«Όρνιθες» σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη – Όταν η κωμωδία καινοτομεί
Οι Όρνιθες του Αριστοφάνη διδάχθηκαν το 414 π.Χ. στα Εν Άστει Διονύσια. Στο έργο δυο Αθηναίοι με ονόματα Ευελπίδης (αισιόδοξος) και Πεισέτερος (αυτός που αρέσκεται να νουθετεί) νιώθοντας αποστροφή για την φιλοδικία στην πόλη της Αθήνας την εγκαταλείπουν και αναζητούν νέα στέγη, κοντά στα πουλιά, ανάμεσα στην γη και στον ουρανό. Αναγνωρίζοντας, ο Πεισέτερος, την στρατηγική θέση τους ανάμεσα σε γη και ουρανό, πείθει τον Τηρέα (βασιλιά των πουλιών) να ιδρύσουν ένα βασίλειο το οποίο θα έχει το ισχυρό όπλο να παρεμποδίζει την τσίκνα από τις θυσίες των ανθρώπων να φτάνουν ως τον ουρανό. Έτσι, οι θεοί «πεινασμένοι» από την έλλειψη θυσιών αναγκάζονται σε συμβιβασμό.
Στο πλαίσιο του Διεθνούς φεστιβάλ Πάτρας παρακολουθήσαμε τους Όρνιθες σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη. Ο Άρης Μπινιάρης έχει ένα ιδιαίτερο στυλ να προσεγγίζει τα έργα του και αυτό το στυλ επέβαλε και στους Όρνιθες. Η μουσική, η κίνηση (αυτοσχεδιαστική βέβαια σε αρκετά σημεία) και η σκηνοθετική καθαρότητα έδωσαν μια νέα – προσληπτική- διάσταση στην συγκεκριμένη κωμωδία, παρουσιάζοντας μια μεταμοντέρνα- Μπεκετική (περιμένοντας τον Γκοντότ) διττότητα στους χαρακτήρες του, ενώ παράλληλα πρόβαλλε μια σύγχρονη διάσταση του Αριστοφανικού έργου κρατώντας απόσταση από επιθεωρησιακού τύπου παραστάσεις του Αριστοφάνη, που είχαν παρουσιαστεί κατά το παρελθόν. Ο Άρη Μπινιάρης «επένδυσε» στην εξωπραγματική πλοκή, προβάλλοντας τους αρχαίους συσχετισμούς του έργου (που δεν αφορούν την αντιληπτή πραγματικότητά μας) σε συνδυασμό με διαχρονικές κωμικές τεχνικές χρησιμοποιώντας λεκτικές και εξωλεκτικές σημειολογήσεις. Για παράδειγμα σατιρίζοντας την ουτοπική εικόνα της σύγχρονης πραγματικότητας ο Μαθηματικός Μέτων, που σατιρίζεται στο αρχικό έργο, παρουσιάστηκε ως καρικατούρα επενδυτικού γραφείου· ενώ ο «επιθεωρητής», ως μορφή μικροαπατεώνα που λαδώνει και λαδώνεται για να λύσει τα όποια προβλήματα. Σημαντική είναι η καντιανή διάσταση που δόθηκε από τον Άρη Μπινιάρη στους χαρακτήρες του έργου. Ο Κάντ πίστευε πως θεμέλιο της ηθικής πράξης είναι να δεχόμαστε τον άνθρωπο ως σκοπό καθ’ εαυτόν και όχι ως εργαλείο άλλων ανθρώπων.
Σκηνοθετικά ο Άρης Μπινιάρης ξεφεύγει από την Αριστοφανική διάσταση της φιλονικίας, της αρχαίας Αθήνας, τοποθετεί στο κέντρο τον άνθρωπο και μας δείχνει πως η νεφελοκογγυγία (πόλη των πουλιών) πρέπει να διακατέχεται από ανθρώπινες αξίες και όχι από θεόμορφες απαιτήσεις, κάτι που τοποθετεί το θεϊκό στοιχείο (τους θεούς) σαν σε ένα πολιτικό κόμμα ατόμων που κυβερνούν και ζητάνε, χωρίς να δίνουν τίποτα στον απλό κόσμο. Έτσι ο Μπινιάρης τοποθετεί την παράσταση σε Αριστοφανικά συμφραζόμενα δοσμένα με μια σύγχρονη πολιτική ματιά. Στα παραπάνω βοήθησε αρκετά η δραματουργική σύλληψη από την Έλενα Τριανταφυλλοπούλου που δεν στάθηκε σε δεδομένα προϋπάρχοντα έργα ή παραδείγματα της Αριστοφανικής κωμωδίας αλλά τοποθέτησε και μεταμοντέρνα (Μπεκετικά) στοιχεία.
Στο υποκριτικό κομμάτι ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος και ο Γιώργος Χρυσοστόμου ξεδίπλωσαν άριστα το υποκριτικό τους ταλέντο στη σκηνή. Με συνεχή κίνηση εμφάνισαν πολύ καλή σωματικότητα, ενώ παράλληλα έβγαλαν την διττή ενσάρκωση των Μπεκετικών ηρώων σε συνδυασμό με τους Αριστοφανικούς χαρακτήρες, κάτι το οποίο δείχνει αμέριστο επαγγελματισμό. Ο εννεαμελής (δώδεκα ήταν στην αρχαία κωμωδία) χορός απαρτιζόμενος από τους Αλέξανδρο Βαρδαξόγλου, Θανάση Ισιδώρου, Τάσο Κορκός, Αυγουστίνο Κούμουλου, Κυριάκο Σάλη, Ειρήνη Τσέλου, , Μαρία Κυρώζη, Αλεξία Σαπρανίδου & Σοφία Κουλέρα κάλυψαν κινησιακά όλο το χόρο σε στιγμές όμως αυτοσχεδιαστικές έχαναν τη συνοχή τους, κάτι που χτύπαγε άσχημα «στο μάτι» των θεατών. Οι «παρείσακτοι» του έργου ξεχώρισαν για τους κωμικούς-δοσμένους σε σημερινά συμφραζόμενα διαλόγους- ο Στέλιος Ιακωβίδης ως χρησμολόγος και Προμηθέας απέδωσε άριστα και τους δυο ρόλους, ειδικά ως Προμηθεας ήταν εντυπωσιακή η κυνική απόδοση του ρόλου. Ο Ερρίκος μηλιάρης ως «διευθετιστής» και ο Θανάσης Ισιδώρου ως πολιτικός-δημοσιογράφος έδωσαν με συνεχή κίνηση και έξυπνες ατάκες την κωμική νότα που εμπεριέχουν οι φιγούρες ώστε να είναι αναγνωρίσιμες στο σήμερα, ενώ η Κωνσταντίνα Τακάλου ως υπεύθυνη πολιτισμού -Φασιονίστα, ήταν απολαυστική ως καρικατούρα τηλέοπτικού πρωινάδικου, από κοντά και ο Κώστας Κορωναίος ως Έποπας με έξυπνες ατάκες.
Στα σκηνικά και στα κοστούμια ήταν εξαιρετική η σύλληψη του Πάρι Μέξη. Το σκηνικό κάτι μεταξύ δέντρων ως τόπος κατοικίας των πουλιών με πρόκες ώστε συνδηλωτικά να διαφαίνεται ο τόπος των δυο γήινων ηρώων· ενώ σε μερικά από αυτά υπήρχε πιο έντονο το πάνω μέρος δηλωτικό της φαλλοφορικής διάστασης της κωμωδίας. Οι σκευή των χορευτών με τα γαμψά κράνη ήταν κάτι ξεχωριστό και έδωσε την εξωτική Αριστοφανική (και στο αρχαίο εξωτικά πουλιά υπήρχαν) διάσταση, παράλληλα τα κοστούμια των δυο βασικών ηρώων σκιαγραφούσαν την μεταμοντέρνα σύλληψή του έργου. Τέλος, η μουσική (έχει σημαντικό ρόλο σε όλα τα έργα του Μπινιάρη) από τον Αλέξανδρο Δράκο Κτιστάκη χρωμάτισε εξαιρετικά τις στιγμές του έργου.
Η κωμωδία Όρνιθες σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη απέδειξε πως είναι δυνατόν η κωμωδία να ακολουθήσει τη θεωρία της πρόσληψης (φιλολογική θεωρία που όμως εφάπτεται σε θεάματα) και να παρουσιαστεί στο σήμερα, μακριά από αρχαία μονοπάτια, που δεν έχουν λόγο να καταδειχτούν καθώς οι αρχαίοι ήρωες και η δημαγωγία τους αφορά την αρχαία Αθήνα. Ενώ οι σημερινές καταστάσεις απέχουν. Η σύγχρονα δοσμένη κωμωδία είναι η απόδειξη πως ο Αριστοφάνης είναι διαχρονικός και με μερικές «παρεμβολές» πάντα επίκαιρος.