Σε σκέφτομαι κάθε που βλέπω απλώστρα

«Σε σκέφτομαι κάθε που βλέπω απλώστρα». Αυτή είναι η φράση που ακούω πιο συχνά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Στην αρχή, ήταν «τι φάση με τις απλώστρες ρε συ;», μα τώρα πια, μου έχετε στείλει πάνω από 500, έχει γίνει συλλογικό βίωμα. Δεν ήταν δικιά μου ιδέα όμως το εξώφυλλο που δημιούργησε αυτόν τον χαμό. Ήταν της Μελισσάνθης Σαλίμπα και για αυτή της την ιδέα, υλοποιημένη στο εξώφυλλο από τα Αστικά Δύστυχα, κέρδισε έπαινο στα βραβεία ΕΒΓΕ. Εγώ πήγα με τη συλλογή και την ιδέα πως θέλω για εξώφυλλο κάτι απλό ή μίνιμαλ, πες το όπως θες, αλλά κάτι ταυτοτικό για ολόκληρη τη γενιά μου. Ξέρεις αυτή λίγο πριν ή λίγο μετά τα 35. Και αν και έχω περάσει μεγάλο κομμάτι της ζωής μου απλώνοντας, ζώντας από τα 18 μόνος μου, πριν μου φέρει το εξώφυλλο, δεν είχα σκεφτεί ποτέ μου την απλώστρα. Και ας έχω δύο από δαύτες, γιατί ο χειμώνας δεν βγαίνει με άλλο τρόπο. Και ας είναι πολλές μέρες που η υγρασία της Πάτρας με αναγκάζει να τις βάλω στο σαλόνι, μειώνοντας τα ήδη περιορισμένα τετραγωνικά του διαμερίσματος μου. Είχα σκεφτεί εκατοντάδες άλλα πράγματα τα οποία τώρα δεν θυμάμαι και τα οποία ευτυχώς δεν κατέθεσα. Πήγα την ιδέα μου, μιλήσαμε λιγάκι και ήξερα πως όπως δημιούργησα εγώ τη συλλογή, έτσι και σε εκείνη δεν πρέπει να επιβάλλω κάποια συγκεκριμένη ιδέα, μόνο να της δώσω μία αίσθηση και μια καλλιτεχνική ελευθερία την οποία είχα και εγώ τόσο κατά τη δημιουργία, όσο και στο στήσιμο της συλλογής και για αυτό, είμαι υπόχρεος στη Ζιζή Σαλίμπα και στις εκδόσεις Θίνες.
Ίσως να αναρωτηθείτε γιατί η απλώστρα είναι ταυτοτικό αντικείμενο της γενιάς μου και της γενιάς της Μελισσάνθης. Είμαστε μία γενιά που κατά τα φαινόμενα, θα ζούσε καλύτερα από αυτή των γονιών της. Εμείς, θα ζούσαμε τους μεγάλους έρωτες στα σεντόνια μας και τις μεγάλες πίκρες μπροστά στην οθόνη του κινηματογράφου. Ο θάνατος δεν θα ήταν για μας, ούτε οι σκόρπιοι στο χάρτη φίλοι και φίλες. Εμείς, φωτίσαμε την πόλη έναν Δεκέμβρη, ερχόμενοι από αλλού και δείξαμε τη μαύρη καρδιά της από άκρη σε άκρη.
Και τελικά, σε μικροσκοπικά δυαράκια, με σπαστές απλώστρες δίπλα στον αφυγραντήρα, να προλάβουν να στεγνώσουν τα ρούχα, να φορεθούν την επομένη στη δουλειά. Για αυτό λοιπόν, οι απλώστρες, σαν μία σιωπηλή συνωμοσία που σκαρώσαμε, χωρίς πότε να τη συμφωνήσουμε πραγματικά, πριν. Και όπου μας βγάλει.
Κι όπως βλέπεις, με σκέφτονται κάθε που βλέπουν απλώστρα. Η κάθε που βάζουν πλυντήριο κι αυτό μεταφράζεται σε τρεις πλήρεις εκδόσεις.
Τώρα για το περιεχόμενο αν με ρωτάς, χρονικά διατρέχει ολόκληρη τη μεταπολίτευση μέχρι περίπου και το σήμερα μέσα από τρία κυριακάτικα οικογενειακά τραπέζια, από αυτά που έχουμε ζήσει όλοι, από αυτά που δεν γινόταν να τα αποφύγεις ή που εθιζόσουν κάποια στιγμή στην ένταση τους. Αυτά που μόνο όταν τα χάσεις θα σου λείψουν πραγματικά. Παράλληλα με αυτά, η ζωή κυλά, οι πόλεις γίνονται πιο άγριες, η επιβίωση μοιάζει με δυσεπίλυτο πρόβλημα ανώτερων μαθηματικών και ο χρόνος που δεν υπακούει σε καμία ηθική, σου παίρνει ανθρώπους. Η κυριότερη απώλεια που πραγματεύεται η συλλογή είναι από τις σημαντικότερες, η απώλεια δηλαδή της μητέρας.
Τα Αστικά Δύστυχα ήδη έχουν φωτογραφηθεί από τη Βαρκελώνη μέχρι την Νότια Κορέα και από την Ιορδανία και την Υεμένη ως δεν ξέρω και εγώ που, χαρίζοντας μου ένα σωρό ταξίδια του μυαλού. Με πήγαν με το σώμα στην Κύπρο, να τα κάνω performance στο Σαρδάμ festival, θα με πάνε και αλλού. Έχουν ήδη γνωρίσει τις πρώτες μελοποιήσεις τους, ενώ κάποια από αυτά, θα ακουστούν σε γλώσσες στις οποίες δεν γνωρίζω να μιλήσω. Γίναν και αυτά πανό πολιτικό, stencil και συνθήματα σε τοίχους, εικονογραφήθηκαν σε καρτ ποστάλ, έφεραν κοντά ανθρώπους και πραγματικά δεν ξέρω τι άλλο.
Είναι ένα βιβλίο σαφώς πολιτικό, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο, αυτό του συνθήματος και του τσιτάτου πού υπάρχει έντονο στο Ανταρτικό ². Εδώ η συνθήκη γραφής ήταν τελείως διαφορετική, έτσι και η πραγματικότητα. Εδώ η ποίηση λειτουργεί σαν βραδυφλεγής βόμβα που πρώτα θα σκάσει μέσα σου. Και μετά, το αποτέλεσμα της έκρηξης κάτι πρέπει να το κάνεις. Δεν σε φοβάμαι όμως, αντιθέτως σου έχω απόλυτη εμπιστοσύνη.