tetartopress

“Poor things” του Γιώργου Λάνθιμου – Μια τόσο εκθαμβωτική επιφάνεια


“Poor things”.
Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος.
Πρωταγωνιστούν: Έμα Στόουν, Γουίλεμ Νταφόε, Μαρκ Ράφαλο.
Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, ΗΠΑ, 2023.
* Περιέχονται spoilers

Μια φορά κι έναν καιρό, στο Λονδίνο της Βικτωριανής εποχής τον 19ο αιώνα, ήταν μια γυναίκα, η Μπέλα, που είχε αυτοκτονήσει αλλά πριν το σώμα της παγώσει και γίνει άκαμπτο, ο πειραματιστής επιστήμονας Γκόντγουιν (:God-win) Μπάξτερ αντικατέστησε τον νεκρό της εγκέφαλο, μ’ αυτόν του παιδιού που κυοφορούσε. Η Μπέλα αναστήθηκε, μητέρα και το παιδί της μαζί, χωρίς να το γνωρίζει, και χρειαζόταν να ξαναμάθει να περπατάει, να χρησιμοποιεί τα χέρια, να μιλάει. Εκείνη την εποχή, η θέση της γυναίκας ήταν στο σπίτι αλλά η Μπέλα με τον αδιαμόρφωτο από κοινωνικά πρότυπα εγκέφαλο και τη μνήμη σαν άγραφο χαρτί, αποδρά από τον δημιουργό-κηδεμόνα της και τον συνεργάτη του που προοριζόταν ως σύζυγός της, για ένα ταξίδι στον κόσμο στο πλευρό ενός σαγηνευτικού, πανούργου δικηγόρου, ταξίδι έναρξης της διαδικασίας επαν-ενηλικίωσης και της επανα-νοηματοδότησης της ζωής. Εξελίσσεται νοητικά επανακτώντας τον λόγο και τη σκέψη, κατακλύζεται από την αφυπνισμένη λίμπιντο βιώνοντας αχόρταγα, ολοκληρωτικά τη σεξουαλική ηδονή με τον δικηγόρο, όμως εκείνος, γνήσιο τέκνο της εποχής του και διαχρονικό τέκνο των πατριαρχικών κοινωνιών, επιχειρεί να την χειραγωγεί. Η Μπέλα σαρκάζει τον αστικό καθωσπρεπισμό στο πολυτελές πλοίο που ταξιδεύουν, σπαράζει βλέποντας τη φτώχεια και νεκρά μωρά εξαιτίας της, και προσφέρει όλα τα χρήματά τους- χωρίς, ωστόσο, ν’ αναρωτιέται για τα αίτια της φτώχειας. Μετά από καιρό και περιπέτειες, επιστρέφει στην πατρική στέγη του Γκόντγουιν, εκκρεμούσε, όμως, μια τελευταία δοκιμασία ώστε να ολοκληρωθεί η χειραφέτησή της και να ζήσουν αυτή και οι δικοί της καλά- κι εμείς, άραγε καλύτερα όταν ανάψουν τα φώτα;

Είμαστε η εκπαίδευση, η διαπαιδαγώγηση, η διαμόρφωσή μας από ό,τι είναι γνωστό και αποδεκτό στην κοινωνία και την εποχή που έχουμε μεγαλώσει, ο εγκέφαλός μας είναι προγραμματισμένος: η ταινία βασίζεται σ’ αυτήν την αλήθεια αλλά εκτυλίσσεται σαν απλοϊκό παραμύθι (δεν έχουμε διαβάσει το βιβλίο του Alasd.Gray όπου βασίζεται). Η Μπέλα, αναπτύσσοντας τον ιδεαλισμό της, είναι πάντα οπλισμένη με τη ζωογόνο παιδικότητα της ασίγαστης περιέργειας και του αυθορμητισμού, ιδιαίτερα στην έκφραση του θυμού (που δίνει δύναμη στα παιδιά να είναι ο εαυτός τους και να μην αισθάνονται ανίσχυρα μεγαλώνοντας) και, κυρίως, με την ελεύθερη έκφραση τής σεξουαλικότητάς της. Θα εγκαταλείψει και τον δικηγόρο: η Μπέλα αποδομεί την αντρική εξουσία στον πατριαρχικό κόσμο όπου ζει- παραδόξως, χωρίς σοβαρή αντίδραση από τους κτητικούς άντρες, κάτι που θα ήταν απόλυτα αναμενόμενο από ανθρώπους με εσωτερική ένδεια και χωρίς αυτογνωσία όταν χάνουν την εξουσία τους. Αποσύρονται, θαρρείς, εκ των προτέρων ηττημένοι μπροστά στην άφοβη στάση της.

Η Μπέλα θα βρεθεί σε οικονομική ανάγκη κι αποφασίζει να εργαστεί σ’ έναν οίκο ανοχής, με ένα επιπλέον κίνητρο: της εγγυώνται ότι θα κάνει σεξ! Πώς, άραγε, στο στάδιο ανάπτυξης όπου βρίσκεται ο εγκέφαλός της, διψάει για πνευματική καλλιέργεια (ήδη ενδιαφέρεται για τη φιλοσοφία) αλλά δεν επιθυμεί ακόμα να εμπλουτίσει τη φλεγόμενη σεξουαλικότητά της με συναισθήματα για άλλες υπάρξεις; Και, πως ένας ελεύθερος άνθρωπος που ήδη γνωρίζει ότι το χρήμα δεν είναι μόνο ανταλλακτικό μέσο αλλά, κυρίως, χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ανισοτήτων, δεν προβληματίζεται γιατί το σεξ γίνεται οικονομική συναλλαγή και ποιου είδους σεξουαλική ηδονή προσφέρει τότε; Πως, άραγε, όταν πια έχει αποκτήσει εμπειρία της σεξεργασίας/πορνείας, δεν διαισθάνεται ότι πληρώνεται τόσο για τη σωματική ικανοποίηση που προσφέρει όσο και την ηδονή να επιβάλλονται στο σώμα της, κι εκπλήσσεται ακούγοντας την απάντηση στο αίτημά της να επιλέγει η ίδια τους πελάτες της, ότι «οι άντρες φτιάχνονται να κάνουν σεξ με γυναίκες που δεν τους θέλουν προς την αυτογνωσία και τη χειραφέτηση»; Επίσης, μαθαίνουμε ότι μαθητεύει στον σοσιαλισμό αλλά δεν μαθαίνουμε αυτήν την επίδραση στην προσωπικότητά της. Η Μπέλα θα αρχίσει να αισθάνεται θλίψη και θα φύγει από το μπορντέλο (επιπλέον, για να προλάβει τον ετοιμοθάνατο «πατέρα» της) αλλά χωρίς να έχει πρώτα εκβαθυνθεί ο χαρακτήρας της: οι εσωτερικές της διεργασίες δεν μας μεταδίδονται σε μια προσχηματική δραματουργία και ανοικονόμητη αφήγηση (πριν φύγει η Μπέλα, θα υπομείνουμε μια μεγάλη σε διάρκεια απεικόνιση του πληρωμένου σεξ που υπόκειται- έχοντας συμφωνήσει να μην επιλέγει πελάτες ώστε να μην κινδύνευαν με μείωση τα έσοδα της δουλειάς επειδή ήταν απαραίτητα για τη θεραπεία ενός μωρού).


Δεν εμβαθύνονται και οι υπόλοιποι βασικοί χαρακτήρες. Ποια επιφοίτηση μεταμορφώνει τον πάρα λίγο σύζυγό της και την δέχεται ισότιμα; Ο Γκόντγουιν με παραμορφωμένο πρόσωπο από τα πειράματα τού πατέρα του (και, άγνωστο γιατί, έχει αποδεχτεί την επιστημονική αξία τους), δημιουργεί νέους ζωντανούς οργανισμούς συνδέοντας μέλη από διαφορετικά ζώα και φτάνει στη δημιουργική του κορύφωση αναδημιουργώντας ανθρώπινες ζωές- η άλλη ανθρώπινη δημιουργία του, όμως, δεν εξελίσσεται: «Έκανα λάθος με την Μπέλα, επέτρεψα να αναπτυχθούν συναισθήματα», δηλώνει- άρα, η εξέλιξή της εξαρτήθηκε από το θεϊκό του λάθος κι όχι από την προσωπική της ευθύνη; Δεν κατανοούμε στο όνομα ποιας επιστημονικής ηθικής και ποιου ανθρωπιστικού σκοπού πειραματίζεται, πέρα απ’ ό,τι υπονοείται στο όνομά του (:God). Η εργασία του συνεχίζεται από την Μπέλα, όταν το κρίνει αναγκαίο: θαρρείς ότι θα ‘πρεπε να αισθανόμαστε μόνο ηδονή όταν τιμωρεί έναν πανίσχυρο κοινωνικά, αποκτηνωμένο άντρα τοποθετώντας του τον εγκέφαλο μιας κατσίκας και μεταμορφώνοντάς τον σε ανθρωπόμορφο τετράποδο («για να προοδεύσει») και να μην αμφισβητούμε την ηθική της διάσταση (κι όλων των παρόμοιων πειραμάτων) – λυτρωτής, τιμωρός και θηλυκός πλέον Θεός που αποδίδει δικαιοσύνη στις κοινωνίες ανισοτήτων κι εκμετάλλευσης που δημιουργούμε και διαιωνίζουμε. Και, μαζί, να αδιαφορούμε για τα δικαιώματα των ζώων μπροστά στην ανάγκη μιας θείας τιμωρίας που πρέπει στον άνθρωπο .

Υποχωρεί η ανάπτυξη των σημαντικών θεμάτων μπροστά στον στόχο του εντυπωσιασμού: σκηνοθετικός μαξιμαλισμός, φαντασμαγορικές εικόνες, το γκροτέσκο υπηρετεί περισσότερο το φορμαλιστικό στυλιζάρισμα, μπουχτίζει η χρήση ευρυγώνιων φακών, κωμικός τόνος αλλά με μετριασμένο το μαύρο, σουρρεαλιστικό χιούμορ του Λάνθιμου. Παρών, βέβαια, ο γνώριμος αυτοσκοπός της πρόκλησης- έως την αποστροφή: στο πλάνο όπου η «νεογέννητη» Μπέλα, μιμούμενη τον «πατέρα» της, εκστατικά μπήγει νυστέρια στα μάτια ενός πτώματος, ξανά και ξανά και ξανά… και στο κλινικό πλάνο στα μάτια της κατσίκας που αντιλαμβανόμαστε ότι θα της αφαιρεθεί ο εγκέφαλος αντί να γίνει αντιληπτό από ένα σχεδιάγραμμα στο επιστημονικό εγχειρίδιο. Υπάρχουν, βέβαια, η τρυφερή σκηνή της σεξουαλικής ικανοποίησης της Μπέλα από τη μαύρη ιερόδουλο (αλλά όχι αμοιβαία), τον μόνο άνθρωπο που μπορεί να μοιραστεί τις αγωνίες της χωρίς, όμως, να αναπτύσσεται η σχέση τους, το φουτουριστικό στοιχείο που υπονοεί τη διαχρονική καταπίεση της γυναικείας σεξουαλικότητας και την εσωτερίκευσή της ως ανηθικότητα, οι εξαιρετικές ερμηνείες της Στόουν και του Ράφαλο. Όμως, κουράζουν η όλη επιφανειακότητα, η απλοϊκή αισιοδοξία, τα φεμινιστικά κι ανθρωπιστικά μηνύματα που αποδυναμώνονται. Και, χωρίς ένα ρίγος, μια απορία, μια υπόκωφη συγκίνηση στην υπαρξιακή διαδρομή της Μπέλα προς την αυτογνωσία και τη χειραφέτηση, η ταινία δεν μας αγγίζει.

 
 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 
 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

 
Τιφέν Ριβιέρ «Η Διάκριση»

Τιφέν Ριβιέρ «Η Διάκριση»

Ένας καθηγητής κοινωνιολογίας προσπαθεί να εξηγήσει στους μαθητές του λυκείου του τις βασικές έννοιες της Διάκρισης του Πιερ Μπουρντιέ, οδηγώντας τους να ...
Naxatras - Νέο single & ανακοίνωση κυκλοφορίας νέου άλμπουμ

Naxatras – Νέο single & ανακοίνωση κυκλοφορίας νέου άλμπουμ

To psychedelic rock συγκρότημα Naxatras ανακοίνωσε την κυκλοφορία του πέμπτου στούντιο άλμπουμ τους, V, που θα κυκλοφορήσει στις 28 Φεβρουαρίου ...
Ρόμπερτ Μούζιλ «Τρεις γυναίκες»

Ρόμπερτ Μούζιλ «Τρεις γυναίκες»

Τρία θραυσματικά πορτραίτα γυναικών που συγκροτούν μια συγκλονιστική σύνθεση με επίκεντρο την τραγωδία του έρωτα. Η ειρωνεία του αφηγητή που ...
Νάντη Χατζηγεωργίου «Φτιάχνω έναν πύργο»

Νάντη Χατζηγεωργίου «Φτιάχνω έναν πύργο»

Είναι αυτό το ψηλό κτήριο ένας φανταστικός τόπος, ένας χώρος για όλους ή μήπως ο λόγος που θα γίνουμε εχθροί; ...

Σχετικά με τον αρθρογράφο:

Έχει γράψει 226 Άρθρα

Εκείνες τις ατέλειωτες ελεύθερες ώρες των φοιτητικών χρόνων στην δεκαετία του '80, η ανάγκη για τη διαμόρφωση μιας προσωπικής ταυτότητας, να ξέρεις τουλάχιστον ποιος δεν είσαι, βρήκε καταφύγιο στην κινηματογραφοφιλία, στα διαβάσματα των κριτικών για ταινίες και στις συζητήσεις γύρω απ' αυτές. Με τα χρόνια, μετά από ναρκισσισμούς κι επιδείξεις, αυτό που μένει στο τέλος είναι το να είσαι επιτέλους ανοιχτός στο να μαθαίνεις διαρκώς τι σ' αρέσει, τι δεν σ' αρέσει, τι παύει να σ' αρέσει και τι αρχίζει να σ' αρέσει. Έτσι, ταυτόχρονα, είναι δυνατό επιτέλους, να μπορείς να δεχθείς τι αρέσει και τι δεν αρέσει και στον άλλον. Ο κινηματογράφος είναι σαν ένα δεύτερο σπίτι που μπορεί να χωράει όλο και πιο πολλούς. | [email protected]

RELATED ARTICLES

Back to Top