«Ιχνευταί»: Το σατυρικό δράμα μιας νέας εποχής στο οροπέδιο της Ζήρειας
Τα σατυρικά δράματα έκλειναν τις τριλογίες των τραγωδιών στους αρχαίους δραματικούς αγώνες. Μικρότερα σε έκταση και ίδιας δομής με τις τραγωδίες, είχαν ως στόχο να αποφορτίσουν από τον «έλεο» και τον «φόβο» που προκαλούσαν οι τραγωδίες. Σωζόμενο ολόκληρο σατυρικό δράμα είναι μόνο ένα ο «Κύκλωπας» του Ευριπίδη και ακολουθούν τα σπαράγματα (κομμάτια δηλαδή) του έργου «Ιχνευταί» που ήρθαν στο φως το 1907 από πάπυρο και έγιναν γνωστοί στο ευρύ κοινό ως κείμενο το 1912, από τους οποίους έχουν διασωθεί μόνο 400 στίχοι, ενώ το τελείωμά τους το γνωρίζουμε χάρη στον φιλόλογο Karl Robert και την ανασύνθεση που επιχείρησε στους «Ιχνευταί» βασιζόμενος στον ομηρικό ύμνο στον Ερμή. Στο έργο δεν υπάρχουν πουθενά ως ήρωες άνθρωποι, παρά μόνο θεοί και σάτυροι.
Στο έργο του Σοφοκλή «Ιχνευταί» βλέπουμε τον Απόλλωνα να έχει χάσει ένα κοπάδι με βόδια που φρόντιζε και να το αναζητεί στο αρκαδικό περιβάλλον του όρους Κυλλήνη. Εκεί, προσφέρεται να τον βοηθήσει να βρει το χαμένο κοπάδι του ο Σιληνός και οι ακόλουθοί του (χορός σατύρων). Ως αντάλλαγμα ο Απόλλωνας θα τους χαρίσει ένα χρυσό στεφάνι και την ελευθερία τους. Στη συνέχεια και στην προσπάθεια αναζήτησης του χαμένου κοπαδιού, οι σάτυροι, έρχονται σε διάλογο με τη νύμφη Κυλλήνη για να εξετάσουν τα ίχνη που έχουν βρει, με κυριότερο εξ΄αυτών έναν ήχο λύρας που ακούγεται να δημιουργεί αντίλαλο στο βουνό και την οποία είχε φτιάξει από καύκαλο χελώνας ο νέος -και νόθος- γιος του Δία και της Μαίας, ο Ερμής, ο οποίος ήταν και ο κλέφτης του κοπαδιού. Στο τέλος, ο Απόλλωνας, συνεπαρμένος από τον ήχο της λύρας, αντάλλαξε το κοπάδι του με τη λύρα του Ερμή (εδώ τελειώνει το έργο και υπό την συνέχεια που απέδωσε ο Robert) αναχώρησαν και οι δύο θεοί για τον Όλυμπο.
Οι «Ιχνευταί» όπως αποδόθηκαν από τον Μιχαήλ Μαρμαρινό το Σάββατο 31 Ιουλίου στο όρος Κυλλήνη στο οροπέδιο της Ζήρειας, ήταν ένας φόρος τιμής -όπως είπε στην αρχή του έργου ο σκηνοθέτης- προς την τοποθεσία που περιγράφει το Σοφόκλειο έργο. Σκηνοθετικά η παράσταση ήταν εξαιρετική. Ο τρόπος που είχε «δέσει» ο Μαρμαρινός την παράσταση, με μια λιτή λευκή ξύλινη βάση στο μέσον ενός υψώματος, δημιουργώντας ένα περιβαλλοντικό θέατρο, χωρίς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ σκηνής και πλατείας, στηριζόμενος στην ελκυστικότητα του περιβάλλοντος ως συμβολικό τόπο γέννησης του Ερμή οδηγούσε σε νοητικές εικόνες διαμορφώνοντας ένα υπερβατικό παραστασιακό ιστό. Παράλληλα, ο εξαιρετικός κόντρα τενόρος Steve Katona παραθέτοντας τη φωνή του όπισθεν των θεατών, μέσα στην ησυχία της κορυφής του χιονοδρομικού κέντρου Ζήρειας, οδηγούσε το αισθητικό κριτήριο σε ένα βιωματικό αισθαντικό απότοκο, συνεπικουρούμενο από το ηχητικό περιβάλλον του Billy Bultheel δημιουργούσε στο φαντασιακό επίπεδο μια αλλόκοσμη ηχοτοπία.
Η σκηνική απόδοση ιδιαίτερα του χορού μάς έφερε κοντά στο σατύρους προσλαμβανόμενους στην εποχή μας, στυλιζαρισμένοι στο σήμερα υιοθετώντας παρκούρ μόδα ντυσίματος, με κολλάν πολύχρωμα ρούχα και μπλουζάκια από τουριστικά είδη με τον Πρίαπο ως logo, υποσκελίζοντας την όποια σοβαρότητα της αντίληψής μας για την νεο-επιδαύρεια τραγωδία, δείχνοντάς μας με την κίνησιογραφία μια διύφανση αρχαίου και νέου χορού σατύρων. Η όλη σύλληψη, δραματουργικά επεξεργασμένη από την Δηώ Καγγελάρη και επιστημονικό συνεργάτη τον Σταύρο Τσιτσιρίδη, οδήγησε την παράσταση σε μια μετα-σατυρική εκδοχή του είδους του σατυρικού δράματος, μακριά από υπαγορευμένους όρους στείρας αναγνωσιμότητας του κειμένου ωθώντας την παράσταση σε μια οικειοποίηση ενός μη διαδεδομένου μύθου (είχαν ανέβει «Ιχνευταί» και από τον Τονυ Χαρρισον το 1988 στους Δελφούς με πολιτικό πρόσημο).
Ο Σταμάτης Κραουνάκης ως Σιληνός, λειτούργησε εξαιρετικά σαν Διονυσιακή φιγούρα, τοποθετώντας τη στιβαρή καλλιτεχνική του ιδιοσυγκρασία στο κέντρο της παράστασης. Η Αμαλία Μουτούση ως νύμφη Κυλλήνη, με κάτι από κίνηση θεάτρου Νο και με ένα μαξιλάρι στο χέρι δείγμα διατάραξης της ησυχίας της νύμφης που κοιμόταν, απέδωσε εξαιρετικά το ρόλο και μας έδωσε να καταλάβουμε με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε το λόγο, γιατί επιλέχθηκε η έμμετρη μετάφραση του Εμμανουήλ Δαυίδ του 1933. Ο Χάρης Φραγκούλης με συνεχή κίνηση και εξαιρετική σωματικότητα, απέδωσε εξαιρετικά τον απεγνωσμένο Απόλλωνα που χρειάστηκε βοήθεια και που στο τέλος λειτούργησε ως μεγάλος αδερφός στον Ερμή τον οποίο έπαιξε ο Steve Katona ο οποίος μάγεψε το κοινό με τη φωνή την εκφραστικότητα και τη κίνησή του στο τέλος. Ο χορός, απέδωσε εξαιρετικά σε ένα ζεστό -υπό καύσωνα- περιβάλλον με συνεχή κίνηση πάνω κάτω στο λόφο απομαγεύοντας την αντίληψη που έχουμε συνήθως για το χορό των τραγωδιών.
Η μουσική από τον Βέλγο Billy Bultheel σε συνεργασία με τον Κώστα Μπόκο λειτούργησαν σε μια νεο-μπαρόκ κατεύθυνση, δίνοντάς μας απόκοσμους ήχους πού έμοιαζαν να έρχονται από τα γύρω βουνά βοηθώντας την ατμόσφαιρα της παράστασης. Τα κοστούμια από το Γιώργο Σαπουντζή βοήθησαν στο να φανεί η κίνηση και τα σημαίνοντα του χορού ενώ το κοστούμι του Στ. Κραουνάκη ως Σιληνού θύμιζε αγγειογραφικές παραθέσεις.
Η παράσταση «Ιχνευταί» του Μιχαήλ Μαρμαρινού μπορεί να είναι η δεύτερη που παρουσιάζεται ιστορικά σε κοινό, όμως σίγουρα θα αποτελέσει σημείο αναφοράς μιας προσλαμβανόμενης έννοιας του σατυρικού δράματος, σε μια εποχή που παρουσιάζονται μόνο τραγωδίες και κωμωδίες. Η ευφυής σύλληψη να παρουσιαστεί ένα δεμένο έργο από σπαράγματα, με μια μοντέρνα αισθητική αντίληψη, μακριά από οποιαδήποτε φιλολογική ανάγνωση, πάνω στο βουνό που γεννήθηκε ο Ερμής, ουσιαστικά αποτέλεσε ένα μοναδικό διαλογικό βίωμα των δυο πολιτισμών, του αρχαίου και του νέου, με νεωτερικές μη εθνικιστικές αποχρώσεις.
Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές της παράστασης μπορείτε να βρείτε εδώ. Η παράσταση του Σαββάτου 31 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Ziria Festival.
Οι φωτογραφίες της παράστασης είναι του Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη.