«Σκέπασέ με μονάχα» – Δέκα ζωές, δέκα στιγμές
Η Σόνια Ζαχαράτου έχει πολλές ιστορίες να πει. Γιατί και συγγραφέας είναι και δημοσιογράφος. Και οι ζωές των ανθρώπων, ακόμα κι αν αυτά που τους συμβαίνουν περνάνε στα «ψιλά γράμματα», έχουν πάντα ενδιαφέρον. Έστω κι αν χρειάζεται να βάλεις λίγη φαντασία για να τις κάνεις βιβλίο.
Η συλλογή Σκέπασέ με μονάχα είναι ακριβώς αυτό. Ιστορίες αληθινές, προσωπικές, βγαλμένες από τις σελίδες μιας εφημερίδας, φανταστικές, αλλά πάντα ενδιαφέρουσες.
Κάθε ένα από τα δέκα διηγήματα (κάποια θα τα λέγαμε και ποιήματα) της συλλογής είναι διαφορετικό από το άλλο, κρατώντας έτσι τον αναγνώστη σε εγρήγορση και καλλιεργώντας το -πολύτιμο για τον αναγνώστη- αίσθημα της περιέργειας. Οι ήρωες της Ζαχαράτου είναι άνθρωποι που εύκολα συνδέεσαι μαζί τους. Μοναχικοί, ευαίσθητοι, με ψυχές γεμάτες επιθυμίες και αναμνήσεις. Και με τη δύναμη της πρωτοπρόσωπης αφήγησης καταφέρνει να μας πάρει από το χέρι και να μας δείξει όλα τα πώς και τα γιατί που οδήγησαν τη συγγραφέα στην καταγραφή των ιστοριών τους.
«Όμως δεν απαλλάχτηκα ποτέ από τη μαμά. Πάνω από το κεφάλι μου σέρνεται ακόμα μαζί με τα φτερά και τους εραστές και τα λουτρά της στης σαμπάνιας Veuve Clicquot τους αφρούς και με τα ακριβά εδέσματα από Γάλλους σεφ στα επίσημα ουράνια δείπνα της. […] Κι όλο με λέει ανίκανη να μιμηθώ τα σπουδαία έργα της, για να ευτυχήσω. Κι όλο μου κλέβει άντρες κι έρωτες και χαρές και κολοβώνει τη ζωή μου. Και μολονότι νεκρή, για να μου δείξει ότι ποτέ δεν θα το βάλει κάτω και θα με κυνηγά ώσπου να κλείσω κι εγώ τα μάτια, ανοίγει κάθε τόσο διάπλατα ένα αιθέριο πανό που γράφει με γράμματα χρυσά και με φτερένια πένα: οι μανάδες ποτέ δεν πεθαίνουν!.»
Η συγγραφέας ντύνεται με το δέρμα των ηρώων της για να τους καταλάβει, βάζει τη φωνή τους στην πένα της και όλοι μαζί εμβαθύνουμε στα συναισθήματά τους βλέποντας τη ζωή με τα μάτια ανθρώπων που ποτέ δε θα γνωρίσουμε.
Με γραφή ποιητική, η Ζαχαράτου καταθέτει μια ψυχογραφική ανάλυση των χαρακτήρων που επέλεξε, από την κυρία Ευανθία που κοιτάζει αιωνίως έξω από το παράθυρό της, μέχρι τον γιο που απαλλάσσει τη μητέρα από τον βίαιο πατέρα. Βουτάει στα εσώψυχά τους και αναδύεται κρατώντας στα χέρια της την ουσία των γεγονότων που τους στιγμάτισαν, αποτυπώνοντας υπαρξιακά δράματα της διπλανής πόρτας που ποτέ δεν ανοίγουμε. Με χιούμορ, λυρισμό και ευαισθησία, τα δέκα διηγήματα της συλλογής ορθώνονται μέσα από τον μαγικό τους ρεαλισμό παλλόμενα, προκαλώντας στον αναγνώστη συναισθήματα έντονα και κυρίως γνώριμα.
Έρωτας, μοναξιά, πόνος, νοσταλγία, γίνονται όλα ένα ολοζώντανο γαϊτανάκι από φωτεινά και σκοτεινά ανθρώπινα παραμύθια για εκείνες τις στιγμές που θέλουμε κάτι ζεστό να μας σκεπάσει πριν παραδωθούμε στα δικά μας πολύπλοκα όνειρα.