Τα χάρτινα φεγγάρια
– Παππού, έπιασε φωτιά το δέντρο;
– Όχι καλέ μου, δεν είναι φωτιά αυτή, το φεγγάρι είναι.
– Πάμε παππού μια βόλτα στο φεγγάρι;
– Ναι, γιε μου και εγγόνι μου και παιδί μου, πάμε όλοι μαζί.
– Θα πάμε πολλοί στο φεγγάρι παππού;
– Θα πάμε μαζί με τον κύριο Μάνο.
– Πού είναι ο κύριος Μάνος;
– Είναι εκεί στο φεγγαράκι και μας περιμένει.
– Έχει το σπίτι του στο φεγγάρι ο κύριος Μάνος, παππού;
– Ο κύριος Μάνος ζωγράφιζε χάρτινα φεγγάρια και μετά τα χάριζε στους ανθρώπους.
– Και τι έκαναν παππού οι άνθρωποι με τις ζωγραφιές του;
– Άλλοι τις έκαιγαν και άλλοι τις κρέμαγαν στο υπνοδωμάτιο τους και ταξίδευαν.
– Ταξίδευαν σαν και μας παππού τώρα;
– Σαν και μας, εγγόνι μου, γιε μου, παιδί μου, καλέ μου άνθρωπε, σαν και μας τώρα.
– Είναι μακριά το φεγγάρι παππού;
– Είναι τόσο μακριά γιε μου, όση είναι η απόσταση μας από την καρδιά μας.
– Τότε είναι πολύ κοντά παππού. Να εδώ είναι η καρδιά μου. Παππού, να και ο κύριος Μάνος. Τον βλέπεις; Μας χαμογελά. Παππού, πάμε να παίξουμε στο πιάνο του.
– Μην τρέχεις τόσο γρήγορα παιδί μου. Φούσκωσα.
– Παππού, έχει και άλλους ανθρώπους εδώ πάνω στο φεγγάρι.
– Ναι, εγγόνι μου και καλέ μου άνθρωπε, είναι η κυρία Νανά, η κυρία Μελίνα, η κυρία Φλέρυ, η κυρία Ελεωνόρα και τόσοι άλλοι.
– Είναι παππού όλοι τόσο χαρούμενοι.
– Ναι, καλέ μου, είναι χαρούμενοι γιατί ζούνε στα χάρτινα φεγγάρια του κ. Μάνου. Και υπάρχει τόση αγάπη γιε μου στα φεγγάρια αυτά που όταν πιστέψεις στην αλήθεια τους όλα αλλάζουν και γίνονται ομορφιά.
– Ομορφιά παππού, ναι ομορφιά, σταθείτε έρχομαι και εγώ να τραγουδήσω μαζί σας
– Σιγά παιδί μου, μην τρέχεις έτσι. Φούσκωσα. Στάσου θέλω να τραγουδήσω και γω μαζί σας.