«Μέντιουμ» της Χριστίνας Ιωακειμίδη – Μια ταινία που βλέπεται με την καρδιά
“Μέντιουμ”.
Σκηνοθεσία: Χριστίνα Ιωακειμίδη.
Πρωταγωνιστούν: Αγγελική Μπεβεράτου, Νικολάκης Ζεγκίνογλου, Μάρθα Φριντζήλα.
Ελλάδα, 2023.
Η Ελευθερία είναι 16 χρονών, είναι το μεσαίο παιδί τής οικογένειάς της ανάμεσα σε μια ετοιμόγεννη αδελφή και σε ένα μικρό παιδί από άλλη μητέρα, πενθεί ακόμα τον θάνατο τής δικής της μητέρας κι έχει έρθει για πρώτη φορά στη μεγαλούπολη της Αθήνας από την επαρχιακή της πόλη στον Βορρά ώστε να βοηθήσει τη μεγαλύτερη αδελφή στις καθημερινές υποχρεώσεις της. Βλέπει ενορατικά όνειρα τα βράδια αλλά η πραγματικότητα που ζει είναι περισσότερο δυσερμήνευτη: η Ελευθερία βρίσκεται σε μια ενδιάμεση, ρευστή ζώνη, σωματικά, συναισθηματικά, ψυχικά. Και, ερωτεύεται για πρώτη φορά στη φλεγόμενη από τον καύσωνα Αυγουστιάτικη Αθήνα. Η ολοκλήρωση του αποχαιρετισμού προς το παιδί που υπήρξε και η αρχή της αναγνώρισης του νέου της εαυτού που θα οικοδομήσει στη θέση του παλιού με τον οποίο είχε ζήσει μια ολόκληρη προηγούμενη ζωή, η εκρηκτικότητα των εφηβικών ορμονών και η επανάσταση του σώματος, η ένταση και η χαύνωση της ερωτικής επιθυμίας, η ρευστότητα του σεξουαλικού προσανατολισμού κι ο πρώτος έρωτας, αυτή η μυστηριώδης, πρωτόγνωρη κατάσταση που τόσο δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί, ακόμα και μόνο να γνωστοποιηθεί στους άλλους, μια πύλη εισόδου στην ενηλικίωση.
Πολλά βράδια, ανεβαίνει στη μηχανή του Άγγελου και τριγυρνάνε μαζί στη νυχτερινή πρωτεύουσα ενώ, όταν εκείνος εξαφανίζεται, περιπλανιέται μόνη της στην άγνωστη μεγαλούπολη, με τόλμη και, συνάμα, σε μια ονειρική κατάσταση όπου θαρρείς αποδυναμώνονται οι κίνδυνοι. Ερωτευμένη με τον Άγγελο, η Ελευθερία είναι τρυφερή μαζί του- κι εκείνος είναι τρυφερός μαζί της, είναι, όμως, ερωτευμένος κι αυτός ο μυστηριώδης νέος που σπουδάζει ιατρική; Ο Άγγελος σκουπίζει διακριτικά, στοργικά τα δάκρυα που κυλάνε ξαφνικά από τα μάτια της καθώς της κάνει μασάζ και της αφηγείται χαρούμενες παιδικές του αναμνήσεις, δεν αντιδρά απορριπτικά όταν εκείνη γέρνει σχεδόν εκστατικά το κεφάλι της πάνω του την ώρα που οδηγεί τη μηχανή- η Ιωακειμίδη αποτυπώνει αυτές τις στιγμές με μια ονειρικότητα, με μια αιθέρια τρυφερότητα- μιλά για την Ελευθερία στην Άννα, τη μεσήλικη φίλη του κι εκκεντρικό μέντιουμ που αντιμετωπίζει τα δικά της τραύματα αστεία και καρτερικά, συμπεριφέρεται μητρικά σε όλους και λειτουργεί σαν συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο ανοιχτό κορίτσι και το αινιγματικό αγόρι. Τα μάτια δεν ψεύδονται, τα μάτια δεν μπορούν να κρύβουν τα συναισθήματα από την εφηβική ματιά, τι είναι αυτό, όμως, που ο Άγγελος δεν αποκαλύπτει; Πότε, μετά την εφηβεία, αρχίζουμε να μην αποκλίνουμε από την ασφάλεια του γνωστού πια εαυτού, από την πεποίθηση της διαμορφωμένης ταυτότητας;
– “Είσαι μικρή, θα γνωρίσεις άλλους άντρες, θα αγαπήσεις κι άλλους”.
– “Μη μου μιλάς έτσι”, θα απαντήσει η Ελευθερία στην Άννα.
– “Φοβάμαι μην σου κάνω κακό”.
– “Δε θα μου κάνεις κακό”, θα απαντήσει η Ελευθερία με φωνή βγαλμένη από τα βάθη της βυθισμένης στον έρωτα εφηβικής της ύπαρξης.
Η Ελευθερία δεν θέλει παρηγοριά κι ενήλικες συμβουλές αντιμετώπισης του πόνου παρά μόνο να ζήσει η ίδια τη ζωή της, να τη μάθει μέσα από τις εμπειρίες της και να τις μοιράζεται όταν το επιθυμεί. Η εφηβική γενναιοδωρία και η δύναμή της που αναδύεται, η δύναμη να είναι ο εαυτός της, θαρρείς σαν μια υπόσχεση να μην τον προδώσει όταν ενηλικιωθεί, η φυσική ανθρώπινη δύναμη να ερωτεύεται και να αγαπάει χωρίς όρους και προϋποθέσεις, να μην καταβάλλεται από τον φόβο της απόρριψης, να αφήνεται στην αλληλεπίδραση, η εφηβική καρδιά που μπορεί να ανοίξει διάπλατα- συχνά, για τελευταία φορά πριν ενηλικιωθεί στις κοινωνίες μας όπου ο έρωτας και η αγάπη αντιμετωπίζονται σαν πηγή πόνου και δεινών. Είναι δραματική η αντίθεση με την εικόνα της αγάπης που παρατηρεί στη μεγαλύτερή της αδελφή και τον σύζυγό της, στη συχνή αμοιβαία απαξίωση των ενήλικων σχέσεων. Γιατί, άραγε, μεγαλώνοντας καταγράφουμε ανεξίτηλα στη μνήμη τα τραύματά μας, θυμόμαστε τον πόνο και καταφεύγουμε στην ανάμνησή του, γιατί φοβόμαστε το ψυχικό μας άνοιγμα;
Ρέει η ταινία με την ευαίσθητη απεικόνιση της εφηβικής επιθυμίας, της εφηβικής ανασφάλειας, της συστολής κι ευαλωτότητας, η κάμερα παρατηρεί με κατανόηση και τρυφερότητα να ξεδιπλώνουν οι χαρακτήρες την ψυχοσύνθεσή τους, νιώθουμε κοντά τους, ένας ανθρωποκεντρικός κινηματογράφος (έστω κι αν ορισμένοι αντρικοί χαρακτήρες απεικονίζονται περισσότερο βάσει γνώριμων στερεοτύπων), Μινιμαλιστική πλοκή, λίγοι διάλογοι- πως να χωρέσουν σε λόγια τόσα πρωτόγνωρα, μοναδικά, μεγάλα συναισθήματα και κοσμογονικές εσωτερικές αλλαγές;- το μοντάζ μεταδίδει τη στιγμή που μοιάζει σαν αιώνας και τον χρόνο που περνάει χωρίς οι άνθρωποι να το καταλαβαίνουν. Η ταινία βασίζεται στα βλέμματα και την εκφραστικότητα προσώπων και σωμάτων για να μεταδώσει τις ψυχικές τους καταστάσεις με τη συμβολή των τόσο φυσικών ερμηνειών, χαμογελάμε με θέρμη με την ερμηνεία της Μάρθα Φριντζήλα στον ρόλο του μέντιουμ (θα θέλαμε, ωστόσο, να είχε δοθεί μεγαλύτερο βάρος στον χαρακτήρα της όπως και στην ενορατική της διάσταση που μοιράζονται με την Ελευθερία), με προεξάρχουσα την ερμηνεία της νεοφερμένης Αγγελικής Μπεβεράτου στον ρόλο της Ελευθερίας (νεανικό χυμαδιό που κυκλοφορεί όλη μέρα με το εσώρουχο ή το μαγιώ, άντε και κάνα μπλουζάκι από πάνω τα βράδια, μεταδίδοντάς μας το ρίγος της από το βραδινό αεράκι) με το μελαγχολικό αλλά και με περηφάνια βλέμμα της “σε τούτο το τρομαχτικό ταξίδι του χαμού” της ενηλικίωσης, με την έκφραση του προσώπου της να μας φέρνει στον νου την εικόνα της Παναγίας στον πίνακα του Ραφαήλ, “Η Μαντόνα του ρόδου”.
Η ματιά της Χριστίνας Ιωακειμίδου εξαπλώνει μέσα μας τη συγκίνηση από τις μικρές, τρυφερές χειρονομίες, από τα λόγια που κατανοεί ο άλλος χωρίς να χρειάζονται να ειπωθούν, από τα βλέμματα που διασταυρώνονται φευγαλέα γιατί μονάχα μια στιγμή χρειάζεται για να διαχυθούν όλη η ταραχή και η προσμονή που γεννιέται, η έκσταση και η συγκίνηση ως τις εσώτατες κι ακρότατες περιοχές της ύπαρξής μας. Η ταινία “Μέντιουμ” βλέπεται με την καρδιά.