Στο φως

Έχουν πολύ ενδιαφέρον οι νύχτες. Οι ώρες εκείνες όπου ζουν τα ξωτικά με τα μαύρα πέπλα και τους σκουρόχρωμους χιτώνες τους. Στην πραγματικότητα απόλυτα έκθετα στον εαυτό τους. Στην καταχνιά, στο φόβο του σκότους που προσπαθούν να κρύψουν. Οι νύχτες εκείνες που ανασύρονται οι πόνοι, οι φόβοι, οι ελλείψεις, όλα όσα διαταράσσει το φως της μέρας.
Είναι και οι νεράιδες με τα λευκά φορέματα. Το χρώμα που ντύνονται τα όνειρα, η ελπίδα. Η σκοτεινιά που ο καθένας κρατάει με κλειστά μάτια και όταν τα ανοίξει είναι ικανός να παραβιάσει την ηρεμία του κόσμου με τα καμώματά του. Είναι όσα τρελά σχέδια του μέλλοντος προλάβει να περισώσει. Οι νύχτες που ανοίγουν οι καρδιές και χωρούν όσους περισσότερους μπορείς να συγχωρήσεις. Χωρούν και το προσωπικό σου καρδιοχτύπι, μια ατομική συγχώρεση για τα λάθη σου, την αδράνειά σου, τις ευκαιρίες και τα άλλοθι που ξέχασες να δώσεις στον εαυτό σου. Ναι, αυτά που ξέχασες ή αμέλησες.
Τα βράδια είναι σπουδαία. Σου φέρνουν μνήμες που αδυσώπητα αποσόβησες, εσκεμμένα, επιτακτικά, εμμονικά. Διορθώνεις το πάγωμα του χρόνου σε μια στιγμή που σε θανάτωσε και από τότε περιπλανιέσαι στο χωροχρόνο σαν σκιά. Μαθαίνεις να γίνεσαι φανερός τα βράδια, να φωτίζεσαι, να επιβιώνεις τις νύχτες σου όπως τις μέρες σου. Να ζεις και να δημιουργείς.
Είναι οι στιγμές που παίρνει σχήμα η έμπνευσή σου. Τα χαρτιά που ακουμπάς με τους αγκώνες σου μυρίζουν καύση και ένταση. Είναι οι στιγμές που παράγεις, ολοκληρώνεις και τελειοποιείς ένα έργο. Που δημιουργείς, που γράφεις, που συνθέτεις. Είναι οι νύχτες σου. Αυτές που σου μαθαίνουν τα σκοτάδια σου. Τα αναρίθμητα σχήματα που παίρνει το σώμα σου και ο τρόπος που πυρακτώνεται όταν ακούσει τη μουσική του. Τις φορές που αυτά τα σκοτάδια παύουν να είναι ήρεμα όταν πονούν τα πόδια σου και τα χέρια σου. Όταν βιώνεις την απόλυτη έκσταση πάνω από το φως μιας λάμπας γι’ αυτό που μόλις κατάφερες.
Και ίσως αυτές τις νύχτες δυο άνθρωποι να κοιτούν έξω την ίδια θέα.