Οι παιδικοί ήρωες είναι ακόμη εδώ
Βρίσκομαι για άλλη μια φορά, χαμένος να τρέχω, σε μια συνοικία της μεγάλης πόλης.
Αναρωτιέμαι, καθώς παρατηρώ το κορδόνι του δεξιού παπουτσιού μου που έχει λυθεί, γιατί να μην είχα την δύναμη του Μπλεκ, του παιδικού μου ήρωα των κόμικς, να επανόρθωνα όλα τα, τόσα πολλά, «κακώς κείμενα».
Με το αριστερό μου χέρι σκουπίζω τον ιδρώτα πάνω από τα δυο μου μάτια που με τσούζουν. Παίρνω μια βαθιά εισπνοή. Ξεφυσώ τοξικό διοξείδιο του άνθρακα.
Κατανοώ, παραδέχομαι πως ποτέ δεν είχα την δύναμη ούτε του Μπλεκ,
ούτε του Σπάιντερμαν,
ούτε του Ποπάυ,
ούτε του Ζαγκόρ,
ούτε του Όμπραξ,
ούτε του μικρού Ήρωα,
ούτε του μικρού Σερίφη,
ούτε του Ζορρό της Ζούγκλας,
ούτε του Τζον Γκρηγκ,
ούτε του Σεραφίνο,
ούτε καν του Τιραμόλα.
Τους θαύμαζα. Όλοι τους, μου έδιναν την προοπτική της πραγμάτωσης του ανέφικτου μα συνάμα και του αυτονόητου δίκαιου για τον κάθε άνθρωπο.
Περνώ στο απέναντι πεζοδρόμιο και ψάχνω να προσανατολιστώ. Γνωρίζω ότι ζω στην μεγάλη πόλη με τις πολλές δυσκολίες και τους λίγους συμμάχους.
Μία στάλα αλμυρού ιδρώτα χώνεται στο αριστερό μου μάτι. Θολώνω. Στραβοπατώ και πέφτω.
«Γαμώ την ατυχία μου, γαμώ», φωνάζω πολύ δυνατά.
Καθώς σηκώνομαι τον βλέπω. Είναι εκεί πάνω στο σπίτι και καιροφυλακτεί. Ένας παιδικός μου ήρωας βρίσκεται μπροστά μου. Ακούω την γρήγορη ανάσα μου. Ο ιδρώτας μου γίνεται δάκρυ.
Θυμάμαι, μικρός σαν ήμουν να πολεμώ συνέχεια. Να πολεμώ και να κατακτώ το ανέφικτο μα και συνάμα αυτονόητο δίκαιο για τον κάθε άνθρωπο. Θυμάμαι, να μην φοβάμαι.
Υπάρχεις ακόμη; του φωνάζω.
Επιστρέφω. Προσανατολίζομαι στην μεγάλη πόλη με τις πολλές ευκαιρίες και τους αναπάντεχους συμμάχους. Νιώθω στα πόδια μου, κάτι από την ταχύτητα και την δύναμη του Μπλεκ.