«Ο βιβλιοπώλης του Σελινούντα» – Όταν οι λέξεις περνάνε στην αιωνιότητα
Είναι χαρά μεγάλη για έναν αναγνώστη να ανακαλύπτει εκδοτικούς οίκους που τον εκπλήσσουν. Και ξέρετε πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει συχνά!
Για μένα η έκπληξη αυτή ήρθε πρόσφατα μέσω των εκδόσεων Κριτική, οι οποίες, κατά τη γνώμη μου, το τελευταίο διάστημα παρουσιάζουν μια σταθερά δυναμική πορεία με τίτλους σημαντικούς και ενδιαφέροντες.
Και μπορεί ο όρος «μικρό διαμαντάκι» να είναι πολυφορεμένος και ενδεχομένως ανούσιος, αλλά αυτόν γυρόφερνα στο μυαλό μου όσο διάβαζα τον «Βιβλιοπώλη του Σελινούντα» του Roberto Vecchioni.
Η ιστορία του μικρού αυτού μυθιστορήματος είναι απλή. Σε μια ήσυχη, σχεδόν κοιμισμένη πόλη της Σικελίας, τον Σελινούντα, στήνει το μαγαζί του ένας άγνωστος και μυστηριώδης βιβλιοπώλης. Το βιβλιοπωλείο του είναι γεμάτο βιβλία. Βιβλία ασυνήθιστα, τα οποία όμως δεν πουλάει παρά μόνο διαβάζει στο κοινό. Το γεγονός εξάπτει την περιέργεια του νεαρού Νικολίνο, ο οποίος αποφασίζει να μάθει περισσότερα για τον νεοφερμένο βιβλιοπώλη.
Και πόσο τυχερός είναι!
«Ο βιβλιοπώλης ξανάδινε στις λέξεις το νόημά τους. Το ανάγνωσμα, όπως έβγαινε απ’ τα χείλη του, έδινε το πρόσταγμα στην ψυχή. Σκίρτημα, έπειτα οπισθοχώρηση και μετά σταμάτημα. Σκίρτημα, κράτημα και πάλι από την αρχή… Η ανάγνωση συμβάδιζε με τον χρόνο που διαρκούσε η κάθε λέξη στην καρδιά, με βήμα στρωτό και ήρεμο, γιατί η καρδιά έχει τα δικά της σχέδια κι αν μπορούσε θα τα φανέρωνε από μόνη της, ανεβοκατεβαίνοντας μεθοδικά από το ένα στο άλλο, αποστρεφόμενη τη φασαρία, τις κραυγές και τη συγκινησιακή φτήνια».
Πόσο συχνά πια χρησιμοποιούμε τις σωστές λέξεις; Πόσο συχνά μεταδίδουμε τα συναισθήματά μας με τους κατάλληλους χρωματισμούς; Μάλλον σπάνια. Είμαστε στην εποχή της χειρονομίας, της βιασύνης, των emoji, των συντομεύσεων. Με λίγα λόγια, στην εποχή των παρεξηγήσεων. Κάποια στιγμή, ποιος ξέρει, ίσως φτάσουμε να μηδενίσουμε εντελώς τις λέξεις για να γλιτώνουμε χρόνο και συναίσθημα.
Ακριβώς όπως συμβαίνει στον Βιβλιοπώλη του Σελινούντα, όπου η αφήγηση εκτυλίσσεται σε ένα δυστοπικό μέλλον, στο οποίο οι λέξεις πλέον έχουν εξαφανιστεί και έχουν αντικατασταθεί από μια νέα, απρόσωπη μορφή επικοινωνίας.
O Νικολίνο, ο μόνος που έχει απομείνει να αντιλαμβάνεται την ουσία και τη δύναμη των λέξεων, αποφασίζει να διηγηθεί στην Πετούνια, την αγαπημένη του, την ιστορία που του άλλαξε τη ζωή. Πριν όλα γίνουν επίπεδα. Πριν χαθεί η αληθινή επικοινωνία.
Το μυθιστόρημα, που έγινε και τραγούδι από τον συγγραφέα του, είναι ένα ευχάριστο, φιλοσοφικό παραμύθι, πρωτότυπο και κομψογραμμένο. Είναι μια ιστορία που υμνεί τη σημασία των λέξεων και των αποχρώσεών τους και ταυτόχρονα είναι μια επίδειξη της δύναμής τους από τον ίδιο τον συγγραφέα.
Ο Roberto Vecchioni, με στυλ και ροή μας ταξιδεύει με ένα μήνυμα που αγγίζει την ψυχή του κάθε φιλαναγνώστη, με ενδιάμεσες στάσεις τους μεγάλους κλασικούς. Σαίξπηρ, Σαπφώ, Πεσόα, Σοφοκλής μας γοητεύουν και μας υπενθυμίζουν γιατί χρειαζόμαστε, όχι μόνο τις λέξεις αλλά και τις ιστορίες που αυτές δημιουργούν.
Δύσκολα να μην ταυτιστείς με το βιβλίο αυτό. Ακριβώς όπως και οι κάτοικοι του Σελινούντα, έτσι κι εμείς φοβόμαστε το οτιδήποτε διαφορετικό. Φοβόμαστε να συζητήσουμε μαζί του, φοβόμαστε να αντιπαρατεθούμε και προσπαθούμε να το απαλείψουμε για να μη μας αλλοιώσει. Και κάπως έτσι χάνουμε το νόημα της επικοινωνίας, της έκφρασης, της ζωής.
Αλήθεια, τι θα ήταν ο κόσμος χωρίς μνήμη; Χωρίς λέξεις; Ποια θα ήμουν εγώ χωρίς το δώρο της ανάγνωσης; Ποιοι θα ήμασταν όλοι μας άραγε; Ο βιβλιοπώλης του Σελινούντα δεν χρειάζεται να δώσει απαντήσεις. Μας προβληματίζει κι αυτό είναι χίλιες φορές πιο πολύτιμο.
«Ο βιβλιοπώλης του Σελινούντα» | Συγγραφέας: Roberto Vecchioni | Μετάφραση: Δημήτρης Παπαδημητρίου | Εκδόσεις Κριτική