«Καμιά άλλη γη» – Ντοκιμαντέρ για τους Ισραηλινούς εκτοπισμούς κι εποικισμούς στη Δυτική Όχθη
“Καμιά άλλη γη” (“No other land”).
Σκηνοθεσία: Μπάζελ Άντρα, Γιουβάλ Άμπραχαμ, Χάμνταν Μπαλάλ, Ρέιτσελ Σορ.
Ντοκιμαντέρ παραγωγής Παλαιστίνης και Νορβηγίας, 2024.
Το 1980, η περιοχή των 19 χωριών Μασαφέρ Γιάττα στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη της Παλαιστίνης (κατοικημένη από Παλαιστινίους από την αρχαιότητα), χαρακτηρίστηκε ως “ζώνη στρατιωτικής εκπαίδευσης” από τον Ισραηλινό στρατό, σημαίνοντας την εκκένωσή της μέσω του εκτοπισμού των ντόπιων Παλαιστινίων από τη γη τους. Το 2022, τελειώνοντας μια υπερ-εικοσαετή δίκη μετά από προσφυγή των γηγενών που εκπροσωπούνταν από Ισραηλινούς δικηγόρους, το Ισραηλινό Ανώτατο δικαστήριο ενέκρινε τον εκτοπισμό, τη μεγαλύτερη πράξη αναγκαστικής μετακίνησης πληθυσμού στην Δυτική Όχθη μετά την κατάκτησή της το 1967, προκαλώντας παγκόσμια κατακραυγή. Αυτή η απόφαση θεωρείται από πολλούς, μεταξύ των οποίων η Διεθνής Αμνηστία και ειδικούς των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ως έγκλημα πολέμου ενώ το Ισραηλινό Παρατηρητήριο για τα ανθρώπινα δικαιώματα στις κατεχόμενες περιοχές (B’Tselem) έχει χαρακτηρίσει τους εκτοπισμούς ως “εντατικοποιημένο έγκλημα πολέμου”
Πρόκειται για στρατηγική του Ισραηλινού κράτους, όπως αποκαλύφθηκε το 2022 από απόρρητα έγγραφα των Ισραηλινών Δυνάμεων Άμυνας όπου συμπεριλαμβάνεται η εξήγηση του Αριέλ Σαρόν ήδη από το 1979: σκοπός δημιουργίας των “ζωνών στρατιωτικής εκπαίδευσης” ήταν ο εκτοπισμός των ντόπιων κι ο εποικισμός τους. Βλέπουμε τους Ισραηλινούς στρατιώτες κι εργάτες βάσει νομότυπων εντολών από τις αρχές τους, να γκρεμίζουν το σχολείο και τα σπίτια των Παλαιστινίων με μπουλντόζες, να τσιμεντώνουν το πηγάδι, να κατάσχουν τη ρευματογεννήτρια, να σπάνε τους σωλήνες του νερού, να ξεριζώνουν ελιόδεντρα, να καταπατούν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, τους βλέπουμε να πυροβολούν άοπλους. Οι κάτοικοι αντιστέκονταν και δεν εγκατέλειπαν τη γη τους, ζούσαν σε σπηλιές με στωικότητα, επιχειρούσαν να ξαναχτίσουν τα σπίτια και το σχολείο (τελικά εκτοπίστηκαν μετά το τέλος των γυρισμάτων του ντοκιμαντέρ…). Επιπλέον, η Ισραηλινή πολιτική διοίκηση στη Δυτική Όχθη απορρίπτει το 98% των αιτήσεων Παλαιστινίων για οικοδομικές άδειες, εγκρίνοντας, βέβαια, αυτές των εποίκων (προκαλεί θλίψη κι αγανάκτηση η σύγκριση των σύγχρονων κι άνετων σπιτιών τους μ’ αυτά των Παλαιστινίων από τούβλα, λάσπη κι αλουμινιένες οροφές). Βλέπουμε τους εξοπλισμένους έποικους, πρώην στρατιώτες στην πλειοψηφία τους, να σκοτώνουν και να δηλητηριάζουν ζώα, να καίνε αυτοκίνητα, να πετροβολούν, να πυροβολούν. Όλα όσα βλέπουμε να συμβαίνουν στη Μασαφέρ Γιάττα, είναι μικρογραφία όσων συμβαίνουν στη Δυτική Όχθη.
“Δεν υπάρχει τίποτα άλλο να κάνουμε από το να αγωνιζόμαστε: όσο καταστρέφουν τα σπίτια μας, θα τα ξαναχτίζουμε. Όσο διαλύουν τα σχολεία μας, θα παλεύουμε για να μορφωθούν τα αδέρφια και τα παιδιά μας. Είμαστε υπό κατοχή κι αντιστεκόμαστε στον κατακτητή. Και μόνο αυτό θα κάνουμε– τι άλλο, δηλαδή;”, δηλώνει ο Μπάζελ Άντρα που έχει γεννηθεί εκεί το 1996, με πατέρα ακτιβιστή που είχε συλληφθεί πολλές φορές, με συγγενείς και φίλους δολοφονημένους ή ακρωτηριασμένους. Πώς θα μπορούσε ένας ντόπιος να μην είναι ακτιβιστής; Να μην βάλει το σώμα του μπροστά στις μπουλντόζες, να μην φωνάξει με οργή κι απόγνωση στους ρομποκόπ Ισραηλινούς στρατιώτες, να μην συμμετάσχει στις συχνές ειρηνικές διαμαρτυρίες των κατοίκων στους δρόμους; Από το 2019 έως το 2023 (το ντοκιμαντέρ έχει γυριστεί πριν τη δολοφονική επίθεση της Χαμάς στις 7/10/2023 και την ασύμμετρη, υπερπολλαπλάσια Ισραηλινή εκδίκηση που καταπατά κάθε διεθνές δίκαιο και διεθνή σύμβαση), ο Μπάζελ καταγράφει με το κινητό και τη μικρή κάμερά του, διακινδυνεύοντας τη ζωή του, με τη συνδρομή του Ισραηλινού δημοσιογράφου Γιουβάλ Άμπραχαμ που αρνείται να συντελείται αυτό το έγκλημα “στο όνομά του”. Και τα δημοσιεύει στο διαδίκτυο ώστε να ενημερωθεί η κοινή γνώμη, αγωνιώντας διαρκώς για την ανταπόκρισή της. Όμως, παρά την επιτυχία να προκαλέσει το ενδιαφέρον του Τόνι Μπλερ που επισκέφθηκε την περιοχή το 2021, επιφέροντας την προσωρινή διακοπή του εποικισμού, η σκληρή πραγματικότητα παραμένει ότι μόνο με πολιτική βούληση των ΗΠΑ και της Ε.Ε. θα μπορούσαν να σταματήσουν αυτά που δεν θα γίνονταν δεκτά σε κανένα δυτικό κράτος.
“Βλέπεις τον εαυτό σου να έχει οικογένεια στο μέλλον;”, ρωτάει ο Γιουβάλ κι ο Μπάζελ δεν απαντά. Όσο κι αν δεν εξωτερικεύει την οργή του, όσο κι αν απρόσμενα, συγκινητικά, δείχνει πάντα ήρεμος κι αφοσιωμένος στον αγώνα του, κάποια στιγμή ο Μπάζελ ομολογεί ότι η ενέργειά του τελειώνει, ότι είναι πολύ κουρασμένος- πώς θα μπορούσε να μην φθείρεται κάθε μέρα όλο και περισσότερο; “Θέλεις να ανατρέψεις την Κατοχή μέσα σε δέκα μέρες, χρειάζεται υπομονή”, θα πει στον Γιουβάλ- πώς αντέχει να πιστεύει στη δίκαιη λύση; Πώς να μην γνωρίζει ότι δεν έχει νόημα αλλά να λέει ότι δεν ξέρει αν θα κάνει οικογένεια στο μέλλον, θαρρείς παρηγορώντας τον εαυτό του; Και, πώς άραγε θα μεγάλωναν τα παιδιά του, πώς μεγαλώνουν αυτά τα παιδιά ζώντας μέσα στον τρόμο και την ένδεια; Πόσα από τα παιδιά των Παλαιστινίων που θα επιβιώσουν, θα στρατολογηθούν σε ισλαμιστικές φονταμενταλιστικές ομάδες, θα γίνουν οι αυριανοί “ισλαμιστές τρομοκράτες” στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες που στηρίζουν την πολιτική αυτού “του προχωρημένου φυλακίου του δυτικού πολιτισμού και του ελεύθερου κόσμου” όπως οι δυτικές κυβερνήσεις χαρακτηρίζουν το Ισραήλ, συμβάλλοντας στη δημιουργία και την ενδυνάμωση οργανώσεων όπως η Χαμάς; Για πόσο ακόμα ο μέσος δυτικοευρωπαίος πολίτης που μαθαίνει ότι η οργή και η εξεγερτικότητα των εφήβων στις δικές του κοινωνίες οφείλονται πρωτίστως στη δική του αυταρχική συμπεριφορά ως γονιός, πρόσωπο αναφοράς, δάσκαλος και καθηγητής, θα αδιαφορεί για τον καταστροφικό αντίκτυπο στην ψυχοσύνθεση των παιδιών της Μέσης Ανατολής από όσα τραγικά βιώνουν χάρη και στη δική του σιωπή κι αδράνεια;
“Κάναμε την ταινία για τους ανθρώπους στη Δύση που δεν γνωρίζουν τι συμβαίνει και οικονομικά στηρίζουν την κατοχή μέσω των κυβερνήσεών τους που χρηματοδοτούν κι εξοπλίζουν το Ισραήλ. Αυτό είναι που πιστεύω ότι μπορούν να καταλάβουν όλοι στην ταινία. Ελπίζω να δουν την αδικία που βιώνουμε και να κινητοποιηθούν”. Απευθύνεται σε όλους όσους στη δύση επιμένουν να αγνοούν την ιστορία αυτής της πολύπαθης περιοχής, επιλέγουν ίσες αποστάσεις εξομοιώνοντας τη δολοφονική επίθεση της Χαμάς με την Ισραηλινή γενοκτονία που βρίσκεται σε εξέλιξη, μιλώντας περί “δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα” ενστερνιζόμενοι την Ισραηλινή προπαγάνδα περί μόνιμης ανασφάλειας λόγω της γειτνίασης με τους Παλαιστινίους. Με την κάμερα στο χέρι, ο Μπάζελ μαζί με την κολεκτίβα των συνσκηνοθετών κι ακτιβιστών από το Ισραήλ και την Παλαιστίνη, παρατηρεί τα πρόσωπα των σιδερόφραχτων στρατιωτών που εκτελούν απάνθρωπες εντολές με γραφειοκρατική συνέπεια, τρέχει να ξεφύγει από τούς διώκτες τους, εστιάζει στα απελπισμένα πρόσωπα των συμπατριωτών του και στις απάνθρωπες συνθήκες ζωής τους. Ένα ακατέργαστο αισθητικά κι άμεσο συναισθηματικά ντοκιμαντέρ που δεν χειραγωγεί- φυσικά η καρδιά μας σφίγγεται, απαντήσεις έχουμε βέβαια, τι δεν κατανοούμε ωστόσο και η υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων δεν επιλύεται;