Ο δύσκολος άντρας

Τα τελευταία χρόνια μιλούσε λιγότερο.Συγκινιόταν συχνότερα. Ναι, αυτό που παλιότερα, ώ πολύ παλιότερα απέφευγε.
Κοιτούσε τις κορυφές των δέντρων σαν τις χάιδευε ο αέρας πώς αυτές αγκαλιάζονταν και χόρευαν τον χορό της ησυχίας.
Παρατηρούσε τον σκύλο του το πως αντιδρούσε στην σκέψη που έκανε να τον βγάλει βόλτα. Ο μικρός τετράποδος ερχόταν μπροστά του κοιτάζοντας τον βαθιά και ουδέτερα στα μάτια, έχοντας διαβάσει προφανέστατα την σκέψη του.
Άκουγε τους διαλόγους των μικρών παιδιών, τους μονολόγους του Σάμουελ Μπέκετ.
Θυμόταν τις συναντήσεις και συζητήσεις καφέ με τον πατέρα του. Που δεν ζει πια.
Αναπολεί τις ατελείωτες ώρες που το αλάτι της καλοκαιρινής θάλασσας του είχε ποτίσει το εφηβικό μαυριδερό δέρμα. Αναπολεί πιο πολύ που έγλειφε με την γλώσσα του δεξιά τον ώμο του και αυτός ήταν πάντα αλμυρός.
Ονειρεύεται το πρώτο του σπίτι. Πάνω στην ταράτσα βλέπει τον κήπο γεμάτο από καταπράσινα φυτά και δέντρα. Και κάτω στο υπόγειο, πίσω από το σκονισμένο τζαμάκι της ξεκλείδωτης σιδερένιας παλιάς πόρτας με το τεράστιο κλειδί, παρατηρεί τη γενέθλια πόλη του, που δεν ζει πια, εκατό χρόνια πριν.
Μυρίζει τις φέτες από το λευκό ψωμί με το λάδι και την μουσκεμένη ζάχαρη.
Ακούει ώ και τι δεν ακούει.
Ακούει πουλιά. Ναι ακούει και τζιτζίκια. Ακούει και κλάματα από βρέφη. Τα δικά του. Τα τότε αλλά και τα μετά.
Ακούει για να μην ξεχάσει την φωνή του πατέρα του. Τον ακούει που γελούσε. Ναι, του άρεσε να γελάει του πατέρα του. Γελούσαν συχνά μαζί. Αυτός γελούσε από αγάπη για την χαρά του γέλιου του πατέρα του. Με τα χρόνια τον συνήθισε να γελά και χαμογελούσε και με τα αστεία του.
Βλέπει ώ και τι δεν βλέπει. Βλέπει τον σκαντζόχοιρο που καθημερινά τα βράδια περνά έξω από την πόρτα του κήπου του μήπως και βρει ξεχασμένη κροκέτα από τον σκύλο.
Βλέπει τις βαθιές τρύπες στο χώμα από τα αγριογούρουνα. Παρατηρεί το αποτύπωμα της μύτης τους. Και θυμάται τότε πιτσιρικάς, βρέφος που έσκαβε το χώμα με τα νύχια και τα χέρια του για να βρει τον κρυμμένο πολύτιμο θησαυρό.
Έσκαψε μέχρι που νύχτωσε. Οι αγαπημένοι του πρόγονοι ξεπρόβαλαν από το χώμα και πέταξαν προς τα πάνω.
Αυτός κοιτάζει τα άστρα.
Τα τελευταία χρόνια μιλούσε λιγότερο. Συγκινιόταν συχνότερα. Ναι, αυτό που παλιότερα, ώ πολύ παλιότερα απέφευγε.