Οι επιστρεφόμενοι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν μόνο αδιέξοδα στην Ελλάδα
Άλλη μια οδύσσεια καταγράφεται στην ευάλωτη ομάδα αναγνωρισμένων προσφύγων που έχουν επιστρέψει από άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην Ελλάδα -μετά τις διμερείς συμφωνίες του περασμένου καλοκαιριού που υπέγραψε η χώρα μας- και προσπαθούν να επιβιώσουν χωρίς να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν τα απολύτως αναγκαία και βασικά σε ό,τι άφορα για την επιβίωσή τους, μετά την επιστροφή τους.
Αν οι βασικές ελλείψεις και η μετατροπή των προσφυγικών camp σε σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης τσουβαλιασμένων ψυχών, εγκαταλελειμμένων και αβοήθητων από το κράτος, σε τραγικές και αβάστακτες συνθήκες διαβίωσης είναι η μεγάλη εικόνα του προσφυγικού και μεταναστευτικού προβλήματος, δυστυχώς, το ίδιο τραγικά αδυσώπητη είναι και η μικρή εικόνα των αναγνωρισμένων προσφύγων που έχουν επιστρέψει καταναγκαστικά χωρίς καμιά αληθινή προστασία ή πρόληψη.
Ολόκληρες οικογένειες άλλα και μεμονωμένοι πρόσφυγες δεν μπορούν να εξασφαλίσουν δυστυχώς ασφαλή στέγαση, επαρκές φαγητό, εργασία και κατάλληλη υγειονομική περίθαλψη ενώ ταυτόχρονα οι ελλείψεις που καταγράφονται και σε αυτό το πρόβλημα των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών είναι τεράστιες.
Αναφορικά με τις ελλείψεις και την απαραίτητη προστασία των αναγνωρισμένων προσφύγων στην Ελλάδα ουσιαστικά παραμένουν στα «χαρτιά» οι υποτιθέμενες λύσεις, όπως είχαν συμφωνηθεί, αφού πρώτα οι ευρωπαϊκές χώρες εξασφάλισαν την επιστροφή συγκεκριμένων προσφυγικών πληθυσμών στην Ελλάδα με τα βασικά αδιέξοδα να είναι ενεργά, αφήνοντάς τους στη τύχη τους.
Παρά το γεγονός πως το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας στις 31 Ιουλίου 2018 αποφάνθηκε ότι «οι αναγνωρισμένοι στην Ελλάδα πρόσφυγες δεν μπορούν να επιστραφούν χωρίς τις εγγυήσεις των αρμόδιων ελληνικών αρχών αφού θα πρέπει να εξεταστούν κατά περίπτωση κι αν τηρούνται οι αρχές για εξασφαλισμένο βιοπορισμό, η ανοιχτή πρόσβαση στην αγορά εργασίας, σε στέγαση και στην ιατρική περίθαλψη» η πραγματικότητα δείχνει πως «οι δικαιούχοι προστασίας αντιμετώπιζαν όχι μόνο την έλλειψη ευκαιριών ένταξης στην ελληνική κοινωνία αλλά και τις συχνά ανεπαρκείς συνθήκες διαβίωσης και μια εξαιρετικά επισφαλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση, που συχνά οδηγεί σε αγώνα για απλή επιβίωση».
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) και το PROASYL παρακολουθούν περιπτώσεις αναγνωρισμένων προσφύγων που έχουν επιστραφεί στην Ελλάδα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και καταγράφουν το πώς ζουν άστεγοι ή σε επισφαλή κατάσταση σε καταλήψεις στην Αθήνα ή σε εγκαταλελειμμένα κτίρια χωρίς πρόσβαση σε ηλεκτρικό ρεύμα ή νερό.
Η οδύσσεια μιας οικογένειας προσφύγων που επεστράφησαν από τις Ελβετικές αρχές
Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση μιας τετραμελούς ευάλωτης οικογένειας αναγνωρισμένων προσφύγων που επεστράφη από την Ελβετία στη χώρα μας στα τέλη Αυγούστου του 2018.
Η δύσκολη κατάσταση της οικογένειας, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης στέγης και της συνεχιζόμενης ανασφάλειας σχετικά με το βιοπορισμό και το μέλλον τους, δείχνει τη δεινή κατάσταση πολλών αναγνωρισμένων προσφύγων στην Ελλάδα, ιδιαίτερα εκείνων που επεστράφησαν από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Προσωπικό της Υποστήριξης Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) / PRO ASYL συνάντησαν μια οικογένεια σε ένα πάρκο στο κέντρο της Αθήνας, πέντε ημέρες μετά την απέλασή τους από την Ελβετία.
Από την πρώτη συνάντηση με την οικογένεια στις αρχές Σεπτεμβρίου, παρακολούθησαν την καθημερινότητά της οικογένειας, κατέγραψαν τις συνθήκες διαβίωσής της και παρείχαν νομική και κοινωνική υποστήριξη, καθώς και υπηρεσίες διερμηνείας στην οικογένεια.
Ταυτόχρονα με όλες τις απαραίτητες ενέργειες υποστήριξαν την οικογένεια στο αίτημά της για στέγαση ενώπιον αρμόδιων αρχών και ανθρωπιστικών οργανώσεων συμπεριλαμβανομένου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, του Δήμου Αθηναίων και του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (EKKA).
Η οικογένεια αντιμετώπισε σειρά ανυπέρβλητων προκλήσεων, όπως την έλλειψη στέγης, την άρνηση των παροχών και την ανεργία.
Η οδύσσεια της συγκεκριμένης οικογένειας των προσφύγων είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα της κατάστασης που βιώνουν όλοι αυτοί οι ευάλωτοι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες που έχουν επιστραφεί από άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην Ελλάδα και προσπαθούν να επιβιώσουν χωρίς να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν τα βασικά για την επιβίωση τους όπως ασφαλής στέγαση, επαρκές φαγητό και κατάλληλη υγειονομική περίθαλψη.
Τα λόγια της Aza εξηγούν αυτή την πραγματικότητα:
«Δεν μπορούμε να είμαστε ασφαλείς εδώ. Δεν μπορούμε να επιβιώσουμε εδώ. Χρειαζόμαστε ένα σπίτι. Θέλουμε μόνο ελευθερία και ειρήνη. Εγώ, πρέπει να αναπνεύσω, απλώς να αναπνεύσω. Θέλω να σπουδάσω και να δουλέψω. Θέλω μόνο να ζούμε σαν ανθρώπινα όντα, να μας σεβαστούν και να σεβαστούμε, να κοιμόμαστε με γεμάτο στομάχι, να νιώθουμε ασφαλείς …».
Ο Royar, η Aza και τα δύο παιδιά τους έφτασαν στην Ελλάδα μετά την έναρξη ισχύος της Κοινής Δήλωσης Ε.Ε.-Τουρκίας και έμειναν για αρκετούς μήνες στη Χίο κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
«Ο Royar είναι επιζήσας θύμα βασανιστηρίων στη χώρα καταγωγής του. Η Aza πάσχει από προβλήματα ψυχικής υγείας και ένα από τα δύο παιδιά της οικογένειας είναι χρόνια πάσχων ασθενής.
Η οικογένεια αντιμετώπισε εξευτελιστικές και ταπεινωτικές συνθήκες, καθώς και θέματα ασφάλειας κατά τη διάρκεια παραμονής τους σε μια σκηνή στη Χίο, εν αναμονή της ολοκλήρωσης των διαδικασιών ασύλου τους.
Τον Νοέμβριο του 2016, η οικογένεια έπεσε θύμα – μαζί με πολλούς άλλους πρόσφυγες στο νησί – μιας ευρείας κλίμακας ρατσιστικής επίθεσης από άτομα που φέρεται να συνδέονται με την ακροδεξιά.
Αργότερα, βρέθηκαν προσωρινά σε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα, στο πλαίσιο του συστήματος στέγασης του προγράμματος ΕΣΤΙΑ για αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες. Πληροφορήθηκαν ότι μετά την αναγνώρισή τους ως πρόσφυγες, η διαμονή τους στο σπίτι θα παρατείνονταν για μέγιστο χρονικό διάστημα έξι μηνών.
Με την αναγνώρισή τους ως πρόσφυγες, η απουσία μακροπρόθεσμου εθνικού προγράμματος ένταξης για τους πρόσφυγες κατέστησε αδύνατη την προοπτική να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή και ασφαλή διαβίωση στην Ελλάδα.
Η αδυσώπητη γραφειοκρατία των διμερών συμφωνιών και των Ευρωπαίων χαρτογιακάδων
Η οικογένεια ταξίδεψε στην Ελβετία και ζήτησε εκ νέου άσυλο. Στο αίτημά τους επικαλέστηκαν την έλλειψη αξιοπρεπούς και ασφαλούς διαβίωσης, την έλλειψη κατάλληλης υγειονομικής περίθαλψη και θέματα ασφάλειας στην Ελλάδα.
Ωστόσο, οι ελβετικές αρχές απέρριψαν το αίτημα τους ως απαράδεκτο.
Στις 31 Αυγούστου 2018, η οικογένεια επεστράφη στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας για τις επιστροφές και τη διμερή συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών.
Η οικογένεια δήλωσε ότι δεν είχε πρόσβαση σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο για να αμφισβητήσει την απόφαση των ελβετικών αρχών ενώπιον των δικαστηρίων και ότι δεν τους δόθηκε καμία σχετική πληροφορία ή βοήθεια μετά την επιστροφή τους στην Ελλάδα ενώ μετά την άφιξή τους εδώ, κατέληξαν άστεγοι.
Επιπλέον, καθώς επεστράφησαν από άλλη χώρα της Ε.Ε. ως αναγνωρισμένοι από την Ελλάδα πρόσφυγες, η οικογένεια δεν μπορούσε να φιλοξενηθεί σε κέντρο φιλοξενίας για αιτούντες άσυλο. Τέλος, οι αιτούντες άσυλο που έφθασαν στην Ελλάδα μετά το 2015 και έμειναν σε δομές σε ένα από τα νησιά ή σε κέντρα φιλοξενίας προσφύγων στην ηπειρωτική χώρα, επιτρέπεται να παρατείνουν τη διαμονή τους σε αυτές τις δομές για περιορισμένο χρονικό διάστημα μετά την χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
«Οι RSA / PRO ASYL επισημαίνουν ότι η παράταση του χρόνου διαμονής στο πρόγραμμα ESTIA και σε επίσημα χώρους φιλοξενίας δεν έχουν επίσημα ρυθμιστεί μέχρι σήμερα.
Οι προσπάθειες της οικογένειας να βρει μια θέση σε έναν ξενώνα για άστεγους για σύντομη χρονική περίοδο / καταλύματα έκτακτης ανάγκης, απέτυχαν επίσης. Αυτοί οι ξενώνες στην Αθήνα έχουν περιορισμένες θέσεις και έχουν μακρές λίστες αναμονής. Κατά κανόνα, αυτοί οι ξενώνες δεν δέχονται οικογένειες ή άτομα που δεν μιλούν ελληνικά ή αγγλικά ή υποφέρουν από προβλήματα ψυχικής υγείας. Επιπλέον, ο μοναδικός ξενώνας για αστέγους που δέχεται οικογένειες, έχει αναστείλει τις δραστηριότητές του από τον Μάιο του 2018.
Οι προσπάθειες για την εξεύρεση στέγασης στο πλαίσιο του ”Συστήματος κοινωνικής στέγασης” του Δήμου Αθηναίων αποδείχτηκαν άκαρπες, καθώς το σχέδιο έχει περιορισμένους χώρους και μια μακρά λίστα αναμονής επίσης.
Επιπλέον, τα άτομα που διαμένουν σε ενοικιαζόμενα καταλύματα και θα υποβάλουν αίτηση για το νεοσυσταθέν «επίδομα ενοικίου» το 2019, πρέπει να είναι μόνιμοι κάτοικοι νομίμως στη χώρα για τουλάχιστον πέντε έτη. Αυτό ήταν ένα ακόμη ανυπέρβλητο εμπόδιο για την οικογένεια στις προσπάθειές τους να βρουν ασφαλή στέγαση».
Άνθρωποι, ανήλικα παιδιά και οικογένειες προσφύγων στα αζήτητα
Δεκάδες άλλοι πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων ευάλωτων περιπτώσεων, έχουν επίσης επιστραφεί στην Ελλάδα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παρά τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν όσον αφορά την πρόσβαση στα βασικά οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Κανένα ουσιαστικό βήμα δεν έχει υπάρξει από τις ελληνικές αρχές ώστε να μιλάμε για ουσιαστικές προϋποθέσεις ενσωμάτωσης για να διασφαλιστεί ότι οι οικογένεια αυτές θα έχουν μια αξιοπρεπή και ασφαλή διαβίωση με ασφαλή στέγαση, διατροφή, εργασία και μαθήματα γλώσσας.
Οι επιστρεφόμενοι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες δεν αντιμετωπίζουν μόνο τέτοια τραγικά αδιέξοδα στην Ελλάδα αλλά και τις κλειστές πόρτες του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής καθώς στην πράξη δεν έχουν καμία ασφαλή και αποτελεσματική πρόσβαση σε οργανωμένες δομές.
«Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) και το PRO ASYL είχαν τεκμηριώσει την επισφαλή κατάσταση των δικαιούχων διεθνούς προστασίας σε εκτενές νομικό σημείωμα το 2017 και σε έκθεση πραγματογνωμοσύνης το 2018.
Οι δύο αυτές αναφορές παρουσιάζουν τις ανησυχητικές συνθήκες διαβίωσης των δικαιούχων διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου του σοβαρού κινδύνου αστεγίας, την ανεργία, τα εμπόδια στην απόκτηση κοινωνικών παροχών και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
Με βάση τη συνεχιζόμενη έρευνα, οι δύο οργανώσεις επαναλαμβάνουν την έκκλησή τους προς τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες να σταματήσουν τις επιστροφές αναγνωρισμένων προσφύγων στην Ελλάδα».
Το καθεστώς διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα για άλλη μια φορά δεν μπορεί να εγγυηθεί καμιά αξιοπρεπή ζωή για όσους εξαναγκάστηκαν σε επιστροφή.
Μια κατάσταση που συνεχιζόμενα υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των μέτρων προστασίας προσφύγων αλλά και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Οι πληροφορίες, οι μαρτυρίες και η φωτογραφία είναι από ενημερωτική έρευνα της Υποστήριξης Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) PRO ASYL. Ολόκληρη την έρευνα μπορείτε να τη βρείτε εδώ. Τα ονόματα στις μαρτυρίες έχουν αλλάξει για να προστατευτεί η ανωνυμία των προσφύγων.