Μία δεκαετία κρίσης και φτωχοποίησης και ξαφνικά… μας φταίνε οι «άλλοι»
Το ελληνικό κοινοβούλιο δεν παρέπεμψε προς αναθεώρηση το Άρθρο 5, παράγραφος 2, του Συντάγματος, το οποίο εγγυάται την προστασία όλων όσων βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, χωρίς διακρίσεις.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία η αναθεώρηση αυτής της διάταξης θα διασφάλιζε ότι θα εδραιώνονταν και στο Σύνταγμα, οι δεσμεύσεις της Ελλάδας σύμφωνα με τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλα διεθνή όργανα ανθρώπινων δικαιωμάτων, σχετικά με το απαγορευμένο έδαφος διακρίσεων. Η Ελλάδα απέτυχε να διευρύνει αυτό το έδαφος, και να συμπεριλάβει το φύλο, την ταυτότητα φύλου, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την αναπηρία, την ηλικία και τη συμμετοχή σε εθνική μειονότητα.
Πώς όμως προέκυψε αυτή η «αποτυχία» του ελληνικού κοινοβουλίου;
Πώς προέκυψε η κοινωνική «ανταλλαγή» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την ασφάλεια;
Πώς προέκυψε ξαφνικά αυτό το «κοινωνικό αίτημα» για καταστολή, για περιστολή των ελευθεριών, για απομονωτισμό;
Πώς προέκυψε αυτή η βεβαιότητα του Xρυσοχοΐδη να ακουμπήσει ένα γεμάτο πιστόλι στο τραπέζι;
Πώς μετά από μία δεκαετία κρίσης και φτωχοποίησης, ο εχθρός μας έγινε ο μετανάστης, ο αναρχικός, ο καταληψίας, ο μικροδιαρρήκτης, ο «άλλος» αντί να γίνει ο πολιτικός και ο τραπεζίτης;
Τι είναι αυτό που επιτρέπει το όργιο καταστολής, την περικοπή των ελευθεριών, την ανάγκη για περισσότερη αστυνόμευση τόσο στην καρδιά της πόλης όσο και στα σύνορα της χώρας;
Πώς μπορούν να περνιούνται απάνθρωπες αναθεωρήσεις Συντάγματος μία τυχαία Δευτέρα και να μην ανοίγει μύτη; Τι είναι αυτό που σε κάνει να παθιάζεσαι περισσότερο για τη Μακεδονία παρά για το ότι δεν έχεις δουλειά;
Είναι πολύ απλή η απάντηση και βρίσκεται ακριβώς μπροστά μας. Αφενός η πολύ κακή διαχείριση της τετραετίας από μεριάς του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου η πλύση εγκεφάλου μέσω των καναλιών, την ώρα που τα fake news δίνουν και παίρνουν στο διαδίκτυο, σε έναν λαό, κουρασμένο, σε έναν λαό χωρίς αξιοπρέπεια, σε έναν λαό που όταν έκανε την υπέρβαση του βρέθηκε οφσάιντ, σε έναν λαό αμόρφωτο, σε έναν λαό έτοιμο να δεχτεί οποιονδήποτε άλλο ως εξιλαστήριο θύμα αρκεί να μην είναι ο ίδιος.
Γιατί όταν επί μία δεκαετία έχεις εμπεδώσει το «μαζί τα φάγαμε», κάπως σου χαλάει τη μανέστρα ο αναρχικός, ο πρόσφυγας, το θαρραλέο lgbtq, οι γυναίκες που αγωνίζονται για τη θέση που δικαιούνται στον κόσμο. Κάπως σου χαλάει τη μανέστρα όποιος δεν σκύβει το κεφάλι και προτάσσει έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, με αξιοπρέπεια, χωρίς οσφυοκαμψίες.
Αυτόματα, αυτός γίνεται και ο εχθρός, μιας και είναι δύσκολο, εχθρό, τον καθρέφτη να κάνεις. Απαιτεί θυσίες άλλης τάξης. Αδιανόητες, για αυτούς που αντικαθιστούν τα όργανά τους, με τα όργανα της τάξης.