυθάκια του κρυφού σχολειού, αντί της αληθινής ιστορίας, του ψευτο «ένδοξου μεταξικού όχι», τα «νταλαροειδή» που τραγούδησαν «να ‘τανε το 21 άλλη μια φορά», «τον μαρμαρωμένο Βασιλιά», την «αδελφή Βόρεια Ήπειρο», το «Μακεδονία ξακουστή».
Είναι οι γενιές που γαλουχήθηκαν με τις «καθαρές» θεωρίες περί «ελληνικής εξαίρεσης» και τους εχθρούς που μόνιμα μας κατατρέχουν.
Είναι οι γενιές των σημαιοφόρων στις μαθητικές παρελάσεις υπό το ήχο στρατιωτικών εμβατηρίων και στρατόκαυλων συνθημάτων και των τελετουργικών που υποδόρια επώαζαν το φρόνημα για αίμα, τιμή, πατρίδα, θρησκεία και οικογένεια.
Είναι οι μανάδες και οι πατεράδες που δεν ήθελαν ή ακόμα δεν θέλουν τα σχολειά να «μολύνονται» από τα προσφυγόπουλα.
Είναι οι μανάδες και οι πατεράδες που αδιαφόρησαν για τις εθνικιστικές ανοησίες που διδάσκονται τα παιδιά στα σχολεία, παραμένοντας στην ανάλυση του έθνους, των θρησκευτικών, της ιστορίας, του φρονήματος, του απουσιολόγου, της αριστείας και της «λίαν καλώς διαγωγής», με παρωχημένους όρους 19ου αιώνα.
Είναι οι γενιές που όποτε αντιμετώπιζε η χώρα ένα εθνικό θέμα δεν είχε καμία διάθεση για συζήτηση αλλά αφοριστικά και επιδεικτικά αδιαφορούσε για τις αλήθειες, στήνοντας στο τοίχο εκείνους που είχαν διαφορετική γνώμη ή άποψη.
Δυστυχώς, ο φασισμός που αφορίζαμε, ξορκίζαμε ή κάναμε πως δεν τον βλέπαμε ήταν μονίμως παρών δίπλα μας με διαφορετικές εκφάνσεις στον πολιτικό και κοινωνικό βίο μας.
Έτοιμος να εκφραστεί πάντα την κατάλληλη στιγμή, και με την πρώτη ευκαιρία, όταν θα έβρισκε το αντίστοιχο πολιτικό ψάρεμα στα θολά νερά της πατριδοκαπηλίας του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, για να προσελκύσει με το δόλωμα του εθνικισμού και του ρατσισμού ταυτόχρονα με όλα αυτά που κηρύσσουν οι δολοφόνοι του νεοναζιστικού χρυσαυγίτικου μορφώματος και οι επίδοξοι ακροδεξιοί διάδοχοι τους.
Όσα τα πολιτικά κατακάθια βρίσκονταν ανομολόγητα, αλλά διάχυτα, εντός της ελληνικής κοινωνίας και δεν μπορούσαν να βρουν πολιτική έκφραση ή στεγή, άλλο τόσο αργά, σταθερά και σταδιακά διαμορφώνουν τη μερική αλλά πάντα επικίνδυνη επικυριαρχία του φασισμού εντός του πολιτικού συστήματος.
Η Χρυσή Αυγή είναι φασισμός, αλλά ο φασισμός δεν είναι μόνο η Χρυσή Αυγή
Η αποκωδικοποίηση της επικράτησης του φασισμού προέχει αυτή την ώρα χωρίς άλλες καθυστερήσεις ώστε το «ζωντανό αφήγημα» του αντιφασισμού να παραμένει επίκαιρο. Οι συμβολισμοί όμως με κυβέρνηση που επικαλείται κατ’ όνομα την αριστερά, δυστυχώς γίνονται ολοένα πιο επικίνδυνοι όταν βουλευτές και μελή της κυβέρνησης εμφανίζονται διπλά σε χρυσαυγίτες βουλευτές σε εθιμοτυπικές, ή μη, επισκέψεις, νομιμοποιώντας την παρουσία υπόδικων μελών εγκληματικής οργάνωσης, προσφέροντας έτσι εντός του αυτοαποκαλούμενου «συνταγματικού τόξου» το απόλυτο πλυντήριο και το απόλυτο ξέπλυμα των νεοναζιστών.
Το ίδιο ισχύει με την σημερινή δεξιά αξιωματική αντιπολίτευση που προσδοκά ψήφους από τη χρυσαυγίτικη δεξαμενή, δίνοντας αναβαθμισμένους ρόλους σε προεξέχουσες ακροδεξιές φυσιογνωμίες. Το άνοιγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη προς το ακροδεξιό ακροατήριο που τόσο επιζητεί και το κλείσιμο του ματιού χωρίς καμία αναστολή στο άκρο του φασισμού, με αφορμή το «Μακεδονικό», δείχνει ξεκάθαρα τον δρόμο που επέλεξε να «παίξει μπάλα» στο γήπεδο των ακροδεξιών στελεχών που δεν κρύβει πια από τους κόλπους της παράταξής του, υιοθετώντας τις πρακτικές και τη ρητορική τους.
Το στοίχημα είναι να μην αποτελέσει η νεοφασιστική κατάντια επίκτητο πολιτικό γνώρισμα νέων και παλιών ψηφοφόρων, σε μια ερμαφρόδιτη μετάλλαξη της δημοκρατίας, λόγο και αιτία αγιάτρευτης πληγής στο σώμα όλης της κοινωνίας, γιατί τότε θα είναι πολύ αργά για τον τόπο μας και πολύ καλή αρχή για όσους νεοναζί θα έχουν κατασκευάσει οι σημερινές πολιτικές επιλογές της καθεστηκυίας τάξης.
Η Χρυσή Αυγή είναι φασισμός, αλλά ο φασισμός δεν είναι μόνο η Χρυσή Αυγή και δεν εξαντλείται στα σημεία των δολοφονικών χτυπημάτων και των νεκρών από τα τάγματα εφόδου της, ούτε περιορίζεται μόλις θα μπουν φυλακή οι ναζιστές δολοφόνοι, αν δεν ανακοπεί συλλογικά και ατομικά το νέο κύμα αυτής της μικρής άλλα επικίνδυνης μαθητικής μειοψηφίας των εθνικιστικών καταλήψεων όταν είναι δεδομένο πως καλλιεργεί και διαμορφώνει συνειδήσεις για τους επόμενους Ρουπακιάδες. Αν δεν αποκοπεί το νεοναζιστικό μόρφωμα του χρυσαυγιτισμού -και οι ακροδεξιές εκφάνσεις του από τα παλιά- όπως εκφράζεται από τα βουλευτικά έδρανα και η προϊούσα παρουσία του η οποία εδράζεται στους ψηφοφόρους που εξακολουθούν να το στηρίζουν. Και σήμερα δεν έχουν τη δικαιολογία του «δεν γνώριζα, δεν ήξερα» για τους δολοφόνους.
Εκτός αν κάποιους βολεύει να υπάρχουν αυτά τα νέα εκκολαπτόμενα «μαθητικά τάγματα εφόδου» ώστε να απονομιμοποιηθεί πλήρως το σημερινό πολιτικό σύστημα ταυτόχρονα με τους αστικούς δημοκρατικούς κανόνες ώστε το ακραίο εθνικιστικό κομμάτι αυτών που θέλουν να το ελέγξουν να «το πάει» πολύ μακρύτερα, αποκαθαρμένο και χωρίς τη σημερινή μορφή του χρυσαυγιτισμού.