Yolo
Αν η λέξη yolo δεν ταιριάζει στο καλοκαίρι, τότε σε ποια εποχή; Κυκλοφορείς με τον αστερία στα μαλλιά, δε θες να σταματήσεις να παίξεις με τα κύματα, αντικαθιστάς το νυχτερινό φως με το φεγγάρι πάνω απ’ τη θάλασσα. Το δέρμα σου μυρίζει αρμύρα και η γεύση σου είναι ταυτόχρονα ξινή και αρμυρή.
Όλα το καλοκαίρι είναι ζουμερά. Σαν δυο φέτες καρπούζι που έφαγες λαίμαργα και το ζουμί στάζει στο σαγόνι σου και έπειτα στο λακκάκι του λαιμού σου. Αλλά δε σε νοιάζει, γιατί είναι καλοκαίρι. Σαν δυο υγρές νύχτες με θαλασσινό νερό, ιδρώτα και θερινή ξηρασία, σαν 4 υγρά μάτια που ενώνονται στην αμμουδιά για να σκορπίσει το κύμα όσα υπόσχονται και ορκίζονται.
Είναι τα πόδια σου που δεν ξεκουράζονται ποτέ. Λερώνονται με χορό, άμμο και νερό και τρέχουν να προλάβουν τον ήλιο, που κατεβαίνει χαμηλά μέχρι να δύσει και πάλι απ’ την αρχή, με όλους τους νόμους της επόμενης μέρας. Η ανατολή και η δύση το καλοκαίρι είναι οι δυο απεγνωσμένες κραυγές ελευθερίας προς τη ζωή.
Τα μαλλιά σου; Μα βέβαια λιτά, να αγκαλιάζουν το λαιμό και τους ώμους, να στροβιλίζονται στους αέρηδες, να μπλέκονται με πολύχρωμα μαντίλια, να αλλάζουν χρώμα απ’ τον ήλιο και να ανεμίζουν στα μπαλκόνια. Και είναι αυτές οι σταγόνες που φεύγουν απ’ τις άκρες των μαλλιών σου όταν βγαίνεις από μια βραδινή βουτιά που κάνουν την υγρασία του καλοκαιριού αξέχαστη και υπέροχη.
Οι παγωμένες γλυκές γεύσεις που δοκίμασες, δάμασαν τον ουρανίσκο σου και οι μουσικές που άκουσες τίναξαν το σώμα σου μέχρι το πρωί χωρίς παπούτσια, μακιγιάζ και περιττά φτιασίδια. Έτσι χόρεψες, με την ανεμελιά και την αλήθεια σου. Οι φωτιές που άναψες σε κάποια παραλία για να ζεσταθείς απ’ την ξαφνική βροχή, θα κάνουν σημάδι στην άμμο και θα είναι ένα ραντεβού για το επόμενο καλοκαίρι.
Είναι όσες φορές άφησες το κινητό σου χωρίς μπαταρία για να μην καταγράψεις καμία σκηνή, γιατί η τόση ομορφιά δεν καταγράφεται. Είναι σαν να είσαι στο άλλο άκρο του πλανήτη, σαν να έχεις γυρίσει κάθε άκρο της γης και να φοράς τα καλοκαιρινά φορέματά σου για να υποκλιθείς μπροστά στην τόση ομορφιά. Γιατί η ομορφιά είναι άχρονη και δεν έχει τόπο προέλευσης ή προορισμού. Είναι το καλοκαίρι και το άπειρο κάλλος του.